Από τη Νίτσα Μανωλά
Επιστροφή…
Πόση προσμονή, ανάγκη και ελπίδα κρατά μέσα της ετούτη η λέξη; Πόσα ανάμεικτα συναισθήματα προσφέρει στο άκουσμα της;
Πόνο και απογοήτευση, από τη μία, για το τι έχει μείνει –πλέον- όρθιο. Αγαλλίαση και ευτυχία, από την άλλη, για το απέραντο βαθύ μπλε της θάλασσας όταν γίνεται ένα με το γαλάζιο τ’ ουρανού.
Πατρίδα μου! Πως νιώθουμε, εμείς, τα παιδιά σου;
Απερίγραπτα τα συναισθήματα όταν πατάμε τα άγια χώματα σου!
Πατρίδα μου «χαμένη», πατρίδα μου μοναδική.
Ένας Ζορμπάς χορεύτηκε μονάχα σ΄ όλον τον κόσμο.
Ένας Διονύσιος Σολωμός έγραψε με τόση θέρμη για την Ελευθερία.
Ένας Κολοκοτρώνης και μια Μπουμπουλίνα πολέμησαν για να μας λευτερώσουν από τον τούρκικο ζυγό.
Ποιος είναι αυτός που θα πολεμήσει για σένα τώρα;
Ποιος θα είναι εκείνος που θα σηκώσει το κεφάλι και θα υπερασπιστεί όλα αυτά που δικαιωματικά σου ανήκουν;
Ποιος έχει τη δύναμη να παλέψει για όλα όσα ΜΑΣ ανήκουν;
Πίστεψες και εσύ πως δεν ήταν όλοι ίδιοι! Πίστεψες και εσύ πως κάποιο από τα παιδιά σου θα σε υπερασπιζόταν μέχρι θανάτου και θα ξανακέρδιζε την αξιοπρέπεια και την αίγλη που σου αρμόζει.
Εξεπλάγης!
Αντί αυτού… πολλοί φύγαμε. Αναζητήσαμε άλλη πατρίδα. Ένα άλλο μέρος το οποίο μπορούμε να αγαπήσουμε. Και το προσπαθήσαμε. Μείναμε σε άλλες χώρες, φιλόξενες, μα όχι ίδιες με σένα. Καμία δεν θα είναι ποτέ ΙΔΙΑ με σένα!
Σε καμία δεν υπάρχει η ζεστασιά που εκπέμπουν τα βλέμματα των ανθρώπων σου σαν κοιτούν περήφανα τη σημαία σου σε όποιο μέρος της γης κι αν είναι! Σε καμία χώρα δεν υπάρχουν μάτια που δακρύζουν όταν ακούνε τον Ύμνο προς την Ελευθερία. Σύμβολο πίστης και ελευθερίας… σύμβολο ζωής. Καμία άλλη δεν ανοίγει τις πόρτες της και την αγκαλιά της για να βάλει μέσα παιδιά που δεν είναι δικά της, μα έχουν ανάγκη μια φιλόξενη αγκαλιά.
Αρνούμαι να πιστέψω πως υπάρχει έστω κι ένας Έλληνας στον πλανήτη γη που να μην έχει φανταστεί την ευλογημένη στιγμή της επιστροφής του στην πατρίδα. Όσο μακριά κι αν βρίσκεται, κι ας λέει πως ρίχνει μαύρη πέτρα πίσω του.
Σε μία πατρίδα –τώρα πια- αλλοτριωμένη, καταπατημένη, πονεμένη.
Μια πατρίδα-μάνα που κλαίει και πονά σαν χάνει ένα ένα τα παιδιά που γέννησε και ανάστησε στα χώματα της. Μια πατρίδα που σα μάνα επιμένει να περιμένει καρτερικά την επιστροφή τους.
Εκείνος που ευθαρσώς λέει πως δε σ’ αγαπά είναι εκείνος που δε σ’ έχει ζήσει, δε σ΄ έχει νιώσει .. . δε σ’ έχει αφουγκραστεί! Ίσως να είναι εκείνος που έχει κομματάκι απογοητευτεί από εσένα. Μην του κακιώνεις, λοιπόν. Παιδί σου είναι κι αυτός.
Αυτός που κατηγορεί τα παιδιά σου που έμειναν πίσω, μαζί σου, άξιοι πολέμαχοι- και λέει πως είναι τεμπέληδες και δεν θέλουν να γλιτώσουν- δεν γνωρίζει την ένδοξη ιστορία σου. Δεν μπορεί να κατανοήσει πως αυτοί που έμειναν πίσω παλεύουν περισσότερο από όλους.
Αχ! Πατρίδα μου… πονάω!
Ματώνω να σε θωρώ από μακριά. Ανήμπορη και κουρασμένη να πάλλεσαι να κρατηθείς ορθή!
Αχ! Πατρίδα μου… δακρύζω!
Τα δάκρυα φτάνουν την καρδιά γιατί αυτή πρέπει πρώτα να γιάνει από τον πόνο της πεθυμιάς.
Αχ! Πατρίδα μου… μου λείπεις!
Ελπίδα πάντα η επιστροφή, ακόμα και μετά το τέλος μου, στα πάτρια εδάφη σου. Προσμονή να έχω έστω κι έτσι την αγκαλιά σου.
Πατρίδα μου χαμένη, πατρίδα μου μοναδική! Σήμερα γιορτάζεις, σήμερα σε τιμάμε οι Έλληνες απανταχού της γης. Σήμερα σιγοψιθυρίζουμε τον Ύμνο σου – εμείς τα παιδιά σου που φύγαμε μακριά- με μάτια βουρκωμένα και την ελπίδα της … επιστροφής!