Γράφει ο Ερμής:

Ο Ζέφυρος έχει τη συνήθεια να παρακολουθεί τις συζητήσεις των άλλων, θεωρώντας ότι υπάρχει πάντοτε το ενδεχόμενο να ακούσει κάτι χρήσιμο.

«Δεν κρυφακούω, ακούω. Εάν κάποιοι θέλουν να έχουν μυστικά, τότε ας μην μιλάνε δυνατά και δημόσια», απαντά στην Αμβροσία, όταν τον κατηγορεί πως είναι ωτακουστής.

Σε κάθε περίπτωση, δεν είναι λίγες οι φορές που μας έχει διηγηθεί ενδιαφέροντα περιστατικά. Σήμερα μας μίλησε για μια ιστορία που άκουσε από έναν σπίνο, τον Σπινούλη.

Ο Σπινούλης εξηγούσε σ’ έναν άλλο σπίνο ότι λατρεύει να κάνει βόλτες. Καθημερινά πετά μακριά από τη φωλιά του σε διάφορα σημεία της πόλης. Συναντά άλλα πουλιά, φίλους του και διασκεδάζει μαζί τους. Συγκρίνοντας τον εαυτό του με τα περιστέρια, θεωρεί ότι είναι πιο τυχερός. Εκείνα είναι πολυάριθμα και δεν βρίσκουν εύκολα τροφή. Αναγκάζονται να τρώνε οτιδήποτε, ακόμη και από τα σκουπίδια. Ο Σπινούλης όμως είναι πολύ σιχασιάρης. Αρνείται να βάλει στο στόμα του κάτι βρώμικο. Για αυτόν τον λόγο αναζητά τροφή μόνο στο πάρκο όπου ζει. Ευτυχώς εκεί υπάρχουν αρκετοί σπόροι και έντομα.

Ο φίλος του, ο Ασπροπεριστέρης, τρώει συνήθως έξω από έναν φούρνο. Είναι ένας μεγάλος φούρνος που πουλά πολλά και διαφορετικά είδη ψωμιού και γλυκών. Καθώς βρίσκεται δίπλα σε μια στάση λεωφορείων, έχει πολλούς πελάτες, κυρίως το πρωί. Οι λαμαρίνες με τα ψωμιά αδειάζουν γρήγορα και ο φούρναρης μαζεύει το σουσάμι που περισσεύει και το πετά στα περιστέρια που περιμένουν έξω από την πόρτα του.

Ο Ασπροπεριστέρης στήνεται από το χάραμα έξω από τον φούρνο και περιμένει υπομονετικά. Πριν από λίγο καιρό κάλεσε και τον Σπινούλη. Επειδή του είχε μιλήσει με πολύ ενθουσιασμό, αποφάσισε να πάει. Απογοητεύτηκε όμως αμέσως μόλις αντίκρισε την εικόνα που ο Ασπροπεριστέρης δεν ήθελε ή δεν ενδιαφερόταν να δει. Το πεζοδρόμιο έξω από τον φούρνο ήταν γεμάτο σκουπίδια. Ο φούρναρης δεν καθάριζε ποτέ και οι περαστικοί προτιμούσαν να πετούν άδειες σακούλες, αποτσίγαρα, περιοδικά και χαρτιά έξω από τους ειδικούς κάδους.

«Πόσο βρώμικα είναι», είπε στον Ασπροπεριστέρη.

«Δεν είναι χειρότερα συγκριτικά με άλλα σημεία», σχολίασε ο φίλος του. «Ο Δήμος έχει προσλάβει υπαλλήλους για να καθαρίζουν, αλλά δεν κάνουν όλοι σωστά τη δουλειά τους. Να, δες, επί παραδείγματι, εκείνην την οδοκαθαρίστρια».

Έστρεψε το κεφάλι του προς την κατεύθυνση που του έδειξε ο Ασπροπεριστέρης και είδε μια πανύψηλη και ευτραφέστατη γυναίκα. Στο δεξί της χέρι κρατούσε μια σκούπα και στο αριστερό ένα φαράσι. Περπατούσε βαριά και σε κάθε της βήμα τραντάζονταν οι πλάκες του πεζοδρομίου. Ο δρόμος ήταν γεμάτος από ξερά φύλλα, χαρτιά και αποτσίγαρα, αλλά εκείνη περνούσε αδιάφορα από δίπλα τους.

«Γιατί δεν σκουπίζει;», ρώτησε απορημένος και νευριασμένος ταυτόχρονα ο Σπινούλης.

«Βαριέται. Δεν της αρέσει η δουλειά της. Έρχεται μόνο για να πληρώνεται. Έχω ακούσει πολλές φορές να λέει ότι είναι χάσιμο χρόνου να σκουπίζει, αφού σε λίγη ώρα, όλα θα γίνουν όπως πριν. Από μια πλευρά, δεν έχει άδικο ξέρεις», απάντησε ο Ασπροπεριστέρης.

«Αυτή η σκέψη δεν μου φαίνεται λογική. Δηλαδή να μην τρώμε γιατί θα ξαναπεινάσουμε και να μην κοιμόμαστε γιατί θα ξανανυστάξουμε; Και γιατί δεν διαμαρτύρεται κανείς;», αντέκρουσε ο Σπινούλης.

«Γιατί όλοι έχουν συνηθίσει να μην αντιδρούν ποτέ. Θα καταλάβουν ότι πρέπει να βρεθεί λύση μόνο όταν η κατάσταση φτάσει εκτός ελέγχου».

«Και τι έγινε; Καθάρισαν την περιοχή;» διέκοψε η Αμβροσία τον Ζέφυρο, που βιαζόταν να μας διώξει από την κουζίνα της για να μαγειρέψει.

«Δεν έγινε απολύτως τίποτα. Όλα παραμένουν ίδια και χειροτερεύουν διαρκώς», αποκρίθηκε ο Ζέφυρος.

«Και ποιο είναι τότε το νόημα της ιστορίας σου, για την οποία με καθυστερείς από τις δουλειές μου;»

«Αμβροσία δεν καταλαβαίνεις ότι τα σκουπίδια ενδέχεται να είναι προκάλυμμα; Εάν λάβουμε υπ’ όψιν ότι, συνήθως το περιτύλιγμα λειτουργεί ως διακοσμητικό και τείνει να ωραιοποιεί το περιεχόμενο, μήπως οι πολίτες αρέσκονται να συντηρούν και να ανέχονται τη βρωμιά που τους περιβάλλει, για να καλύψουν την αληθινή μιαρότητα της ψυχής; Μήπως;;;»

 

Συνταγή της Αμβροσίας: Θάλασσα και γη

Υλικά:

3 μέτριες πατάτες (βρασμένες και κομμένες)

4 – 5 παντζάρια (κομμένα σε κύβους)

½ κούπα κόκκινα φασόλια (βρασμένα)

3 κρεμμυδάκια φρέσκα (ψιλοκομμένα)

Λίγη κάπαρη (τουρσί)

10 πράσινες ελιές (χωρίς κουκούτσι και κομμένες στη μέση)

Λίγη καπνιστή ρέγκα (κομμένη σε κομμάτια)

Για τη σάλτσα:

2 κουταλιές της σούπας πικάντικη μουστάρδα

Λίγο λάδι και ξίδι

Πιπέρι

1 κουταλιά της σούπας πηχτό σιρόπι από μαύρο σταφύλι

Εκτέλεση:

Βάζουμε σ’ ένα μπολ όλα τα υλικά και τα ανακατεύουμε, προσέχοντας να μην λιώσουν. Περιχύνουμε με τη σάλτσα.