Από την Γεωργία Κακαλοπούλου
Ξέρετε τι είναι τα μάτια; Δυο μυστηριώδεις λαβύρινθοι που γίνονται μονοπάτια κι οδηγούν παράνομα στο άβατο της ψυχής. Κι εμείς ξεχάσαμε να κοιτάμε στα μάτια και έτσι πάψαμε να αντικρίζουμε θαύματα…
Σαββάτο βράδυ, σε ένα μικρό κουτούκι κάπου στο Λιτόχωρο, στα πλευρά του Ολύμπου, βρέθηκα να ακούω μουσική από παλιούς ρεμπέτες και να ευλογώ τον ουρανίσκο μου με ρευστή ρούμπινη πανδαισία, δώρο του θεού Διόνυσου που αναποδογυρίζει καπριτσιόζικα μυαλό και αισθήσεις φτιάχνοντας μικρά λούνα παρκ από διαθέσεις και προθέσεις, όλα όσα μπορούν να οδηγήσουν σε επανάσταση ή ακόμη και σε δράματα.
Αριστερά μου μια παρέα τεσσάρων παιδιών από τη Γερμανία. Δυο ζευγάρια που κάθονταν αντικριστά.
Τα μάτια τους λαμπύριζαν από τη συζήτηση και ίσως λιγάκι επηρεασμένα από το θολωμένο, λευκό ούζο που δάκρυζε δροσίζοντας τα μικρά διάφανα ποτήρια στην τάβλα. Τα χαμόγελα στα νεανικά τους πρόσωπα πλατιά και η διάθεση τους με μια γλυκιά υποταγή στον έρωτα, τη μουσική και το αλκοόλ. Ο ένας νεαρός, ξανθούλης και γοητευτικός, συχνά πυκνά έσκυβε και ψιθύριζε στο αυτί της μελαχρινής κοπέλας σιμά του. Πλούσια σε καμπύλες, ακομπλεξάριστη, σγουρομάλλα και άβαφη, εκείνη αποδεχόταν την εγγύτητα του, γελούσε δυνατά και ανταπέδιδε, ακολουθώντας ασυνείδητα με τη σειρά της τον αρχαίο χορό της πρόκλησης και της πρόσκλησης του θηλυκού προς το αρσενικό Το ζευγάρι απέναντι τους, έπινε και λικνιζόταν στις καρέκλες του μαγεμένο με τις μαγευτικές μελωδίες από μπουζούκι και μπαγλαμαδάκι, νταλγκά και αποθυμιά.
Το βλέμμα κύλισε παραδίπλα. Μια παρέα από ντόπια νεαρά παιδιά. συναθροίζονταν με την αιτιολογία της ονομαστικής εορτής κάποιου εκ των παραβρισκόμενων. Όμορφα, φρέσκα, με την ευλογία της νιότης αποτυπωμένης στα φωτεινά τους μάτια μα ντυμένα τα περισσότερα στην απόχρωση του μαύρου σαν να φοβόντουσαν να ανοιχτούν, να αγκαλιάσουν τη ζωή, να κυλιστούν και να χαθούν στο χρώμα, να αποδεχτούν και να λάμψουν στο φως. Τα παρατήρησα με προσοχή νιώθοντας μέσα μου να σφίγγομαι από τρόμο και κάνοντας αναπόφευκτα συγκρίσεις…. Πού ήταν τα τραγούδια; Τα γέλια; Η τρανταχτή συζήτηση; Το παιχνίδι με τους φίλους, με το φλέρτ, με την στιγμή;
Στην πλειονότητα τους, κάθονταν σχεδόν αμίλητα γύρω από το τραπέζι, στραμμένα τα περισσότερα στις φωτισμένες οθόνες των κινητών τους, στους μικρούς διαβόλους της απομόνωσης που καταραμένα ήρθαν για να κλέψουνε ζωές. Η εικόνα των παιδιών ήταν παγωμένη, όλα με την ίδια σχεδόν έκφραση σαν σκιερός, εφιαλτικός πίνακας, ζοφερά αποτραβηγμένα από τους οικείους γύρω τους, από τη μυρωδιά του φρέσκου ψαριού στα πιάτα, του γλυκού κρασιού στα ποτήρια, από τις στιγμές, τις εικόνες, τις κουβέντες, τα μάτια…
«Σήκωσε το κεφάλι σου!!!»…. μου ήρθε να φωνάξω σε έναν από τους νεαρούς που είχαν αυτά τα καινούρια μοντέρνα κουρέματα.
Τι να το κάνω το στυλιζάρισμα; τα τσόκερ στον τρυφερό λαιμό των κοριτσιών, το στημένο κάθισμα, τα καλοδιατηρημένα από τη δίαιτα σώματα, τα αμπιγιέ ρούχα και το βαρύ μακιγιάζ που παλεύει να κρύψει τη γλυκιά τους νιότη;
Δεν είναι αυτά ζωή, με ακούς;
Δεν είναι αυτά βίωμα, ευτυχία! Δεν είναι αυτά έλληνας… Δε θα μας μάθουν οι ξένοι αυτό που πρέπει να κατέχουμε καλύτερα από τον καθένα, δεν θα αφήσουμε το ψέμα να κατακυριεύσει την αλήθεια.
Σήκωσε τα μάτια! Με ακούς;
Κοίτα! Κοίτα πώς είναι να ερωτεύεσαι, πώς τρυφερά αγγίζεις με δυο μάτια ουρανούς, δυο ζεστές, αγαπησιάρικες κουβέντες κι ένα γοητευτικό, αλήτικο χαμόγελο στα χείλη.
Κοίτα πώς είναι να ζεις, με δράματα, οράματα, όνειρα και πάλη. Να πέφτεις και να σηκώνεσαι, να χτυπιέσαι στα βράχια του έρωτα, να σπας τα μούτρα σου στην καθημερινότητα, να αιμορραγείς από τις δυσκολίες της ζωής, ξέπνοος να ξαποσταίνεις για να σηκωθείς και να ξαναριχτείς με πείσμα στη μάχη, να την κόψεις τη ζωή με το σπαθί σου, να σκύψεις και να βαπτιστείς στο δικό της αίμα, να σηκώσεις το λάβαρο της νίκης στα δυο σου χέρια, να ορθωθείς στα αναχώματα, τους λόφους ή τα βουνά που κατέκτησες… να ζήσεις!
Σήκωσε τα μάτια, με ακούς!
Κοίτα, γύρω σου ρέει ο κόσμος, ποτάμι που περνά ο χρόνος, αφρίζει, αγριεύει, ορθώνεται και εσύ πρέπει να ρίξεις το καράβι σου στα κύματα του και να ανοιχτείς για τις θάλασσες που σου τάζει. Μην στέκεσαι στη στεριά, μη γίνεσαι θεατής, μην αφήνεις τα πόδια σου να γεμίσουν ρίζες. Γιατί ο χρόνος θα γίνει παλίρροια και θα ‘ρθει η μέρα που θα σε καλύψει και θα σε πνίξει και τότε, θα σκέφτεσαι πως δεν άνοιξες ποτέ πανιά για μαγικούς, επικίνδυνους κι ανεξερεύνητους ωκεανούς και πως μοιραία αφέθηκες στο τίποτε.
Σήκωσε τα μάτια! Κοίτα!
Βυθίσου σε εκείνα των συνανθρώπων σου, των ερώτων σου, της ζωής….
Στους δικούς της διαδρόμους, σου κρύβει παγίδες μα και δώρα, σου κερνά όλη την ουσία αυτού που είσαι.
Κυριακή ξημέρωμα και αναρωτιέμαι αν τούτος ο κόσμος καταλάβει πως οδεύει σε λάθος μονοπάτι και αποφασίσει να κάνει γρήγορα στροφή. Μου έχει μείνει μια γλυκόπικρη αίσθηση στο στόμα. Είμαστε εμείς και δεν είμαστε… Πότε αλλάξαμε και γιατί; Πώς γίναμε τόσο άκαμπτοι; Τόσο στυλιζαρισμένοι; Και συμφωνώ πως είναι πολύ όμορφο να βλέπεις περιποιημένους, καλοβαλμένους και μοντέρνους ανθρώπους αλλά είναι ακόμη πιο όμορφο να αντικρίζεις γελαστούς, ανοιχτόκαρδους, επικοινωνιακούς και γνήσιους έλληνες.
Και το ξέρω καλά, πως εμείς όλα τα μπορούμε. Μπορούμε να συνδυάσουμε τις εποχές, την τεχνολογία με την παράδοση, το σαβουάρ βιβρ με την αυθεντικότητα μας. Άλλωστε το ένα δεν αναιρεί το άλλο και οι παλιοί το γνώριζαν καλά.
Καιρός να το θυμηθούμε πάλι κι εμείς!
____Γεωργία Κακαλοπούλου____________________________________________________________
Η Γεωργία Κακαλοπούλου γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, αλλά ζει στον Δήμο Δίου Ολύμπου Πιερίας, απ’ όπου και κατάγεται.
Οι πρόγονοί της έχουν ρίζες στην Κρήτη και στη Μικρά Ασία.
Φοίτησε στα ΤΕΙ Επισκεπτριών Υγείας, ενώ παράλληλα έκανε σπουδές κλασικής κιθάρας και αρμονίας.
Παρακολούθησε μαθήματα ζωγραφικής και σχεδίου, καθώς και μαθήματα υποκριτικής σε ερασιτεχνικό θέατρο της Κατερίνης, συμμετέχοντας σε πολλές παραστάσεις. Η μεγάλη της αγάπη είναι η συγγραφή μυθιστορημάτων.
Τα πρώτα της μυθιστορήματα “Το διαμάντι της Ερήμου”, “Πέρα από την Αγάπη” και “Θεοί και Φύλακες” κυκλοφόρησαν από τις εκδόσεις Μάτι και Ελληνική Πρωτοβουλία.. Το 2011 κυκλοφόρησε το “Λόγοι Μοναξιάς” από τις εκδόσεις Ωκεανός.
Το 2014 κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Λιβάνη το μυθιστόρημά της Μελωδία στη Θύελλα και το 2016 το μυθιστόρημα “Η Υπόσχεση”
Γράφει, επίσης, ποιήματα και άρθρα στο blog της georgiakakalopoulou.blogspot.com.
Άρθρα και ποιήματά της έχουν δημοσιευτεί και στη διαδικτυακή εφημερίδα Mag Newspaper.
Είναι μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών, του Κέντρου Γραμμάτων και Τεχνών Δίου και της Ένωσης Συγγραφέων Πιερίας.
Εργάζεται ως ιδιωτική υπάλληλος σε τεχνικό γραφείο.
Είναι παντρεμένη και μητέρα δύο παιδιών.
Επικοινωνία με τη συγγραφέα:
https://www.facebook.com/georgia.kakalopoulou
http://georgiakakalopoulou.blogspot.gr/
email:georgiakakal@yahoo.gr