Γράφει ο Ερμής:
Ενώ βοηθάω την Αμβροσία να στολίσουμε το σπίτι για τον αποκριάτικο χορό, καταλαβαίνω ότι ο Ζέφυρος είναι λυπημένος. Τον ρωτάω εάν είναι καλά και εκείνος απαντά:
«Είδα τις πορσελάνινες φιγούρες του Αρλεκίνου που τοποθετήσατε πάνω στο τζάκι και θυμήθηκα την ιστορία του Κάρλο, ενός ιδιοκτήτη κουκλοθέατρου.
Λάτρευε τις μαριονέτες του, που τις κατασκεύαζε ο ίδιος και οι παραστάσεις του μάγευαν πάντοτε τους θεατές. Είχε διδαχθεί την τέχνη από τον πατέρα του και αφιέρωσε σε αυτήν όλη του τη ζωή. Το μικρό του κουκλοθέατρο ήταν πάντοτε γεμάτο και όλοι ενθουσιάζονταν με τα έργα του που ήταν εμπνευσμένα από την Κομέντια ντελ Άρτε.
Οι μαριονέτες του – ο Αρλεκίνος, η Κολομπίνα, ο Πανταλόνε, ο Πιερρότος, ο Ντοτόρε, η Μπριγκέλα, οι κλασσικοί δηλαδή ήρωες της ιταλικής κωμωδίας – προκαλούσαν αστείρευτο γέλιο και ο Κάρλο προσπαθούσε διαρκώς να βρίσκει όλο και πιο σκαμπρόζικα αστεία.
Όλα πήγαιναν καλά μέχρι τη στιγμή που η χώρα επλήγη από μια οικονομική κρίση. Το κουκλοθέατρο άρχισε να χάνει τους θεατές του, καθώς ήταν πλέον ένα περιττό έξοδο. Γρήγορα η συντήρησή του κατέστη αδύνατη και ο Κάρλο αναγκάστηκε να το κλείσει. Πούλησε όλο τον εξοπλισμό για να πληρώσει τις υποχρεώσεις του και κράτησε μόνο τις μαριονέτες του.
Καθώς δεν ήταν πλέον νέος και δεν ήξερε να κάνει καμιά άλλη δουλειά, αποφάσισε να δίνει υπαίθριες παραστάσεις. Κάθε πρωί έπαιρνε τις μικρές του κούκλες και τριγύριζε στους δρόμους μέχρι το βράδυ. Τα χρήματα όμως που κέρδιζε ήταν ελάχιστα και δεν κάλυπταν ούτε καν τις βασικές του ανάγκες. Χρεωμένος και άρρωστος, αναγκάστηκε, με πόνο ψυχής, να πουλήσει και τις μαριονέτες του. Κράτησε μόνο τον πολυαγαπημένο του Αρλεκίνο.
«Τις πρόδωσα», σκεφτόταν φωναχτά στο κρεβάτι του, λίγο πριν ξεψυχήσει.
«Τις αγαπούσα τις μαριονέτες μου κι όμως δεν κατάφερα να τις φροντίσω όπως έπρεπε».
Ο Αρλεκίνος τον άκουγε κι ευχόταν να είχε φωνή για να του απαντήσει πως έκανε λάθος. Όλοι γνώριζαν πως ό,τι συνέβη δεν ήταν δική του επιλογή. Μακάρι τα πόδια και τα χέρια του να μην εξαρτιόνταν από τα σχοινιά και να μπορούσε να τον πλησιάσει.
«Είναι άδικο να πεθάνει μόνος και δίχως να ξέρει ότι τον αγαπούσαμε κι εμείς», αναλογιζόταν ο Αρλεκίνος.
Ο Κάρλο όμως έφυγε τυλιγμένος στις ενοχές του και ο Αρλεκίνος κατέληξε στο βάθος ενός παλαιοπωλείου, πουλημένος από τον σπιτονοικοκύρη του Κάρλο, μαζί με τα υπόλοιπα ελάχιστα υπάρχοντά του.
Πλέον κανένας δεν ρύθμιζε τα σχοινιά του, κανένας δεν τον ξεσκόνιζε και δεν φρόντιζε να είναι καθαρά και περιποιημένα τα ρούχα του. Κανένας δεν του δάνειζε τη φωνή του και κανένας δεν γελούσε με τις αστείες και πονηρές κινήσεις του. Όλα είχαν τελειώσει.
Λυπημένος, ο Αρλεκίνος κοιτούσε τα άλλα αντικείμενα που υπήρχαν γύρω του και μέσα στη θλίψη του αντλούσε δύναμη από το γεγονός ότι τουλάχιστον δεν ήταν το μοναδικό ξεχασμένο απομεινάρι του προσωπικού αποτυπώματος του ανθρώπου που τον αγάπησε.
Συνταγή της Αμβροσίας: Τα λουλούδια της Αποκριάς
Υλικά:
Για το παντεσπάνι:
300 γραμμάρια ζάχαρη
300 γραμμάρια αλεύρι (που φουσκώνει μόνο του)
8 αυγά (χωριστά τα ασπράδια μαρέγκα)
Εσάνς τριαντάφυλλου (ζαχαροπλαστικής)
Για την κρέμα:
½ κιλό γάλα
1 ½ κρασοπότηρο σιμιγδάλι (ψιλό)
2 αυγά (ολόκληρα)
1 κουταλιά της σούπας βούτυρο
Εσάνς τριαντάφυλλου (ζαχαροπλαστικής)
Για το γλάσο:
Άσπρη σοκολάτα
1 κουταλιά της σούπας βούτυρο
Κόκκινο χρώμα ζαχαροπλαστικής
Εκτέλεση:
Ετοιμάζουμε το παντεσπάνι:
Σε μια λεκάνη χτυπάμε τους κρόκους με τη ζάχαρη και συνεχίζουμε προσθέτοντας την εσάνς. Σε άλλο μπολ χτυπάμε τα ασπράδια μαρέγκα και τα ρίχνουμε στο μίγμα, μαζί με το αλεύρι. Ανακατεύουμε το μίγμα καλά και το βάζουμε σε βουτυρωμένο (μεγάλο μακρόστενο) ταψί, όπου έχουμε στρώσει μια βουτυρωμένη λαδόκολλα. Ψήνουμε σε προθερμασμένο φούρνο, στους 180ο, για περίπου 10΄– 15΄. Μόλις ψηθεί, το αφήνουμε να κρυώσει και κόβουμε με φόρμες σε σχήμα μικρού λουλουδιού.
Ετοιμάζουμε την κρέμα: Σε μια κατσαρόλα βάζουμε όλα τα υλικά της κρέμας και βράζουμε, ανακατεύοντας συνεχώς, έως ότου γίνει αφράτη και όχι σφιχτή.
Ετοιμάζουμε το γλάσο: Σε μπαιν μαρί λιώνουμε τη σοκολάτα, με το βούτυρο και ανακατεύουμε συνεχώς, έως ότου το γλάσο γίνει λείο. Μόλις το αποσύρουμε από τη φωτιά, ρίχνουμε το χρώμα ζαχαροπλαστικής και ανακατεύουμε μέχρι να γίνει ροζ. Διατηρούμε το γλάσο ζεστό.
Στήσιμο γλυκού: Σε στρόγγυλη πιατέλα τοποθετούμε τη μια βάση παντεσπάνι, απλώνουμε μια στρώση κρέμα και από πάνω βάζουμε πάλι παντεσπάνι. Περιχύνουμε με το ροζ γλάσο και στο κέντρο του γλυκού τοποθετούμε ένα καραμελωμένο τριαντάφυλλο.