Γράφει ο Ερμής:
Κοιτάζω την Αμβροσία να ετοιμάζει το Χριστουγεννιάτικο τραπέζι. Τα φωτάκια στο έλατο αναβοσβήνουν και ο Ζέφυρος συζητά με τους καλεσμένους στο σαλόνι, πίνοντας ζεστό φρουτώδες κρασί.
Όλοι είναι χαρούμενοι και θα τολμούσα να πω ότι μοιάζουν μάλλον ευτυχισμένοι. Τα ίδια συναισθήματα θα έπρεπε να νιώθω κι εγώ κι όμως μελαγχολώ στην σκέψη πως υπάρχουν άνθρωποι που έχουν πολλούς λόγους για να λυπούνται.
Αυθόρμητα έρχεται στο μυαλό μου, η ιστορία μιας παιδικής μου φίλης, της Κλαίρης.
«Ήταν λίγο πριν από τα Χριστούγεννα, όταν η παράνομη αναστροφή ενός ασυνείδητου οδηγού προκάλεσε ένα τροχαίο ατύχημα, κατά το οποίο χάθηκαν οι γονείς της. Η ζωή της δεκάχρονης Κλαίρης και του δεκαπεντάχρονου αδελφού της άλλαξε μέσα σε μια στιγμή, καθώς έμειναν μόνοι και απροστάτευτοι. Ευτυχώς γι’ αυτούς, ο αδελφός του πατέρα τους, που ζούσε μόνιμα στην Ελβετία, έφθασε αμέσως μόλις έμαθε το γεγονός και ανέλαβε την κηδεμονία τους.
Η νύχτα των Χριστουγέννων ήταν η τελευταία που θα περνούσαν στο σπίτι τους. Όλες οι διαδικαστικές λεπτομέρειες είχαν τακτοποιηθεί και την επόμενη κιόλας ημέρα θα ταξίδευαν για το νέο τους προορισμό.
Η Κλαίρη ήταν πολύ λυπημένη και πολύ μικρή για να διαχειριστεί όλα αυτά που συνέβησαν τόσο γρήγορα. Κάποια στιγμή, τα πλημμυρισμένα από δάκρυα μάτια της έκλεισαν και παραδόθηκε σε ένα βαθύ ύπνο. Δεν ήξερε εάν ήταν ξύπνια ή κοιμισμένη, πάντως γύρω στα μεσάνυχτα, είδε μια από τις πορσελάνινες κούκλες, που είχε στο δωμάτιό της, να την ταρακουνά.
«Ξύπνα υπναρού!! Πρέπει να φύγουμε γιατί θα αργήσουμε στον χορό!» της είπε.
«Πού;» ρώτησε απορημένη η Κλαίρη.
«Στον χριστουγεννιάτικο χορό στο παλάτι της πορσελάνινης βασίλισσας. Σήκω όμως γιατί περνά η ώρα», της απάντησε η κούκλα και την τράβηξε από το χέρι.
Μόλις η Κλαίρη σηκώθηκε, όλες οι πορσελάνινες κούκλες της την περικύκλωσαν και δίχως να το καταλάβει, βρέθηκαν στην αίθουσα χορού ενός παλατιού.
Η Κλαίρη δεν είχε δει ποτέ ξανά έναν χώρο να είναι τόσο όμορφος. Πανύψηλα έλατα είχαν τοποθετηθεί στις τέσσερις γωνίες του δωματίου και τα κλαδιά τους ήταν φορτωμένα με υπέροχα στολίδια. Ένα μεγάλο τζάκι ήταν αναμμένο και η ζεστασιά του κρατούσε μακριά το κρύο του χιονιού, που έπεφτε έξω. Τραπέζια με απίστευτες λιχουδιές ήταν διασκορπισμένα σε διάφορα σημεία, προσβάσιμα σε όλους, ενώ μια ομάδα μουσικών έπαιζαν χορευτικά βαλς. Οι καλεσμένοι ήταν όλοι από πορσελάνη. Κούκλες διαφόρων μεγεθών, που έμοιαζαν όμως ζωντανές γιατί μιλούσαν, περπατούσαν και χόρευαν.
«Τι είναι εδώ;» ρώτησε έκθαμβη η Κλαίρη την κούκλα της.
«Είναι το παλάτι της πορσελάνινης βασίλισσας. Είμαστε όλες κούκλες, παιχνίδια που ανήκουμε σε παιδιά σαν κι εσένα. Καθ’ όλη την διάρκεια της ημέρας μοιάζουμε άψυχες, αλλά τη νύχτα ζωντανεύουμε και συγκεντρωνόμαστε εδώ, όπου μοιραζόμαστε την χαρά και τη λύπη μας. Γιατί κι εμείς πονάμε όπως κι εσείς. Υποφέρουμε όταν μας κακομεταχειρίζονται και συμπάσχουμε με όσους μας φέρονται καλά. Να, όπως κι εσύ, Κλαίρη. Πάντα μας αγαπούσες και μας περιποιούσουν και τώρα καταλαβαίνουμε πόσο δύσκολη είναι η κατάσταση για εσένα. Γι’ αυτό σε φέραμε εδώ. Για να περάσεις λίγο χρόνο μαζί μας και να ξεχαστείς».
Η Κλαίρη δεν απάντησε. Της φαινόταν απίστευτο όλο αυτό που ζούσε. Αφέθηκε όμως στις φροντίδες των κούκλων της, που έκαναν ό,τι μπορούσαν για να διασκεδάσει.
Πολλά χρόνια αργότερα, όταν μου διηγήθηκε την ιστορία, μου εξήγησε ότι δεν μπόρεσε ποτέ να διαχωρίσει αν όλα αυτά ήταν αληθινά.
«Όταν ξύπνησα στο κρεβάτι μου το επόμενο πρωί», είπε, «προσπάθησα να μιλήσω στις κούκλες μου, αλλά καμιά δεν αποκρίθηκε, ούτε κουνήθηκε. Έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε και η λογική μου λέει ότι μάλλον αυτό που είδα τότε ήταν απλώς ένα όνειρο. Μια πλευρά μου όμως θέλει να πιστεύει ότι ήταν απλώς ένα σημάδι της μαγείας των Χριστουγέννων. Γιατί, ξέρεις Ερμή, εκείνος ο χορός στο παλάτι της πορσελάνινης βασίλισσας μού έδειξε ότι όσο άσχημη κι αν είναι η ζωή μας, υπάρχει πάντοτε η πιθανότητα να ανοίξει ένα μικρό παράθυρο, που θα μας χαρίσει, έστω και πρόσκαιρα την ευτυχία και το θάρρος που χρειαζόμαστε για να προχωρήσουμε στο αύριο».
Συνταγή της Αμβροσίας: Η πουτίγκα των Χριστουγέννων
Υλικά:
12 αυγά (χωριστά οι κρόκοι και τα ασπράδια μαρέγκα)
24 κουταλιές της σούπας ψιλό σιμιγδάλι
1 πορτοκάλι (χυμό και ξύσμα)
Ξύσμα από ένα λεμόνι
½ κιλό ζάχαρη
Άρωμα βανίλιας
Για το σιρόπι:
½ κιλό ζάχαρη
1 ½ ποτήρι νερό
Εκτέλεση:
Σε ένα μπολ χτυπάμε τη ζάχαρη με τους κρόκους, μέχρι να ασπρίσουν. Προσθέτουμε το ξύσμα λεμονιού και πορτοκαλιού, την βανίλια, τον χυμό πορτοκαλιού, το σιμιγδάλι και την μαρέγκα. Ανακατεύουμε ελαφρά και αδειάζουμε το μίγμα σε, βουτυρωμένη και πασπαλισμένη με σιμιγδάλι, φόρμα. Ψήνουμε στους 180ο – 200οC, περίπου 20΄- 25΄.
Λίγο πριν αφαιρέσουμε τη φόρμα από τον φούρνο, ελέγχουμε με ένα μαχαίρι ότι έχει ψηθεί.
Ετοιμάζουμε το σιρόπι: Βάζουμε σε κατσαρόλα το νερό με τη ζάχαρη και ανακατεύουμε καλά. Το αφήνουμε να βράσει περίπου 10΄- 12΄.
Σιροπιάζουμε το γλυκό, προσέχοντας όμως να είναι είτε κρύο το σιρόπι και ζεστό το γλυκό, είτε το ανάποδο.
Μόλις κρυώσει το γλυκό, το αναποδογυρίζουμε σε πιατέλα και καλύπτουμε με γλάσο μαύρης ή άσπρης σοκολάτας.
Στολίζουμε με ζαχαρωτά γκι.