Από τον Ερμή
Χθες ξύπνησα από μια έντονη δυσοσμία που δυσχέραινε την αναπνοή μου. Σηκώθηκα από το κρεβάτι και πήγα στην κουζίνα, όπου κάθονταν η Αμβροσία και ο Ζέφυρος. Από το ύφος τους κατάλαβα ότι υπήρχε κάποιο πρόβλημα κι ότι ίσως κιόλας να είχαν διαφωνήσει.
Αψηφώντας τον κίνδυνο να δεχθώ εγώ τα πυρά της όποιας πιθανής έκρηξής τους, τόλμησα να ρωτήσω τι συμβαίνει.
«Δεν βλέπεις;» απάντησε με ερώτηση η Αμβροσία και με το χέρι της μου έδειξε το παράθυρο.
Πλησίασα και κοίταξα. Ο ορίζοντας είχε κατακλυστεί από μαύρους καπνούς, που έβαφαν τα λευκά σύννεφα και έκρυβαν τον ήλιο. Η δυσωδία που μου προκαλούσε ασφυξία, οφειλόταν τελικά σε αυτούς.
«Καίνε το δάσος», διευκρίνισε η Αμβροσία. «Αιωνόβια δέντρα έγιναν στάχτη μέσα σε λίγες ώρες. Ζώα και πουλιά έχασαν το σπίτι τους. Όλη τη νύχτα παρακολουθούσα τις φλόγες να ξεπηδούν από τις εστίες τους, να στροβιλίζονται σ’ ένα ξέφρενο χορό, να πετούν και να βρίσκονται αυτοστιγμεί πολλά μέτρα μακριά. Ξέρεις Ερμή, πόσα χρόνια απαιτούνται για να δημιουργηθεί ένα δάσος; Εκατοντάδες. Κι όμως ο αγαπητός μας φίλος, ο Ζέφυρος, μαζί με τους υπόλοιπους ανέμους, συνεπικούρησαν στο έγκλημα».
«Δεν βαρέθηκες να γκρινιάζεις;» μουρμούρισε ο Ζέφυρος.
«Γιατί; Άδικο έχω; Αν δεν φυσούσατε όλη νύχτα, τώρα η φωτιά θα είχε σβήσει και δεν θα είχε συμβεί τίποτα κακό».
«Κατηγορείς εμάς που κάνουμε απλώς τη δουλειά μας; Τι φταίμε εμείς αν κάποιοι ανάβουν φωτιές τις ημέρες που ξέρουν ότι θα έχει έντονο αέρα; Γιατί δεν καταγγέλλεις όσους χρησιμοποιούν τη δύναμη της φύσης για να την εξαφανίσουν, με μοναδικό σκοπό το κέρδος; Όλοι μετατοπίζουν την ευθύνη, αρνούμενοι να αποδεχτούν την παράνομη συμμετοχή τους. Οι εμπρηστές ενοχοποιούν τους καταπατητές, που τους πληρώνουν και εκείνοι, με τη σειρά τους, τους υποψήφιους αγοραστές, που ζητούν οικόπεδα με θέα. Όσο για τους τελευταίους είναι πάντα ανίδεα θύματα, που εξαπατήθηκαν. Όλοι δε μαζί κατακρίνουν την ανετοιμότητα και την ανεπάρκεια του Κράτους, αλλά ακόμη και τα ίδια τα στοιχεία της Φύσης.
Ξέρεις ποια είναι η δική μου άποψη, Αμβροσία; Αναρωτιέμαι γιατί οι άνθρωποι δεν ενσκήπτουν στο πρόβλημα, δεν αναλαμβάνουν το μερίδιο ευθύνης που τους αναλογεί, είτε λόγω της συμμετοχής τους, είτε λόγω της αδιαφορίας τους και δεν συνεργάζονται για την επίλυσή του».
Ολοκληρώνοντας την πρόταση, ο Ζέφυρος έφυγε κι εγώ με την Αμβροσία μείναμε βουβοί να αναλογιζόμαστε όσα μας είπε, ενώ οι μαύροι καπνοί πύκνωναν στο βάθος.
Συνταγή: Το γλυκό της φωτιάς
Υλικά:
4 αυγά
1 ½ κούπα ζάχαρη άχνη
½ κούπα γάλα
½ κούπα κόκκινο ρούμι
1 πακέτο φυτικό βούτυρο (250 γραμμάρια)
½ κιλό αλεύρι που φουσκώνει μόνο του
1 πρέζα κανέλα
1 πρέζα γαρύφαλλο
1 πρέζα γκάραμ μάσαλα
1 κούπα φρούτα του πάθους ψιλοκομμένα
250 γραμμάρια λευκή σοκολάτα
3 κουταλιές της σούπας σιρόπι τριαντάφυλλο
Εκτέλεση:
Σ’ ένα μπολ χτυπάμε τα αυγά, τη ζάχαρη και το βούτυρο, προσθέτοντας σταδιακά τα μυρωδικά, το γάλα, το ρούμι και το αλεύρι. Ανακατεύουμε και στο τέλος προσθέτουμε τα φρούτα του πάθους. Ανακατεύουμε απαλά. Αδειάζουμε το μίγμα σε στρογγυλή ή μακρόστενη βουτυρωμένη κι αλευρωμένη φόρμα. Ψήνουμε στους 200ο για περίπου μία ώρα. Με τη μύτη του μαχαιριού, τρυπάμε το γλυκό για να δούμε εάν έχει ψηθεί. Αφού ψηθεί, αναποδογυρίζουμε σε πιατέλα, αφήνουμε να κρυώσει και περιχύνουμε με την άσπρη σοκολάτα, που έχουμε λιώσει σε μπαιν μαρί και έχουμε προσθέσει το πηχτό σιρόπι τριαντάφυλλου, ώστε να «πάρει» ελαφρώς κόκκινο χρώμα. Στολίζουμε με ζαχαρωμένα φύλλα κόκκινου τριαντάφυλλου.