Γράφει η Ισμήνη Χαρίλα
Βασιζόμενος στο μύθο της «Αντιγόνης» του Σοφοκλή, ο Ζαν Ανούιγ (Jean Anouilh), παρουσιάζει στο κοινό, το 1944, την δικιά του εκδοχή. Παρόλο που η ιστορία παραμένει ίδια, υπάρχουν βασικές διαφορές στους χαρακτήρες των ηρώων και στα κίνητρά τους, που ουσιαστικά μεταβάλλουν και αντιστρέφουν την θεματική του έργου. Δεν πρόκειται πλέον για την τήρηση των άγραφων νόμων, αλλά για την άρνηση της ίδιας της ζωής, την έλλειψη πίστης στην ευτυχία και στο μέλλον. Ο πεσιμισμός επικρατεί και διαλύει τα όνειρα της νεότητας για την μετάβαση στην ενήλικη ζωή.
Βαθιά επαναστατική – όπως άλλωστε και άλλα έργα του Γάλλου δραματουργού – η «Αντιγόνη» παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο θέατρο, από τον Αντρέ Μπαρσάκ, τo 1944.
Η πρώτη βασική διαφορά, που αντιλαμβάνεται ο θεατής, ανάμεσα στο Σοφοκλή και τον Ανούιγ εντοπίζεται στον Χορό, που αντιπροσωπεύεται από ένα άτομο και αναλαμβάνει το ρόλο του παρουσιαστή.
Διαφορές όμως εντοπίζονται και στους βασικούς πρωταγωνιστές.
Στην ελληνική τραγωδία η Αντιγόνη υπακούει στους άγραφους νόμους και εγκαταλείπει οικειοθελώς την προοπτική ενός ευτυχισμένου μέλλοντος για να θάψει την σωρό του αδελφού της. Υπερήφανη και θαρραλέα αντιστέκεται στην εξουσία του θείου της Κρέοντα, απαρνείται τα όνειρά της και παρασύρει άθελά της και τον μνηστήρα της στο θάνατο. Η θυσία της υπερβαίνει τα ανθρώπινα όρια και αποδεικνύει το ψυχικό της μεγαλείο.
Αντιθέτως η Αντιγόνη του Ανούιγ, δέχεται ως μάννα εξ’ ουρανού την διαταγή του Κρέοντα για να αποφύγει την ενήλικη ζωή. Είναι πάντοτε η μικρούλα Αντιγόνη που φοβάται να μεγαλώσει και να αντιμετωπίσει το γήρας. Η μοίρα της θα είναι ο θάνατος, αλλά σε αντίθεση με την ηρωίδα του Σοφοκλή κρύβει την δειλία της πίσω από μια υποτιθέμενη ηρωική πράξη. Απερίσκεπτα καταδικάζει τον αρραβωνιαστικό της στο θάνατο, ενώ κάλλιστα θα μπορούσε να τον είχε σώσει.
Ο Κρέοντας του Σοφοκλή είναι ένας τύραννος και μανιακός με την εξουσία. Πεισματάρης, επίμονος και με παρωπίδες, θα διαφυλάξει την κυριαρχία του και θα αντιμετωπίσει τα αποτελέσματα των αποφάσεών του, αφού το έγκλημά του είναι η ύβρις, η προσβολή προς τους Θεούς.
Εν αντιθέσει ο Κρέοντας στο έργο του Ανούιγ, είναι ένας έξυπνος και διορατικός άνθρωπος. Ένας πολιτικός που αντιλαμβάνεται ότι δεν είναι παρά ένας επαγγελματίας και επιχειρεί να σώσει την ανιψιά του, συμβιβάζοντας τους ρόλους του βασιλιά και του θείου. Της επισημαίνει τον παραλογισμό της και της αποκαλύπτει ακόμη και τον αληθινό χαρακτήρα των αδελφών της. Δύο σαρκοβόρα, εκμεταλλευτές και χαρτοπαίκτες που δεν αξίζουν καμιά θυσία και καμιά τιμή, αλλά χρησίμευσαν μετά θάνατον απλώς – ο ένας ως ήρωας και ο άλλος ως προδότης – για να ηρεμήσει ο λαός.
Η Ισμήνη, αδελφή της Αντιγόνης, παρουσιάζεται από τον Ανούιγ, ως η φωνή της λογικής. Όμορφη, γλυκιά και προσγειωμένη αποζητά την ευτυχία. Έχει συναίσθηση της οικογενειακής τους κατάστασης και της συμπεριφοράς των αδελφών της και επιχειρεί ματαίως να συνετίσει την Αντιγόνη.
Ουσιαστικά το έργο του Ανούιγ βασίζεται στη δύναμη της επιλογής. Η Αντιγόνη έχει τη δυνατότητα να ζήσει κι όμως προτιμά τον θάνατο. Ο Κρέοντας δεν ήθελε να είναι βασιλιάς, αλλά είπε «Ναι» και ανέλαβε την εξουσία. Ο Αίμονας θα μπορούσε να ζήσει ευτυχισμένος δίπλα στην Ισμήνη, αλλά διάλεξε την αδελφή της. Η Ισμήνη τέλος είναι η μόνη που επιλέγει τον προορισμό για τον οποίο δημιουργήθηκε, δηλαδή να ζήσει.
Λαμβάνοντας υπ’ όψιν ότι το έργο του Ανούιγ γράφτηκε κατά το τέλος του Δεύτερου Παγκοσμίου πολέμου, τα σύγχρονα ενδυματολογικά και σκηνικά στοιχεία και την απουσία του θρησκευτικού στοιχείου, είναι πασιφανές ότι ο δημιουργός θέτει ως επίκεντρο προβληματισμού την δύναμη της ανθρώπινης πράξης και της συμβολής της στον καθορισμό των γεγονότων. Το άτομο δεν είναι έρμαιο μιας ακαθόριστης Μοίρας, αλλά υπεύθυνο για την συγγραφή της προσωπικής του ιστορίας.