Από την Ισμήνη Χαρίλα

H Sidonie – Gabrielle Colette γεννήθηκε στις 28 Ιανουαρίου 1873 και πέθανε στις 3 Αυγούστου 1954. Εργάστηκε ως μίμος, ηθοποιός και δημοσιογράφος και θεωρείται μία από τις σημαντικότερες Γαλλίδες γυναίκες συγγραφείς.

Βραβευμένη εν ζωή, προτάθηκε το 1948 για το Νόμπελ λογοτεχνίας, ενώ ήταν η πρώτη γυναίκα από το χώρο του πνεύματος στη Γαλλία που κηδεύτηκε δημοσία δαπάνη. Η προσωπική της ζωή ήταν αρκετά ασταθής – παντρεύτηκε τρεις φορές – ενώ σκανδάλισε το κοινό με τις λεσβιακές της σχέσεις.

Η Colette γνώρισε καλά τη ζωή και τους ανθρώπινους χαρακτήρες και αυτό καθρεφτίζεται στα έργα της, που έχουν αυτοβιογραφικά στοιχεία.

O Αγαπημένος – “Chéri” – τάραξε τα νερά, όταν εκδόθηκε το 1920, αφού περιγράφει την ερωτική σχέση ανάμεσα σε μια πλούσια εταίρα σαράντα εννιά ετών, την Λεονί Βαλλόν, επονομαζόμενη Λεά ντε Λονβάλ, και τον κατά εικοσιτέσσερα χρόνια μικρότερό της, τον Chéri, ή κατά κόσμον Φρεντ Πελού.

Σύμφωνα με τους μελετητές του έργου της Colette, το αυτοβιογραφικό στοιχείο δεν απουσιάζει και από αυτό το βιβλίο της, αφού έχει ως βάση την προσωπική της σχέση με τον δεκαεξάχρονο πρόγονό της από τον δεύτερο γάμο της.

Στο έργο, η σχέση της Λεά και του Chéri, είναι απόλυτα αποδεκτή από το περιβάλλον τους, που αποτελείται από ιδιαίτερους ανθρώπους απόλυτα απελευθερωμένους στο θέμα του έρωτα και της έκφρασής του, που έχουν στήσει τη ζωή τους πάνω στο βάθρο της εκμετάλλευσής του.

Απαλλαγμένη από τη χυδαιότητα, που θα μπορούσε κάποιος να αποδώσει στην ιδιότυπη αυτή σχέση, η συγγραφέας εστιάζει στην ουσία, αναδεικνύοντας τα αληθινά αισθήματα των ηρώων, παρά τη μεγάλη διαφορά ηλικίας. Η Λεά είναι για τον Chéri, μητέρα, παιδαγωγός, σύντροφος, ερωμένη, εξομολόγος. Στα μάτια του εξιδανικεύεται και παρόλο που θα την εγκαταλείψει, για να παντρευτεί μια νεαρότερη του κοπέλα, κατέχει σημαντική θέση στη ζωή του:

«Δεκάρα δεν δίνω που δεν ήμουν ο πρώτος σου εραστής! Αυτό που θα ‘θελα, ή μάλλον αυτό που θα ήταν … πιο σωστό…πιο αξιοπρεπές…θα ήταν να είμαι ο τελευταίος σου».

Από την πλευρά της εκείνη, έμπειρη και ώριμη, αντιλαμβάνεται ότι είναι η πρώτη φορά που νιώθει τον πόνο που της προκαλεί η απουσία του αγαπημένου. Η Λεά και ο Φρεντ θα περάσουν ένα εξάμηνο χωρισμού, παραδομένοι στην κατάθλιψη, αρνούμενοι να αποδεχθούν την οικειοθελή διακοπή του δεσμού τους.

Η Colette δεν περιορίζεται μόνο στην περιγραφή της ερωτικής ιστορίας, αλλά σκιαγραφεί επιδέξια τις μορφές και το χώρο. Εντελώς γήινη, δεν αγνοεί τις ανθρώπινες αδυναμίες και δεν θεοποιεί τους ήρωές της. Η Λεά τσαλακώνει την εικόνα της ως φίνα, αξιοπρεπής γυναίκα, παραδομένη στην κυριαρχία της αγάπης της για τον εραστή της. Ο τελευταίος, παρότι μικρότερος, ζηλεύει τον πιθανό αντικαταστάτη του, ενώ η σύζυγός του, η Εντμέ, άπειρη και σεμνότυφη, υπομένει αδιαμαρτύρητα τα καπρίτσια του.

Με μεγάλη μαεστρία, η συγγραφέας στήνει ένα αντιφατικό σκηνικό, που καταλήγει στην απόλυτη ισορροπία, καθώς κάθε αρνητικό στοιχείο ανταμώνει το θετικό αντικαθρέφτισμά του. Η σπάταλη – πολυτελής διαβίωση αντιπαρατίθεται στο αίσθημα οικονομίας και αποταμίευσης. Η αιώνια αγάπη για την ομορφιά έχει ως αντίβαρο τον μαρασμό και την ασχήμια του γήρατος. Η ελευθεριότητα του Φρεντ και των οικείων του μετριάζεται από την ηθική της Εντμέ. Η πλουραλιστική αλλά καλαίσθητη ατμόσφαιρα του σπιτιού της Λεά αντιπαραβάλλεται με τη μινιμαλιστική κακόγουστη διακόσμηση του χώρου του Φρεντ.

Αδιάφορη ως προς το θέμα της θρησκείας, η Colette, αφαιρεί από το κείμενο κάθε απαγορευτικό υπαινιγμό για το αρχαιότερο των επαγγελμάτων, προσδίδοντας ειρωνικό τόνο:

«Κοκότα λέγεται μια κυρία που καταφέρνει γενικά να παίρνει πιο πολλά από όσα δίνει», αναφέρει ο Φρεντ.

Κινούμενη εντός των πλαισίων του ρεαλισμού και με εμφανή επιρροή από το ρομαντισμό, η δημιουργός δεν μεταφέρει στον αναγνώστη απλώς την ιστορία ενός ζιγκολό και μιας εταίρας, αλλά το δικαίωμα κάθε γυναίκας να ορίζει το σώμα της και να είναι ανεξάρτητη σε έναν κόσμο που στηρίζεται σε βάσεις καθοριζόμενες από τα ανδρικά πρότυπα.

Προφανώς αυτό είναι το μεγάλο ατού του συγκεκριμένου βιβλίου, αφού η αντιστροφή των ρόλων δεν θα προκαλούσε καμιά εντύπωση στη συντηρητική κοινωνία, που αντιδρά στη σχέση ανάμεσα σε μια γυναίκα κι έναν άνδρα που θα μπορούσε να ήταν γιος της, αλλά εθελοτυφλεί όταν συναντά τον ίδιο δεσμό ανάμεσα σ’ έναν ηλικιωμένο και μια νεαρή κοπέλα.

Απόλυτα ειλικρινής με τον εαυτό της, η Λεά τολμά να ομολογήσει τη νίκη και την πτώση της στον ίδιο τον Φρεντ:

«Παράξενο δεν είναι αν το σκεφτείς, πως χάνοντας εσύ τη γερασμένη ερωμένη σου κι εγώ το σκανδαλώδη νεαρό εραστή μου, χάσαμε ό,τι πιο ακριβό είχαμε στον κόσμο…»

Τολμηρή και επαναστατική, η Colette, χαρίζει στο κοινό της ένα κείμενο με πολλές προσλαμβάνουσες και ευαίσθητα μηνύματα.