Το τηλέφωνο ήχησε και στην οθόνη φάνηκε ένα άγνωστο νούμερο.
Η φωνή στην άλλη άκρη, γνώριμη. «Είναι Αθήνα. Ήρθα πριν ένα μήνα. Μένω στο σπίτι της θείας. Θες να βρεθούμε;»
Ένας μήνας και δεν είχε τηλεφωνήσει!..
Βέβαια, η συγκεκριμένη «κυρία», στη λέσχη των επιφανών υποκριτών, κατέχει περίοπτη θέση! Αυτή και τα άλλα δύο αδέλφια της..
Στα 75 της, πλέον, δεν έχει διαφοροποιήσει στο ελάχιστο την συμπεριφορά της. Σταθερή αξία!
Η συνάντηση, άλλη μία παράσταση υποκρισίας, ανάμικτης με φόβο. Το φόβο που έχουν οι άνθρωποι της ηλικίας της, που έχουν χτίσει όλη τους τη ζωή πάνω στο ψέμα.
Ίδια και απαράλλακτη στο πέρασμα των δεκαετιών!
Το ίδιο παγωμένο υποκριτικό χαμόγελο..
Οι ίδιες τυποποιημένες ερωτήσεις («πως είσαι, πως πάς με την υγεία σου, η δουλειά;» κλπ κλπ)
Κάποια στιγμή όμως, στέρεψαν οι τυποποιημένες ερωτήσεις και τότε άρχισαν τα δύσκολα!..
Ξέρει το δίκιο και το άδικο. Ξέρει την αλήθεια…
…αλλά επιμένει να συντηρεί το ψέμα..
Όταν λοιπόν τέλειωσαν τα «τυπικά» και ο…. επισκέπτης της άρχισε να μιλά, τον διέκοπτε συνέχεια, ρωτώντας τον άσχετα πράγματα, καταστρέφοντας έτσι, εσκεμένα, τον ειρμό του.
Πόσες φορές θα σε διακόψει ρωτώντας σε αν πεινάς; Αν διψάς; Αν ζεσταίνεσαι;..
Κάθε φορά που υπήρχε η υποψία πως η συζήτηση θα πήγαινε προς «μη επιθυμητά» μονοπάτια, άρχιζε πάλι τον κύκλο των ερωτήσεων. «Πεινάς να παραγγείλουμε; Διψάς;» κλπ κλπ…
Κάποια στιγμή, όταν και η ίδια κατάλαβε πως έκανε κατάχρηση των τυποποιημένων ερωτήσεων, κατέφυγε στην «καβάτζα» της.
Άρχισε το παραλήρημα, για το πώς ξενιτεύτηκε από μικρή. Για το πόσο ωραία ζούμε εδώ, πόσο καλό κλίμα έχουμε και που χάρη σε αυτό, εδώ και ένα μήνα, έκοψε όλα της τα χάπια, για την ελληνική κοινωνία που την απογοητεύει, για, για, για!…
Τα ίδια και απαράλλακτα που λέει εδώ και δεκαετίες. Είπαμε, αυτή είναι η «καβάτζα» της στα ζόρια.
Μόνο που «τότε» ήταν 30άρα, 40άρα, 50άρα…
… «τότε» έρχονταν με όλο το υφάκι και την αλαζονεία της ξενιτεμένης που έπιασε σκληρό νόμισμα στα χέρια της και έρχονταν στους ιθαγενείς, για να τους υποδείξει τι να κάνουν..
Τα χρόνια πέρασαν, όμως και αυτή έφαγε και τρώει κατάμουτρα όλη την πικρή, για αυτήν, αλήθεια..
Σε εκείνη λοιπόν τη συνάντηση, τον περασμένο Ιούνιο, ήταν ολοφάνερη η αμηχανία της. Η αγωνία της να κρυφτούν οι άβολες αλήθειες.
Ήταν ολοφάνερα τα αδιέξοδα της.
Η μοναξιά δεκαετιών αλαζονείας και υποκρισίας.
Η συνάντηση τελείωσε και ο επισκέπτης αναχώρησε ανακουφισμένος.
Ανακουφισμένος, γιατί επέλεξε να αποστασιοποιηθεί από όλη αυτή τη χολερική ατμόσφαιρα..
Την αγκάλιασε, τη φίλησε, της έριξε μία τελευταία ματιά, κοιτώντας το «καρφιτσωμένο» της χαμόγελο και ανάλαφρος αναχώρησε..
..μακριά από την πλέμπα!..