Γράφει ο Ερμής:
«Ονειρεύεσαι ποτέ Ερμή;», με ρώτησε ο Ζέφυρος, ενώ παρατηρούσε τα σύννεφα.
Τον κοίταξα και πριν προλάβω να απαντήσω, εκείνος συνέχισε.
«Νομίζω ότι σήμερα είναι πολλοί πλέον εκείνοι που έχουν πάψει να πιστεύουν στην υλοποίηση των ονείρων τους. Ενώ περνώ από τις διάφορες πόλεις, κοιτάζω τους ανθρώπους και συνειδητοποιώ ότι όλο και λιγότεροι γελούν αληθινά. Τα πρόσωπά τους είναι σκεπτικά και σκυθρωπά και έχω την αίσθηση ότι η απογοήτευση βαθαίνει όλο και περισσότερο μέσα στις ψυχές, τις κατατρώει και τις καταστρέφει. Η αδικία, η αναξιοκρατία και η δύναμη των εκμεταλλευτών και των υποκριτών διογκώνονται συνεχώς.
Βρέθηκα χθες σ’ ένα σχολείο κι άκουσα την εργασία ενός μικρού μαθητού. Ο δάσκαλος τούς είχε ζητήσει να περιγράψουν την πόλη τους κι εκείνος έγραψε:
Ένα τσιμεντένιο σύνολο, δίχως πράσινο, με ογκώδη θλιβερά κτίρια, που κερδίζουν τις εντυπώσεις.
Άνθρωποι περπατούν βιαστικά, δίχως να γνωρίζουν πού πάνε.
Η ζωή τους βλέπει και γελά: Ποιος πιστεύει ότι μπορεί να νικήσει;
Ένας ψεύτικος κόσμος, όπου κυβερνούν η θλίψη και η μελαγχολία.
Μια πόλη, όπου η ευτυχία είπε από καιρό: «ΑΝΤΙΟ!!!»
Με τρομάζει η εικόνα Ερμή. Πώς θα διορθωθούν τα λάθη, εάν εξαφανιστεί το όνειρο ενός καλύτερου κόσμου;»
Συνταγή της Αμβροσίας: Φουσκωτή λιχουδιά
Υλικά:
½ κιλό χουρμάδες
¼ σαντιγί (άγλυκη)
Χυμός από πέντε πορτοκάλια
1 κούπα κονιάκ
Τριμμένο φιστίκι Αιγίνης (άψητο)
Εκτέλεση:
Αφαιρούμε με προσοχή τα κουκούτσια από τους χουρμάδες, δίχως να λιώσουν (να μοιάζουν με βαρκούλες, όταν τους τοποθετήσουμε στην πιατέλα). Βράζουμε σε κατσαρόλα το χυμό των πορτοκαλιών και μόλις πάρει μια βράση, ρίχνουμε μέσα τους χουρμάδες για δυο λεπτά. Τους αφαιρούμε (χωρίς τον χυμό), τους αφήνουμε να κρυώσουν και τους τοποθετούμε για μισή ώρα σ’ ένα μπολ με το κονιάκ. Τους αφαιρούμε και τους αφήνουμε να στεγνώσουν. Με μια σύριγγα ζαχαροπλαστικής γεμίζουμε τους χουρμάδες με τη σαντιγί και πασπαλίζουμε με το φιστίκι. Τους τοποθετούμε σε πιατέλα.