από την Μάρθα Πατλάκουτζά
Καλημέρα σου. Αλλά και καληνύχτα να σε πω, εσένα ολίγον θα σε πειράξει. Έχω να σου γράψω πάνω από σαράντα χρόνια. Συγχώρεσέ με για τη σιωπή μου. Έγιναν πολλά.
Για την ακρίβεια έγιναν όσα ακριβώς ήθελα να γίνουν. Θα με πεις τυχερή. Δεν ξέρω να σου απαντήσω. Προτιμώ να είμαι ταπεινή, παρά να καμαρώνω σαν γύφτικο σκεπάρνι για τα προσωπικά μου λάθη.
Αλλά ας τα πάρουμε από το τέλος.
Σήμερα στο ημερολόγιο μου έσκισα σε μικρά κομματάκια τον μήνα Απρίλιο. (μεταξύ μας στο λαρύγγι μου κάθισε, γιατί ενώ ξεκίνησα καλούτσικα, στη συνέχεια σερνόταν σαν κοιμισμένο γατί).
Και να που πρόβαλλες εσύ. Ο Μάιος.
Ο μήνας των μεγάλων μου στιγμών.
Μάιο ερωτεύτηκα, Μάιο δεσμεύτηκα.
Μάιο με πρόδωσαν και πρόδωσα.
Περασμένα, ξεχασμένα, θα με πεις. Αυτό το ότι «όλα ξεχνιούνται», μου ακούγεται σαν παρηγοριά στον άρρωστο.
Ότι έχει πονέσει ως το κόκκαλο, μπορεί ποτέ να περάσει στην απόλυτη λήθη; (αναρωτιέμαι ποιος ανόητος οδηγός λέει τέτοιες…-άντε να μην κολάζομαι τώρα- «εξυπνάδες», πως η ζωή είναι η ίδια σαν γνωρίσεις την ξεφτίλα του πόνου)
Ημερολογιάκι μου γλυκό, σε καλοπιάνω για να με ακούσεις. Γερνάω επιτυχώς. Παιδιά, γατιά, εγγόνια, όλα στη θέση τους.
Έρωτες, γάμος, χωρισμοί…τσεκ. Το καράβι άντεξε. (κάτι απόνερα τα έμπασε, αλλά ο βρεγμένος δεν φοβάται το νερό).
Λοιπόν, επιστρέφω στο θέμα μας.
Θέλω να σου ευχηθώ «Καλή Πρωτομαγιά», «καλή πρώτη του μήνα» και αγαπητέ μου Μάη κοίτα να είσαι καλός μαζί μου. Έχω υψηλές προσδοκίες για εσένα.
Στεφάνι δε θα φτιάξω. Ο Απρίλης έχει βάλει τα κλάματα και έχει κάνει τα πάντα μούσκεμα. Τα σουβλάκια βγήκαν από τα ξυλάκια τους και αντί να ψηθούν στη φουφού έγιναν ένα ωραιότατο ψητό με μουστάρδα. Μετά ξεράθηκα σε έναν ύπνο βαρύ και ασήκωτο. Τώρα πίνω καφέ με μπόλικα παγάκια (τρομάρα μου) και θέλω να σου θυμίσω πως Μάη μου καλέ, μου χρωστάς τις μεγάλες μου στιγμές.
Η άπιστη φίλη σου
Υ.Γ.
Πληροφορίες για το ψητό, εντός.