από την Άρια Σωκράτους.
Εγώ ποτέ δεν είχα το χρόνο να απολαύσω ούτε το πιο απλό χαρακτηριστικό μιας βαρετής καθημερινότητας. Η ζωή μου έμοιαζε με ένα χρονόμετρο που υπολόγιζε με μαθηματική ακρίβεια την χιλιομετρική απόσταση. Ένα υπερσύγχρονο, προγραμματισμένο και καλοκουρδισμένο ρολόι που χρονομετρούσε με απόλυτη ακρίβεια την κάθε κίνηση. Δώδεκα λεπτά και τριανταένα δευτερόλεπτα με τα πόδια από το σπίτι μου στο μετρό σε ευνοικές καιρικές συνθήκες, τρία λεπτά αναμονή για το τρένο της γραμμής E και δεκαπέντε λεπτά μέχρι να φτάσει στη στάση της 91ης οδού. Από τη στάση μέχρι το γραφείο, η διαδρομή ήταν ακριβώς επτά λεπτά και εικοσιδύο δευτερόλεπτα.
Έφτανα βιαστική και με κομμένη την ανάσα στο γραφείο, χαιρετούσα την Ροζ στην είσοδο που κάθε μέρα είχε κι ένα διαφορετικό χτένισμα και έπινε τον ίδιο καφέ από τα Starbucks, μόκα φραπουτσίνο με μπόλικη σαντιγύ από πάνω. Της παρήγγελνα κι εγώ τον δικό μου και κάθε φορά επαναλαμβάναμε τον ίδιο βαρετό διάλογο. Εκείνη προσπαθούσε να με πείσει να παραγγείλω μια φορά τον ίδιο καφέ που έπινε και η ίδια, ενώ εγώ ήμουν σταθερή στην επιλογή μου που πρόσταζε παγωμένο καφέ με γάλα. Δεν είχε σημασία αν ήταν καλοκαίρι ή χειμώνας βαρύς με αρκετά εκατοστά χιόνι, κάτι πολύ συνηθισμένο για τη Νέα Υόρκη. Εγώ αρνούμουν πεισματικά να δοκιμάσω καφέ με διαφορετική γεύση. Κάποιες συνήθειες ήταν πάντα σταθερές….
Τις περισσότερες επιστολές τις παρατούσα μετά από τις πρώτες τρεις φράσεις. Μπορούσα να διακρίνω από την επιλογή της πρώτης λέξης ποιός άξιζε τον χρόνο μου και ποιός όχι. Ο χρόνος μου ήταν πολύτιμος. Κόστιζε περισσότερο και από χρυσάφι και θύμωνα πολύ όταν κάποιος έστω και άθελα του έκανε κατάχρηση του. «Η υπομονή είναι η μητέρα της επιτυχίας» είχα διαβάσει κάπου κι εγώ γέλασα με την ψυχή μου επειδή αυτό σήμαινε πως εγώ ήμουν η μάνα της αποτυχίας. Η υπομονή ουδέποτε συγκαταλέχθηκε ανάμεσα στις αρετές μου. Για την ακρίβεια η υπομονή κι εγώ είμαστε δύο έννοιες πλήρως ασύνδετες χωρίς κανένα κοινό σημείο επαφής. Ανέκαθεν θεωρούσα τους υπομονετικούς ανθρώπους τρομερά πληκτικούς και βαρετούς. Άφηναν τη ζωή να κυλάει ανεπαίσθητα από πάνω τους επιδεικνύοντας παράλληλα μια ενοχλητική εμμονή με την αναμονή. Ο χρόνος περνούσε, δεν ζούσαν τη στιγμή αλλά αντίθετα περίμεναν να έρθει η πιο κατάλληλη. Ποτέ μου δεν κατάλαβα αυτό τον ηττοπαθη τρόπο σκέψης. Πώς μπορούσε κάποιος να περιμένει να ζήσει τη ζωή που δεν ζούσε επειδή περίμενε κάτι αμφίβολο και ίσως ατελέσφορο.
Η υπομονή είναι προνόμιο των ηττημένων. Τίποτα λιγότερο, τίποτα περισσότερο. Η ζωή δεν σου δίνει το προνόμιο να περιμένεις. Σου επιτρέπει μόνο να τρέξεις και να κυνηγήσεις. Να επιδιώξεις, ν’αγαπήσεις, να λατρέψεις, να πέσεις στα πατώματα, να φας τα μούτρα σου. Η ζωή σου επιτρέπει μόνο να την ζήσεις. Γι’αυτό κι εγώ δεν έχανα ποτέ το χρόνο μου σε ανούσιες σχέσεις με αδιάφορους άντρες, επιδίωκα πάντα να διαπραγματεύομαι τα καλύτερα συμβόλαια στη δουλειά μου και δεν έδινα ποτέ ευκαιρία σε όποιον έκρινα πως δεν την άξιζε. Σκληρό; Ίσως. Είναι όμως το σωστό. Το δικό μου σωστό ή το δικό μου λάθος. Αυτό είχε πάντα σημασία για μένα. Να παίρνω η ίδια τις αποφάσεις μου και ολόκληρη την ευθύνη γι’αυτές. Δικό μου το βάρος, δικός μου και ο ώμος. Δεν σήκωνα ποτέ καμία κουβέντα. Ούτε ψίθυρους. Με ενοχλούν οι ψίθυροι. Απεχθάνομαι την ανικανότητα ευθύτητας στους ανθρώπους. Αγαπώ την αλήθεια. Την ωμή και κυνική αλήθεια. Οι περισσότεροι γύρω μας φοράνε μάσκες και υποδύονται ρόλους. Ο πιο δύσκολος ρόλος όμως είναι να υποδυθείς τον ίδιο τον εαυτό σου. Στοιχίζει ακριβά η αξιοπρέπεια φίλε μου. Ακόμα πιο ακριβά στοιχίζει όμως η αλήθεια. Να μη κρύβεσαι πίσω από ψιθύρους και μισοειπωμένες υπόνοιες. Ίσως γι’αυτό ζούσα πάντα μόνη μου. Η αλήθεια είναι βαρύ φορτίο για όποιον δεν την κουβαλάει. Δεν αντέχεται.
Λένε πως είμαι σκληρή με τους ανθρώπους. Αυτό που τους διαφεύγει όμως είναι πως πρωτίστως είμαι αμείλικτη με τον εαυτό μου. Δεν του συγχωρώ ποτέ τίποτα, τον βασανίζω ανελέητα, τον ταλαιπωρώ, τον στήνω στον τοίχο. Δεν λυπάμαι γι’αυτό όχι. Αντίθετα, από μέσα μου πηγάζει μια άγρια χαρά που αγγίζει τα όρια του παραλογισμού. Το απολαμβάνω. Η ψυχολόγος μου λέει πως η απόλαυση βρίσκεται στο μεταίχμιο ηδονής και οδύνης. Ίσως να είναι κι έτσι. Αρνούμαι να το ψάξω. Μου φτάνει που το νιώθω.
(Ένα μικρό απόσπασμα από το βιβλίο που γράφω..)