Γράφει η Ισμήνη Χαρίλα

«Η δύναμη θα είναι ο ρυθμιστής, όπως ήταν ανέκαθεν. Είναι μια πάλη των τάξεων…». Σε αυτήν την φράση θα μπορούσε να συνοψιστεί ενδεχομένως το νόημα της «Σιδερένιας Φτέρνας» του Τζακ Λόντον, που εκδόθηκε το 1908.

Στο έργο αυτό, που κυκλοφόρησε στα ελληνικά και από τις εκδόσεις Αναστασιάδη και σε μετάφραση Ανδρέα Σοκοδήμου, ο Αμερικανός συγγραφέας εγκαταλείπει το σύνηθες θέμα της Φύσης που κυριαρχεί στα υπόλοιπα βιβλία του και επικεντρώνεται στην ιστορία του Έρνεστ Έβερχαρντ, ενός σοσιαλιστή επαναστάτη που μάχεται μέχρι το τέλος του βίου του για την υπεράσπιση της ιδεολογίας του.

Η αφηγήτρια των γεγονότων, που διαδραματίζονται από το 1912 έως το 1918, είναι η σύζυγος του Έβερχαρντ, η Έιβις. Ένα κορίτσι που προερχόταν από την καπιταλιστική τάξη, αλλά γνώρισε τον Έρνεστ, τον ερωτεύτηκε και του συμπαραστέκεται στον αγώνα του.

Η έκδοση του κειμένου της Έιβις από τον Άντονι Μέρεντιθ κατά τον 27ο αιώνα ενισχύει το μυθοπλαστικό στίγμα αν και μέσω της περιγραφής της αιματηρής καταστολής της σοσιαλιστικής επανάστασης από την Σιδερένια Φτέρνα – όπως κατανομάζεται η Ολιγαρχία – ο Λόντον τονίζει βασικές κοινωνιολογικές διαφορές και θέματα που παραμένουν άλυτα ανά τους αιώνες.

Αντιπαραβάλλοντας τον 20ο αιώνα με το παρελθόν ο δημιουργός επιβεβαιώνει με ιστορικά στοιχεία τις ταξικές αποστάσεις και την εκμετάλλευση των φτωχών από τους πλούσιους.

Ο Σκοταδισμός του Μεσαίωνα – παρότι χρονικά πεπερασμένος – εξακολουθεί να επικρατεί, αφού η καταδυνάστευση των αδυνάτων από τους ισχυρούς, αλλά και οι περιορισμοί στη διάδοση των φιλοσοφικών ιδεών δεν έπαψαν ποτέ.

Η ευγένεια ψυχής και το ήθος δεν σχετίζονται σε καμιά περίπτωση με την καταγωγή και είναι εμφανές ότι η αριστοκρατικότητα ούτε ανήκει ούτε συναντάται αποκλειστικά στην τάξη των ευγενών.

Άξιο δε σχολιασμού είναι το γεγονός ότι κατά την πάροδο των ετών οι καπιταλιστές φροντίζουν να ενισχύουν την πρωτοκαθεδρία τους, κερδίζοντας την υποστήριξη των αντιπάλων τους και προσφέροντας ως αντάλλαγμα οικονομικές απολαβές. Το χρήμα λειτουργεί ως μοχλός που κινεί όλους τους μηχανισμούς και η προδοσία αρχών και πεποιθήσεων καθίσταται υπερβολικά εύκολη.

Τα τριάντα αργύρια του Ιούδα δεν απορρίπτονται ούτε καν από τους εκπροσώπους της Εκκλησίας, ενός θεσμού που έχει ως αποστολή να προασπίζει το δίκαιο και την ανθρώπινη ισότητα.

Ο Λόντον σκιαγραφεί επομένως έναν κόσμο όπου το ξεπούλημα των συνειδήσεων, η προδοσία, το ψέμα, η χειραγώγηση και η κάθε μορφής αδικία συγχωρούνται εφόσον τεθούν υπό τη σκέπη του κέρδους.

Δίχως μεροληψία, ο συγγραφέας δεν εξαιρεί τους ομοϊδεάτες του από την παρείσφρηση στην αντίπαλη παράταξη: «Μήπως εννοείτε τους ιδανικούς ανθρώπους; (…) Αυτούς που δεν έχουν καθόλου εγωισμό, που είναι αγγελικά πλασμένοι και που είναι τόσο λίγοι, που ουσιαστικά είναι σαν να μην υπάρχουν, ή μήπως αναφέρεστε στους απλούς και συνηθισμένους ανθρώπους;»

Η ιστορία επαναλαμβάνεται και οι παρενέργειες της Βιομηχανικής Επανάστασης του 18ου αιώνα – που οδήγησαν μεν σε οικονομική ανάπτυξη αλλά και σε καταστροφή των οικογενειακών δεσμών, παρακμή των επαρχιακών πόλεων και σε άθλιες εργασιακές συνθήκες – ανακυκλώνονται μέχρι σήμερα.

Κάθε σελίδα του αφηγήματος ομοιάζει με καθρέφτη που αντανακλά την πραγματικότητα της τωρινής εποχής. Απεργίες, εργατικά ατυχήματα που δεν αποζημιώνονται, αναίτιες απολύσεις, έλλειψη δικαιοσύνης – διότι «άλλο πράγμα είναι ο νόμος και άλλο πράγμα είναι το δίκιο» – ρουσφετολογία, κλίκες, αναξιοκρατία και δολιοφθορά χαρακτηρίζουν την κοινωνία που «συνεχίζει τον δρόμο της ανεμπόδιστη», χωρίς να την απασχολεί η ανομία.

Η σιωπή γίνεται συνένοχος του εγκλήματος και η κακοποίηση υποκλίνεται στον βωμό της ιδιοτέλειας. Ουσιαστικά τροφοδοτείται η κερδοσκοπία και λαδώνονται εσαεί τα γρανάζια μιας καλοδουλεμένης ανθρωποφάγου μηχανής.

Η διαφθορά εισχωρεί παντού και ιδίως στον Τύπο, τον Κλήρο και το Πανεπιστήμιο: «Και μην ξεχνάτε ότι ο Τύπος, ο Κλήρος και το Πανεπιστήμιο είναι αυτοί που διαμορφώνουν την κοινή γνώμη και καθορίζουν τον ρυθμό σκέψης του έθνους». Οι Κυβερνήσεις λαμβάνουν εντολές από τους πλουτοκράτες και η κατάληξη είναι ένα σύστημα κοινοβουλευτικής δικτατορίας. Τα στόματα, που τολμούν να εκφράσουν διαφορετική άποψη, φιμώνονται και ο πλουραλισμός δεν αποτελεί παρά μόνο μια θεωρητική διατύπωση.

Ο όχλος, παγιδευμένος στον καταστροφικό ιστό έλλειψης αληθινής παιδείας, μεταμορφώνεται σε όπλο στα χέρια των αναχρονιστικών υπηρετών κενόδοξων οικονομικών πειραμάτων που συντελούν στη διαστρέβλωση της αλήθειας, στην κατάπτωση της ηθικής και εντέλει στη διάλυση της ανθρωπότητας.

Ο Έρνεστ Έρβερχαρντ – ο ήρωας του Τζακ Λόντον – μέσω της ανάπτυξης των ιδεολογικών του οραματισμών και του αγώνα του δεν επιζητά απλώς την ισονομία, αλλά όπως αποκαλύπτει: «την κατάργηση της σύγκρουσης των συμφερόντων». Δηλαδή αιτείται την αναγέννηση του ατόμου που συνεπάγεται την υπέρβαση της κοντόφθαλμης οπτικής του μικρόκοσμού του και την επικέντρωση στη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης στο επίπεδο της Υφηλίου. Δεν περιορίζεται επομένως σε ένα απλό θεώρημα αλλά αποζητά ανώτερους υπαρξιακούς στοχασμούς.

Άραγε ο πληθυσμός της Γης θα κατορθώσει ποτέ να ξεπεράσει τα διαχωριστικά όρια, ώστε να εργαστεί για την προάσπιση των θετικών αξιών, πέρα από κόμματα και οιοδήποτε άλλου είδους διακρίσεις;