Δεν είναι ίσως μόνο η καλοκαιρινή περίοδος που πολλοί γονείς προσπαθούν να στρέψουν τα παιδιά τους στην ανάγνωση ενός βιβλίου.

Συχνά οι ίδιοι βιβλιόφιλοι ανησυχούν και παράλληλα αγανακτούν, παρατηρώντας τα να ασχολούνται ώρες ατέλειωτες με ηλεκτρονικά παιχνίδια.

Μόνιμος ο καυγάς ανάμεσα τους, χωρίς όμως το αποτέλεσμα να είναι υπέρ του βιβλίου, το οποίο καταντά να είναι η τελευταία ή και η ανύπαρκτη επιλογή.

Η τεχνολογία νικά ακόμα και το παραδοσιακό παιχνίδι, τη συναναστροφή με άλλα παιδιά με χαρακτηριστικό της την πραγματική δράση και όχι την εικονική.
Μετά ακολουθούν οι γνωστές συζητήσεις για το χαμηλό εκφραστικό επίπεδο των μαθητών, για την αδυναμία τους να διαμορφώσουν άποψη για τα κοινωνικά προβλήματα και να αποκτήσουν ένα όραμα για τη ζωή ως ελεύθεροι άνθρωποι.

Επειδή όπως λέει και η γνωστή παροιμία «ένας κούκος δε φέρνει την άνοιξη», οι γονείς από μόνοι τους ίσως να μην μπορούν να καταφέρουν πολλά σε αυτό το θέμα.

Αρωγός τους αναδεικνύεται ο δάσκαλος και η πολιτεία.
Ιχνηλατώντας τη σχέση του βιβλίου με τον νεοέλληνα τα τελευταία χρόνια διαπιστώνουμε ότι η βιβλιοανάγνωση εμφανίζει μεγάλη μείωση και επικεντρώνεται στη λογοτεχνία περισσότερο και όχι σε δοκιμιακό λόγο.

Μέσα στο 2015 τα capital control επηρέασαν αρνητικά το εκδοτικό περιβάλλον παρά τη χαμηλή τιμή του βιβλίου.

Η μείωση της αγοραστικής δύναμης των αναγνωστών και οι συνακόλουθες εκπτώσεις από τους εκδοτικούς οίκους όμως, οδήγησαν στην πτώση κατά 41% της έκδοσης νέων τίτλων βιβλίου στο διάστημα 2009-2015, σύμφωνα με τον διευθυντή του περιοδικού «Αναγνώστης» Γιάννη Μπασκόζο.
Η εμπορευματοποίηση της λογοτεχνικής παραγωγής στερεί από νέους ταλαντούχους Έλληνες συγγραφείς και ποιητές την απαραίτητη προβολή τους στο κοινό, ενώ την ίδια στιγμή εστιάζει στη μετάφραση ήδη γνωστών τίτλων.

Έχει χαθεί το κριτήριο επιλογής του εκδότη, λέει η ιστορικός Άννα Καρακατσούλη.

Ο εκδότης που διαβλέπει το ταλέντο, τη μοναδικότητα, την υψηλή αισθητική συγκίνηση στο έργο ενός λογοτέχνη.

«Δουλειά μου είναι να εκδίδω καλά βιβλία», έλεγε ο Μαξ Πέρκινς, επιμελητής κειμένων στον εκδοτικό οίκο Scribner’ s στη Νέα Υόρκη.

Πρόκειται για τον άνθρωπο που «οσμίστηκε» πρώτος το ταλέντο μεγάλων συγγραφέων των αρχών του 20ού αιώνα», όπως Φιτζέραλντ, Χεμινγουέι και Τόμας Γούλφ. Ήταν αυτός που ανακάλυψε και ανέδειξε το νέο αίμα της αμερικανικής λογοτεχνίας.
Ανάλογα και η χώρα μας ακολουθεί τα βήματα της υψηλής λογοτεχνικής παραγωγής στην άλλη μεριά του Ατλαντικού με αξιομνημόνευτα εκδοτικά σχήματα.

«Νέα Εστία» στα 1927, με συνεκδότες τούς Γρ. Ξενόπουλο και Kολλάρο. Αργότερα στην κατοχική περίοδο το 1943, ιδρύεται η εκδοτική Εταιρία «Ίκαρος» από εξέχουσες φυσιογνωμίες των ελληνικών γραμμάτων, τους Μάριο Πλωρίτη, Αλέκο Πατσιφά και Νίκο Καρύδη, η οποία και συνδέθηκε με τη λογοτεχνική γενιά του 1930. Οι εκδόσεις «Κέδρος» έγιναν το βήμα πολλών σημαντικών παλιών και νέων δημιουργών, όπως Μέλπω Αξιώτη, Γιώργος Ιωάννου, Μενέλαος Λουντέμης, Διδώ Σωτηρίου, Τατιάνα Γκρίτση-Μιλλιέξ, Νίκος Κάσδαγλης, Μίλτος Σαχτούρης, Πέτρος Αμπατζόγλου, Μένης Κουμανταρέας, κ.ά. Εδώ μάλιστα βρήκε καταφύγιο ο απαγορευμένος για τις ιδέες του Γιάννης Ρίτσος, αλλά και ο Στρατής Τσίρκας.
Η ιστορική αυτή αναμόχλευση καταδεικνύει ότι μπορούμε να αλλάξουμε το τοπίο. Η οικονομική δυστοκία υπήρχε και στην κατοχή και μεταπολεμικά, χωρίς όμως να αποτελεί εμπόδιο, αλλά μάλλον κινητήριος δύναμη για εύρεση νέας πνευματικής τροφής.

Ιδιαίτερα στους χαλεπούς καιρούς μας οι νέοι καλλιτέχνες θα δώσουν, όπως άλλοτε, τη νέα οπτική που χρειάζεται η κοινωνία για την εξέλιξη της.
Δε θα έπρεπε όμως να εμφυσηθεί και στη νέα γενιά η αναζήτηση του καλύτερου μέσα από τη βάσανο της αμφισβήτησης; Βάσανο αποτελεί πράγματι η διαδικασία της κριτικής σκέψης για τους Έλληνες μαθητές. Τους ζητούν να κάνουν έρευνα για ένα θέμα και δεν τους προσφέρουν την απαραίτητη βιβλιοθήκη για αυτό. Την ίδια στιγμή το μάθημα της λογοτεχνίας απαξιώνεται. Μέσα σε αυτά τα πλαίσια της περιθωριοποίησής της, το ΕΚΕΒΙ (Εθνικό Κέντρο Βιβλίου) προσπάθησε να τη στηρίξει με το θεσμό της Φιλαναγνωσίας. Παραθέτω την επιστολή που στάλθηκε από τους υπεύθυνους της ιστοσελίδας αυτής προς τους εκπαιδευτικούς το 2011:
Αγαπητή/έ εκπαιδευτικέ,
Πιστεύουμε ακράδαντα στις δημιουργικές δυνάμεις που κρύβεις μέσα σου και στο μεράκι σου και για αυτό σε θεωρούμε βασικό σύμμαχο στην προσπάθειά μας να αλλάξουμε τη σχέση του παιδιού –κι άρα του αυριανού εφήβου και ενήλικα– με την ανάγνωση, με το βιβλίο, με τη γνώση.
Καταλαβαίνουμε ότι σε μια εποχή οικονομικής κρίσης, εμείς σου ζητάμε να κάνεις κάτι παραπάνω. Με την έννοια ότι με λιγοστά συνήθη έξοδα που το σχολείο είναι αναγκαίο να αναλάβει (διάθεση αναλώσιμων υλικών σε χαρτιά, χρώματα κ.λπ.), μπορείς να κάνεις τα παιδιά να ταξιδέψουν στον υπέροχο κόσμο των βιβλίων, γνωρίζοντας έτσι καλύτερα τον κόσμο αλλά και συνάμα τον εαυτό τους.
Σε παρακαλούμε και ελπίζουμε να το δεις, όπως το βλέπουμε κι εμείς, ως ένα δώρο στα παιδιά μας, ως μια παρακαταθήκη για το μέλλον.
Σ’ ευχαριστούμε εκ των προτέρων,
Επιστημονική και Συμβουλευτική Επιτροπή της συγχρηματοδοτούμενης Πράξης Καινοτόμες Δράσεις για την ενίσχυση της Φιλαναγνωσίας».

Νομίζω ότι οι εκδότες και η Επιτροπή για την ενίσχυση της Φιλαναγνωσίας συγκλίνουν σε ένα πράγμα… Να αναλάβει η πολιτεία το χρέος της απέναντι στους πολίτες. Δεν μπορεί η εκδοτική κίνηση, που συνδέεται άρρηκτα με την καλλιέργεια της πολιτικής και κοινωνικής συνείδησής τους, να φυτοζωεί οικονομικά και να υιοθέτει πρακτικές που νεκρώνουν κάθε προσπάθεια συμβολής της στην πνευματική ζωή του τόπου. Τα νούμερα δε βγαίνουν, μας λένε- για την Ελλάδα πάντα δεν έβγαιναν δυστυχώς όσον αφορά στην εκπαίδευση- για να έχουμε και βιβλιοθήκες αρκετά σύγχρονες τόσο μέσα στα σχολεία όσο και στους δήμους. Οι εξαιρέσεις γίνονται από τους ιδιώτες που κάνουν το θαύμα τους. Έτσι συγκροτήθηκε για παράδειγμα η βραβευμένη το 2010 βιβλιοθήκη της Βέροιας και ο οργανισμός Future Library του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος, που αποβλέπει στην εξοικείωση των πολιτών ανά την Ελλάδα με τις βιβλιοθήκες των πόλεων τους.

Νούμερα, αριθμοί , φόροι…. Κάθε συζήτηση γύρω από αυτά ..Δεν μπορούμε να έχουμε τις βιβλιοθήκες που έχουν σε άλλες χώρες γιατί δεν υπάρχουν χρήματα. Καμπάνιες διαφημιστικές υπέρ του βιβλίου, εκπτώσεις στην αγορά του δεν έχουν κανένα αποτέλεσμα.

Ίσως να υπάρχει η λύση αν αντιστρέψουμε τη σκέψη μας. Να παραδειγματιστούμε από την ανατρεπτική και εφευρετική στάση μιας ομάδας κατοίκων στην πόλη Τροία της πολιτείας του Μίσιγκαν στις Η.Π.Α. Κατάφεραν να σώσουν τη βιβλιοθήκη τους από το κλείσιμο λόγω οικονομικών δυσχερειών, στήνοντας μια ψεύτικη εκστρατεία, το «Book Burning Party». Η πυρά των βιβλίων ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων και συνάμα ένωσε τους συγχρόνους Τρώες σε ένα κοινό μέτωπο. Να σωθεί η βιβλιοθήκη. Κάνεις δε μιλούσε για την έλλειψη πόρων. Η αγάπη για τον πολυτιμότερο σύντροφο του ανθρώπου νίκησε κάθε εμπόδιο..

Η Τροία του 21ου αιώνα δεν άνοιξε τα τείχη της στο Δούρειο Ίππο του υλιστικού φόβου.

Γιατί όχι και εμείς;