από την Μάρθα Πατλακουτζα

«Δεν…δεν…» επανέλαβε το αστεράκι. Ένας λυγμός που δεν έλεγε να βγει από τα σωθικά του, το έκαμε να τρεμοπαίξει ξανά και ξανά.

Τα άλλα άστρα του ουρανού απομακρύνθηκαν ενοχλημένα αφήνοντας πίσω τους μυριάδες ουρές αστρικής σκόνης.

Πάντα αυτός ο μικρός αντάρτης τους δημιουργούσε μπλεξίματα. Πότε επιτέλους θα μάθαινε να μιμείται, να αντιγράφει πιστά το λαμπύρισμα τους; Γιατί έπρεπε τούτο το σκασμένο να τραβάει τη δική του πορεία και πάντα, μα πάντα να ξεχωρίζει;

Το περίεργο βέβαια σε αυτή την ιστορία, γιατί πάντα τα περίεργα είναι αυτά που πλάθουν τις πιο όμορφες ιστορίες, ήταν πως το αστεράκι δε γνώριζε τη δύναμη του. Άκουγε μοναχά την καρδούλα του.

Κοίταξε κάτω στη γη.

Οι άνθρωποι είχαν κατεβάσει τα μούτρα ως το χώμα. Γκρίνιαζαν πολύ. Άντε όλη τη χρονιά που έκανε ο πλανήτης τους να γυρίσει γύρω από τον βασιλιά ήλιο, επαναλάμβαναν κάθε μέρα τα ίδια και τα ίδια. Δεν είχαν λεφτά, δεν είχαν λούσα και μεγαλεία. Μουτρωμένα τα ανθρωπάκια λοξοκοιτούσαν με ζήλια τους άλλους. Για να πάρουν πάντα το βλέμμα στους άλλους, για να δώσουν όμως το βλέμμα είπαμε καρφωμένο κάτου.

Και η αγάπη; Αναρωτήθηκε το αστεράκι. Όταν εκείνο είχε αρχίσει να φεγγοβολά, κάποιος του είχε ψιθυρίσει πως είχε μεγάλη αποστολή. Να οδηγήσει τον κόσμο να γνωρίσουν ένα μωρό που θα έφερνε την αγάπη.

Την αποστολή του την είχε εκτελέσει με επιμέλεια και συνέπεια, πριν 2016 χρόνια. Όμως και πάλι, ούτε και αυτές τις δώδεκα μέρες που άφηναν το αστέρι ταραξία να αλωνίζει τα ουράνια, ούτε τότε οι άνθρωποι ένιωθαν την αγάπη.

Χρόνια πολλά, έλεγαν πιο πολύ από συνήθεια.

Αγάπη και υγεία, έλεγαν για να το λένε, αλλά δεν τους άγγιζαν τούτα τα δώρα.

Αν ήταν ένα εντυπωσιακό αμάξι ή ένα χλιδάτο σπίτι, τότε ναι, θα έκαμαν τεμενάδες στην υποτιθέμενη καλοτυχία τους.

Το αστεράκι ανοιγόκλεινε τα μάτια και τα χρόνια περνούσαν ασταμάτητα. Άλλοι άνθρωποι έφευγαν και άλλοι ερχόταν.

Αλλά ούτε για δώδεκα μέρες το ανθρώπινο είδος δεν σταματούσε τη γκρίνια.

-Τι κάμει την αγάπη τόσο ακριβή; Φώναξε.

Ο βασιλιάς ήλιος ήταν ο μόνος που άκουσε την απορία του.

-Ο καθένας μόνος του πρέπει να το εύρει, αποκρίθηκε με τη στεντόρεια φωνή του και για λίγο τσουρούφλισε τους νότιους κατοίκους του πλανήτη.

Το αστεράκι χοροπήδησε στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Πήρε φορά και με όσο πείσμα του απέμεινε στάθηκε ακίνητο. Το φέγγος του δυνάμωνε και δυνάμωνε… Ήθελε ο κόσμος να το ιδιούν.

Έπειτα χαμογέλασε. Εκείνο μόνο του έκαμε το χρέος του και ας του θύμωσαν τα άλλα αστέρια. Η αποστολή του ήταν να ξεχωρίσει για να θυμίζει πως υπάρχει και η αγάπη.

Χριστούγεννα πλησιάζουνε θαρρώ…

Χριστό το είπαν το μωρό.

«Κι αν μπορείς μέσα στην καρδιά σου να κουβαλάς εκείνο το μωρό, Χριστούγεννα μπορεί να είναι η κάθε σου μέρα» είπε το παράξενο αστεράκι και υποκλίθηκε με σεβασμό στον Δημιουργό του.

Και του χρόνου να είμαστε όλοι γεροί, για να μπορέσουμε να βρούμε το άστρο της αγάπης μας.