Σας είχα υποσχεθεί να σας γράψω για ένα επόμενο καλοκαίρι μου.
Και το κάνω τώρα.
Από πέρσι τον Αύγουστο λοιπόν, κι ας πέρασαν Χριστούγεννα και Πάσχα, για μένα καλοκαίρι είναι.
Φοράω το θαλασοκαφετί μου φόρεμα, τα καφέ φλάτ μου πεδιλάκια, και πάω στο ίδιο εκείνο καφέ, στο κέντρο.
Γνωρίζω κάθε μέρα, για πρώτη φορά, εκείνον τον άντρα, που παρά την πίκρα του, μου χάρισε το χαμόγελό του, τις ματιές και τον έρωτά του, με το “καλησπέρα σας”.
Καλοκαίρι η κάθε μέρα. Αύγουστος όλοι μου οι μήνες. Με κάψιμο και δροσιά, με φιλιά κι αγκαλιές, με πάθος, καύλα κι έρωτα. Και νοιάξιμο. Πολύ νοιάξιμο.
Γι’αυτόν τον άντρα λοιπόν, που ήρθε στη ζωή μου ουρανοκατέβατος να με κάνει να ξαναζήσω δεύτερη εφηβεία, κάθε μέρα μου μαζί του, είναι όνειρο. Και μην τολμήσει να με ξυπνήσει κανείς!
Είναι μια βυσσινάδα δροσερή στο μπαλκόνι με θέα ηλιοβασίλεμα, δυο υποβρύχια βανίλια, σε νερό με πάγο.
Τα φιλιά του, έχουν ακόμη την αψάδα της θάλασσας του πρώτου μας μπάνιου, και θα την έχουν πάντα, ό,τι μήνας και νά ‘ναι.
Τα μάτια του, έχουν το ίδιο εκείνο φως, στο ηλιοβασίλεμα στον Σχοινιά. Και θα το έχουν πάντα, και Χριστούγεννα να ξανάρθουν.
Η αγκαλιά του, είναι η ίδια εκείνη αγκαλιά, που με ζέστανε όταν κρύωνα το βράδυ μιας πανσελήνου, μετά από βραδυνή βουτιά. Και θα είναι έτσι πάντα.
Γιατί;
Μα γιατί αυτός ο άντρας είναι περήφανος που μ´έχει πλάι του. Κι εγώ που έχω εκείνον. Δεν του κρύφτηκα. Ούτε εκείνος. Με είδε. Και τον είδα.
Είμαι τραυματισμένη επιζήσασα, κι είναι λαβωμένος μαχητής. Δείξαμε αμέσως ο ένας στον άλλο τα σημάδια του.
Τα ξέρει όλα, και τα ξέρω όλα.
Όχι κρυφτούλι.
Όχι μισόλογα.
Όχι πόκερ.
Όχι.
Μόνο παιχνίδια στο νερό, γέλια στο περπάτημα, κωλοσκάμπιλα και ρουφηχτά φιλιά.
Μετά έρχονται οι φίλοι μας.
Γέλια και φωνές, μουσική τα μεσημεροαπογεύματα, μπύρες και κρασί σπίτι του και σπίτι τους.
Και πάλι φιλιά. Και πάλι αγκαλιές.
Και πάλι.
Και συνέχεια.
Δεν ξέρω πως τον εννοείτε εσείς τον βαθύ τον έρωτα.
Το μόνο που ξέρω πως ο έρωτας έχει για θέα τα μάτια του, και το χάδι του για σκέπασμα τις νύχτες…