Γράφει ο Ερμής:

«Ερμή, θα με βοηθήσεις με την αλληλογραφία μου;» με ρωτά ο Ζέφυρος κι εγώ, πρόθυμος όπως πάντα, σπεύδω να καθίσω μπροστά στον υπολογιστή.

«Όχι, όχι!!! Σήμερα δεν θα ασχοληθούμε με τυπικές υποθέσεις. Θέλω να στείλω ορισμένες επιστολές σε φίλους μου. Άφησε λοιπόν το μηχάνημα και φέρε τα επιστολόχαρτα».

Η επιθυμία του μού φαίνεται παράξενη και δεν διστάζω να το αναφέρω.

«Ξέρεις Ζέφυρε, κανείς πλέον δεν στέλνει γράμματα. Όλοι επικοινωνούν μέσω του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Εάν θέλεις, μπορώ να σου δείξω πώς να το χρησιμοποιείς».

Προσβεβλημένος, ίσως και λίγο θυμωμένος, ο Ζέφυρος μού απαντά:

«Δεν είμαι χαζός. Φυσικά και είμαι γνώστης όλων όσων ανέφερες. Δεν θέλω όμως να ακολουθήσω αυτήν τη μέθοδο.

Καθημερινά παρακολουθώ τους ανθρώπους, κυρίως νεαρής ηλικίας, να είναι εξαρτημένοι από την χρήση αυτού του μέσου. Μοιάζουν αποκομμένοι από τον κόσμο, δίχως αντίληψη των τεκταινομένων δίπλα τους. Είναι αυτοί και η συσκευή τους.

Μού υποδεικνύεις να επικοινωνήσω κι εγώ με τον ίδιο τρόπο, αλλά προτιμώ την κλασσική αλληλογραφία, γιατί την θεωρώ πιο αληθινή, με περισσότερο πνεύμα και μεγαλύτερη φροντίδα.

Σήμερα τα μηνύματα που λαμβάνουμε είναι σύντομα, κακογραμμένα, πρόχειρα, μονολεκτικά, ασύντακτα. Κάποιες φορές ακόμη και ακατανόητα, αφού πολλοί – προς χάριν ταχύτητας – επιλέγουν την αυτόματη επιλογή λέξεων.

Παλαιότερα η αλληλογραφία ήταν πολύ σημαντική. Διαλέγαμε προσεκτικά τα επιστολόχαρτα – διαφορετικό χαρτί ανά περίπτωση – άλλοτε ανάγλυφα, άλλοτε ελαφρά αρωματισμένα και άλλοτε ακόμη και με το μονόγραμμά μας. Οι λέξεις, διατυπωμένες νοερά δυο και τρεις φορές για να αποφευχθεί οποιοδήποτε λάθος, σχημάτιζαν λογικές προτάσεις σε ένα ενιαίο κείμενο, με καλλιγραφικά γράμματα, που ξαναδιαβαζόταν δυο και τρεις φορές προτού κλειστεί στο φάκελο και ταχυδρομηθεί. Ύστερα περιμέναμε με αγωνία την απάντηση του παραλήπτη και κάθε γράμμα, που στέλναμε ή λαμβάναμε – εξαιρουμένων όσων σχετίζονταν με επαγγελματικά θέματα – αποτελούσε έναν ιδιαίτερο σύνδεσμο ανάμεσα στους αλληλογραφούντες.

Κατανοώ ότι στην εποχή μας η τεχνολογία εκμηδένισε τις αποστάσεις και τους χρόνους απόκρισης. Αντιλαμβάνομαι επίσης ότι μπορούμε ακόμη να επιμελούμαστε τα κείμενά μας και είναι αποκλειστικά δική μας ευθύνη το αποτέλεσμα. Όμως το χαρτί έχει μια ιδιαιτερότητα. Φέρει το γραφικό χαρακτήρα του φίλου, του συγγενή, του αγαπημένου σου. Δεν χάνεται κάποια στιγμή, όπως συμβαίνει συνήθως με το ηλεκτρονικό, γιατί μπορείς να το φυλάξεις όσα χρόνια θέλεις. Κουβαλά την εποχή του ακόμη και μέσω της τεχνικής επεξεργασίας του.

Ίσως λοιπόν Ερμή να με θεωρείς παλαιομοδίτη, ίσως ακόμη και γέρο, προτιμώ όμως να διατηρήσω έστω και στο ελάχιστο το συναίσθημα των λεπτομερειών που στη δική σου γενιά μοιάζει να μετατρέπεται σε μια ακαθόριστη και περιττή έννοια, αλλά κάποτε ήταν η ιδιαιτερότητα που χρωμάτιζε τις αναμνήσεις μας …»

 

Συνταγή της Αμβροσίας: Φάκελος

Υλικά:

3 ½ κούπες αλεύρι για όλες τις χρήσεις

1 κούπα ψιλό σιμιγδάλι

1 κουταλάκι του γλυκού (κοφτό) μπέϊκιν πάουντερ

Λίγο αλάτι

1 ½ κούπα λάδι (αραβοσιτέλαιο)

½ κούπα ζάχαρη

¼ κούπας χυμός πορτοκάλι

¼ κούπας κονιάκ

½ κουταλάκι του γλυκού μοσχοκάρυδο

½ κουταλάκι του γλυκού γαρίφαλο

1 κουταλιά της σούπας κανέλα

 

Για την γέμιση:

Λίγη κανέλα

Ξύσμα πορτοκαλιού

1 ½ κούπα καρύδι (κοπανισμένο)

 

Για το σιρόπι:

½ κούπα μέλι

2 κούπες ζάχαρη

1 ½ κούπα νερό

 

Για το πασπάλισμα:

½ κούπα καρύδι (τριμμένο)

 

Εκτέλεση:

Τοποθετούμε όλα τα υλικά σε ένα μπολ και τα ζυμώνουμε. Αφήνουμε για λίγη ώρα την ζύμη να «ξεκουραστεί» και στη συνέχεια την ανοίγουμε σε χονδρό φύλλο.

Σε άλλο μπολ ανακατεύουμε τα υλικά για την γέμιση.

Κόβουμε το φύλλο σε τετράγωνα κομμάτια και βάζουμε στη μέση κάθε κομματιού λίγη γέμιση. Διπλώνουμε σε σχήμα φακέλου. Τοποθετούμε τα φακελάκια σε ταψί και ψήνουμε στους 200΄C περίπου 15΄- 20΄.

Ετοιμάζουμε το σιρόπι, βράζοντας σε ένα κατσαρολάκι όλα τα υλικά για 7΄- 10΄.

Μόλις κρυώσουν τα φακελάκια, τα τοποθετούμε σε άλλο ταψί και τα σιροπιάζουμε. (Προσοχή: Κρύα τα φακελάκια και ζεστό το σιρόπι). Τα πασπαλίζουμε με το καρύδι.