Γράφει η Ισμήνη Χαρίλα
Με αφετηρία τον Ρομαντισμό και με επιρροή από τις θεωρίες του φιλοσόφου Ιππολύτου Ταιν, που αναζητά τις αιτίες της λογοτεχνικής δημιουργίας υπό το πρίσμα της ψυχολογικής, αισθητικής και ιστορικής πραγματικότητας, αλλά και του φυσιολόγου Κλωντ Μπερνάρ, ο Εμίλ Ζολά θεωρείται εμπνευστής του λογοτεχνικού κινήματος του Νατουραλισμού.
Βασιζόμενος στις διδαχές του Ταιν ότι η γενιά, το περιβάλλον και η στιγμή είναι καθοριστικά εξελικτικά στοιχεία, ο Ζολά θεωρεί ότι «η ψυχολογία υποτάσσεται στη φυσιολογία». Στα έργα του μελετά επομένως τους ανθρώπους – ιδίως όσους ανήκουν στις κατώτερες κοινωνικές τάξεις – με διαφορετική οπτική από αυτήν των λογοτεχνών του προηγούμενου αιώνα.
Στα διηγήματά του «Για μια νύχτα αγάπης» και «Ναΐς Μικουλέν» του 1883 και 1884 αντίστοιχα, που κυκλοφόρησαν πρόσφατα σε νέα έκδοση στα ελληνικά από την Εμπειρία Εκδοτική και σε μετάφραση του Φρίξου Ηλιάδη, η συγκριτική κοινωνιολογική μελέτη είναι ιδιαιτέρως εμφανής.
Στο πρώτο αφήγημα, η Τερέζα – κόρη αριστοκρατικής οικογένειας – σκοτώνει τον εραστή της και ζητά την υποστήριξη του ερωτευμένου γείτονά της, Ιουλιανού, για να εξαφανίσει το πτώμα.
Η δεύτερη ιστορία αναφέρεται ομοίως σε έναν φόνο, αλλά αυτήν τη φορά η ηρωίδα – Ναΐς Μικουλέν – σκοτώνει τον πατέρα της με την βοήθεια του ερωτευμένου καμπούρη φίλου της, του Τόνι.
Οι ομοιότητες και οι διαφορές συνεπώς είναι πολλές και εντείνουν την συγκριτική μελέτη των ηρώων.
Η Τερέζα είναι πλούσια, όμορφη, ευγενικής καταγωγής, με σαδομαζοχιστικές τάσεις που ικανοποιεί με τον παιδικό της φίλο και νυν εραστή της, τον Κολομπέλ, τον γιο της νταντάς της. Το βίαιο πάθος τους που εκδηλωνόταν με χτυπήματα, αγαπητά και στους δυο, αφού «συχνά έπαιζαν τούτο το παιχνίδι από μια ανάγκη να πολεμήσουν», καταλήγει στον θάνατο του νέου.
Η Ναΐδα είναι επίσης όμορφη, αλλά φτωχή και υπηρέτρια της οικογένειας του πλούσιου εραστή της Φρειδερίκου. Δυστυχισμένη, βιώνει καθημερινά άγριους ξυλοδαρμούς από τον πατέρα της, αναζητά έναν τρόπο εκδίκησης, παρόλο που «προτιμούσε τις μέρες που έτρωγε ξύλο, γιατί ο πόνος αναστάτωνε όλο της το είναι, μα τις άλλες μέρες περνούσε μια ζωή άχαρη και τόσο μονότονη που πέθαινε από την πλήξη». Η ανακάλυψη της σχέσης της από τον πατέρα της και η πρόθεσή του να σκοτώσει τον Φρειδερίκο, καταλήγει τελικά στη δολοφονία του που σχεδιάζεται και εκτελείται από την κόρη του με τη συνεπικουρία του Τόνι.
Στην πρώτη επομένως περίπτωση ο φόνος είναι τυχαίος ενώ στη δεύτερη σκηνοθετημένος. Η Τερέζα ζητά βοήθεια από τον Ιουλιανό μετά το γεγονός, ενώ η Ναΐδα προχωρεί στην υλοποίηση του σχεδίου της από την πρώτη στιγμή μαζί με τον Τόνι.
Ο Ιουλιανός είναι μεγαλόσωμος, δυνατός, και κακοφτιαγμένος, αγαπά τη μουσική και αφήνει τις νότες του φλάουτου να δώσουν ήχο στη σιωπή του. Ερωτεύεται την Τερέζα, αφοσιώνεται πλατωνικά σε αυτήν, παρόλο που ξέρει πως δεν μπορεί να εξιδανικευτεί, επειδή «αγαπούσε το αίμα, γιατί είχε αίμα στα χείλη της». Την βοηθά, την καλύπτει, σώζει την τιμή του ονόματός της και όταν πλέον έχει τη δυνατότητα να εισπράξει την αμοιβή του για τις υπηρεσίες του, την ίδια δηλαδή την Τερέζα, προτιμά να ακολουθήσει τον Κολομπέλ στον θάνατο γιατί τα ίδια τα γεγονότα διέγραψαν την πιθανότητα ένωσής τους.
Ο ποταμός, το υδάτινο δηλαδή στοιχείο που συναντάται συχνά στα έργα του 18ου αλλά και 19ου αιώνα, λειτουργεί εξαγνιστικά επιφέροντας την κάθαρση στην ψυχή του Ιουλιανού.
Ο Τόνι είναι καμπούρης, αλλά με καλούς τρόπους. Ορφανός, όπως και ο Ιουλιανός, δέχεται και αυτός πειράγματα και κοροϊδίες από τον περίγυρό του λόγω της εμφάνισής του.
Η Τερέζα και η Ναΐδα θα συνεχίσουν την ζωή τους και θα παντρευτούν. Η πρώτη με έναν άνδρα της τάξης της και η δεύτερη με τον Τόνι. Η Τερέζα θα παραμείνει όμορφη και θα γλυτώσει από τον κίνδυνο αποκάλυψης του μυστικού της, χάρη στον θάνατο του μοναδικού μάρτυρα του εγκλήματος της. Η Ναΐδα θα γεράσει, θα ασχημύνει, θα μοιραστεί δια βίου την ενοχή της με τον άνδρα της και θα προδοθεί από τον Φρειδερίκο που θα την ξεχάσει αφού γι’ αυτόν δεν ήταν παρά «ένα γλέντι μέσα στον ήλιο».
Εκτός από τα κοινά, αλλά και αντιθετικά στοιχεία που εντοπίζονται στους χαρακτήρες και τις πράξεις των ηρώων, σημαντική είναι και η αναφορά στην διαφορετικότητα ανατροφής των γυναικών. Η Τερέζα φοιτά στις καλόγριες, όπως συνηθιζόταν κατά τον 19ο αιώνα για τις κόρες των ευγενών, ενώ η Ναΐδα ενσωματώνεται στο γυναικείο εργατικό δυναμικό των εργοστασίων, συνέπεια της βιομηχανικής επανάστασης.
Η ταξική απόσταση επιδρά στην εξελικτική πορεία. Παρατηρούμε την πλούσια κόρη να λειτουργεί χειριστικά προς το περιβάλλον της, βασιζόμενη στην εξουσία που της παρέχει η περιουσία της οικογένειάς της και την φτωχή υπηρέτρια να επαναστατεί στην κακομεταχείριση και να αναζητά αυτοπροστασία σε έναν κόσμο κατεξοχήν ενάντιο στην προάσπιση των δικαιωμάτων της.
Οι βασικοί προβληματισμοί των δυο αυτών διηγημάτων συνοψίζονται στη θεματική του έρωτα, του πάθους, του θανάτου, της λύτρωσης, της προδοσίας, της κοινωνικής διαστρωμάτωσης, της εκπαίδευσης και της χειραφέτησης.
Το παραμύθι συναντά το όνειρο, η παιδικότητα παραδίνεται στην ενηλικίωση και η ελπίδα βυθίζεται στην απογοήτευση. Ο Εμίλ Ζολά στα δυο αυτά έργα του αποδεικνύει περίτρανα ότι ένας μεγάλος λογοτέχνης έχει την ικανότητα να αποδώσει σε ελάχιστες σελίδες το πνεύμα και το ήθος μιας ολόκληρης εποχής.