Κι έχεις σηκώσει ωραία και καλά τα ντουβάρια και τις άμυνές σου.
Κι έχεις χτίσει τα τείχη και τις πολεμίστρες σου.
Κι έχεις στηθεί καραούλι να φυλάς φαντάσματα.
Και τσούπ! Να σου ο Αυγουστος με τις ζέστες και τις κάψες του.
Και να σου εκείνος που σε άφησε να δεις μέσα του.
Και να σαι να γκρεμίζεις άμυνές και να εξηγείς αλλά χωρίς ενοχές κι απολογίες ποια εισαι και που πας.
Και να σαι πάλι γιαπί.
Οικόπεδο μη σου πω.
Αλλά δε χτίζεις πια μόνη. Έχεις κι εκείνον να σου δείχνει, να σου δίνει.
Να βάζει θεμέλια τα μπράτσα και λίθο την φροντίδα. Να τρίβει τον σοβά σου και να γεμίζει κουβάδες αγάπης για να αναστησεις το γιαπί μέσα σου.
Να σηκώνει σκαλωσιά με το βλέμμα του κι εσύ για μπετό τη σιγουριά του για την έκβαση των πραγμάτων.
Να σου αλλάζει τα σχέδια για πιο σταθερό οικοδόμημα χωρίς οικονομία στα υλικά της κατανόησης, της συγκίνησης και του φιλιού.
Να σε κοιτάει και να παίρνεις κουράγιο, και δως του να τα κάνεις όλα τα παλιά ισωμα. Και να σε φιλάει. Και να σου λέει πως όλα θα πάνε όπως τα θέλεις κι ονειρεύεσαι.
Εξηγα του τώρα εσύ, πως μαζί του τα ξεστόμισες τα όνειρα.
Τα χες, και δεν τολμούσες να τα ξεστομίσεις γαμώ τις φοβίες σου.
Σας αφήνω για λίγο. Έχω ένα γιαπί να χτίσω.