Κυριακή απόγευμα κι έχουμε μαζευτεί τρεις γυναίκες, η Magica DeSpell, η Κατερίνα, και εγώ, σε ένα υπέροχο καφε μπαρ στο Ηράκλειο, το terra BOX. Ένας χωρος με βιομηχανική διακόσμηση, γεμάτος φαντασία, μυρωδάτο καφέ και υπέροχα κοκτέηλ.
Το αγόρι της Magica, έχει το καφέ και βρήκαμε στέκι για τις μαζώξεις μας, ζευγαριών και παρεΐστικες.
Αρχίζαμε και λέγαμε για τους άντρες του παρελθόντος μας, τις σχέσεις μας και για την μαγεία, μεταξύ των ανθρώπων.
Η Κατερίνα, μια εκολαπτόμενη και πολλά υποσχόμενη life coach, μελαχροινή και ψηλόλιγνη, με αφοπληστικό χαμόγελο, ακροβατεί στα όρια του ρεαλισμού και του ρομαντισμού, κι αυτό χάρη στο νεαρό της ηλικίας της, και της επιστήμης της.
Η Magica, ένα πλάσμα με μαγικό υπνωτιστικό βλέμμα, καμπύλες που σκοτώνουν και φωνή μάγισσας που κάνει ξόρκια, την λές εριστική και κυνική. Αλλά με μια ψυχή που κάνει μωρό να μοιάζει αμαρτωλό από την καθαρότητά της.
Εγώ; Ε, με ξέρετε. Με βλέπετε, με παρακολουθείτε, με διαβάζετε. Είμαι ο,τι καταλάβατε.
Εκεί λοιπόν που για τρεις γυναίκες οι καφέδες γίναν τεκίλες, η Magica μας λέει:
“Η μαγεία δεν είναι κάτι που βρίσκεις ξαφνικά! Στο κάτω κάτω αποτελείται από χρυσόσκονη, και ίσως μικρά αηδιαστικά πραγματάκια όπως μουστάκια νυχτερίδας, μάτι μονόκερου και άλλα τέτοια. Μάγκας δεν είσαι αν τη βρεις έτσι. Γιατί ίσως δεν ξέρεις καν πως να την χρησιμοποιήσεις.
Μάγκας και μερακλής, ή μερακλού αν το θες για μας τα θηλυκά, είσαι αν τη φτιάξεις μόνος. Βρες ένα ένα διαλεχτα τα συστατικά, και προσαρμόσέ τα στις ανάγκες σου, τα θέλω σου, τα γουστάρω σου. Και άλλο τόσο μάγκας είναι ο άλλος που θα μαγευτεί. Όχι με κάτι που δε θα το θέλει, αλλά με κάτι που ανατριχιάζει μόνο που το σκέφτεται, και είναι για εκείνον ο απαγορευμένος καρπός. Ουσιαστικά δεν μαγεύεις κανέναν. Τον απελευθερώνεις.”
“Ακριβώς!” Πετάγομαι εγώ. Βρίσκεις τα συστατικά της μαγείας σου, και τα εφαρμόζεις πάνω σου, σαν άρωμα. Εκείνος που θα επιλέξεις να σε μυρίσει, είναι ο απελευθερωτής σου αλλά και εσύ εκείνου. Ο σκλάβος της έλξης, του πάθους αλλά και ο φίλος, ο κολλητός κι ο ανθρωπός σου. Αυτός που οι σκιές του είναι το φώς σου. Αυτός που σου επιτρέπει να φωτίσεις τα σκοτάδια του κι εσύ τον αφήνεις να αποκαλύψει τις γωνιές με τις αράχνες σου”
Κορίτσια, μήπως όλα αυτά είναι υπερβολές για να εξηγήσουμε την χημεία μεταξύ 2 ανθρώπων;
Είπε η Κατερίνα και μας πέταξε ξερές στο έδαφος με 400χμλ/ωρα από τα μαυρογκρί συννεφάκια μας. Ναι, ναι. Μαυρογκρί. Γιατί καμμιά μας δεν θα καταδεχόταν να καβαλήσει ρόζ συννεφάκι. Έχετε αντίρρηση;
“Άσε μας μανούλα μου που τώρα σε έπιασε ο ρεαλισμός σου!”
 Της πετάω κατεβάζοντας ένα σφηνάκι τεκιλα, γλείφοντας το αλάτι απο το χέρι μου και στίβωντας την φέτα λεμόνι με τα χείλη μου.
“Μα τι είπα πια;” Παραπονέθηκε η Κατερίνα. “Προσπαθώ να εξηγήσω επιστημονικά αυτό που λέτε, χωρίς τσουκάλια και μαγικά φίλτρα”
Εγώ θα φέρω δράκο και μονόκερο. Την γάμησες
της είπα.
“Και θα σου εξηγήσω αμέσως γιατί δεν το ρίχνω μόνο στη χημεία” τόνισα, ενω έγλειφα το αλάτι από τα χείλη μου που είχαν ψιλοπρηστεί από την αλμύρα, το όξινο, και το αλκοόλ.
“Η χημεία καλές μου κόρες, μπορεί να μας οδηγήσει και σε κάποιον ή κάποια, η οποία θα μας βασανίσει, θα μας ταλαιπωρήσει, θα μας γκρεμίσει και πολύ πιθανόν χωρίς να μας ξαναχτίσει.
 
Χημεία είναι και τα άρρωστα πάθη, οι αδιέξοδες παγίδες, οι εμμονές με πρόσωπα που για μας μπορεί να ‘ναι ο προορισμός μας, γι αυτούς να’μαστε μια απλή στάση. Όλες έχουμε βρεθεί εκεί. Ξέρετε τι λέω.”
Και κατεβάζουμε ομού και οι τρείς ένα ακόμη σφηνάκι.
“Αλλά μέσα στη χημεία, τι να δείς.” συνεχίζω.
“Γι αυτό μιλώ για μαγεία. Εκούσια μαγεία, του ενός για τον άλλον, την μαγεία του αυθορμητισμού, του αληθινού μας εαυτού, χωρίς κανόνες, χωρίς σωστό ή λάθος.
Είναι αυτό που είναι. Είναι ό,τι είναι, και το ζούμε.
Την ώρα που έλεγα αυτή την φράση, πέρασαν χιλιάδες σκέψεις από τον νου μου. Λίτρα δάκρυα για μάταιες ιστορίες, που όμως σου δώσαν μάθημα.
Εκατοντάδες λέξεις που πέσαν στο κενό.
Νύχτες άδειες με κενή αγκαλιά. Με μάτια που πονούν από την έλλειψη, με χέρια που αντί να σφίγγουν χέρια, σφίγγουν άδεια σεντόνια.
Κι όλα αυτά γιατί; Λόγω μεγάλων προσδοκιών, που έρχονται σαν κακό μεθύσι μόνο από την χημεία. Από την ανόργανη χημεία.”
Γύρισα σπίτι κι είπα να μοιραστώ την εμπειρία μου μαζί σας. Και ένα συμπέρασμα μαζί μ’αυτήν:
Εγώ κόρες, την χημεία μου την θέλω οργανική, με εκρήξεις γέλιου, με καταιγίδες φιλιών, με ουράνια τόξα χαμόγελου, με κεραυνούς έρωτα τις νύχτες, και καβάλα στη σκούπα μου, σας λέω: τις αλήθειες να ερωτεύεστε. Στο Φώς να ζείτε.