Όχι για να σε «φοράει»!..
Βράδυ, κατά τις 8.
Κάποια χρόνια πριν.
Ύστερα από μια αρκετά «τρεχαλατζίδικη» μέρα, ανέβηκα τα σκαλιά του Αστυνομικού Τμήματος, που ήταν κοντά στο σπίτι μου, για να αφήσω ένα έγγραφο, απαραίτητο για τη διεκπεραίωση μιας εργασίας, που είχε γίνει λίγο νωρίτερα.
Η φύση της εργασίας ήταν τέτοια, που, σύμφωνα με το νόμο, προηγείται στα Αστυνομικά Τμήματα.
Δεν περιμένω σε σειρά.
Ανεβαίνω, λοιπόν, τα σκαλοπάτια και κατευθύνομαι στο γραφείο του Αξιωματικού Υπηρεσίας. Χτυπάω διακριτικά την πόρτα και ανοίγω.
Στο γραφείο, ένας Αστυνομικός Π. Κ. (Παλαιάς Κοπής). Ανήκε σε εκείνη τη γενιά, που τους μάζευαν από τα βοσκοτόπια και τους διόριζαν στην Ελληνική Αστυνομία!
Καμία σχέση με τα πολιτισμένα στελέχη που έχουν διοριστεί από τα μέσα της 10ετίας του ’90 και μετά!..
«Τι θελς;!», με ρώτησε απότομα στον ενικό..
«Να σας αφήσω αυτό το έγγραφο», απάντησα..
«Να πιρμένς στη σρας!», απάντησε τι γίδι που φόραγε στολή Αρχιφύλακα της Ελληνικής Αστυνομίας.
Τι κι αν του δήλωσα την επαγγελματική μου ιδιότητα και τη φύση του εγγράφου, που θα του παρέδιδα, όπου σύμφωνα με το νόμο, θα έπρεπε να με εξυπηρετήσει άμεσα!
«Να πιρμένς τη σρας είπα!».
Ήταν βραδάκι, χαλαρά και δεν είχα κάτι άλλο να κάνω. Σε παρόμοια περίπτωση, σε άλλο Α. Τ., είχα κάνει μεγάλο χαμό και ο εκεί Αξιωματικός με το Διοικητή του, έτρεχαν και δεν έφταναν!
Είπα όμως, να διασκεδάσω λίγο, με το ντυμένο γίδι που είχα απέναντι μου..
Έκατσα λοιπόν στον καναπέ και τον κοίταγα..
Τον παρατηρούσα, να κωλυσιεργεί επίτηδες.
Να κάνει 10πλασιο χρόνο για να γράψει κάτι, μόνο και μόνο, για να με καθυστερήσει.
Τι θα κέρδιζε;
Μα…. επιβεβαίωση φυσικά!
Τουλάχιστον αυτό νόμιζε, με την περιορισμένη του αντίληψη.
Τον έκανα εικόνα στο μυαλό μου.
Τον φαντάστηκα, να πηγαίνει στο χωριό του, στον καφενέ και να κομπάζει στους άλλους χωριανούς, για τα κατορθώματα του στην Πρωτεύουσα!
Ακόμα, τον φαντάστηκα, την πρώτη μέρα που θα έβαλε τη Στολή και θα κοιτάχθηκε στον καθρέπτη!
«Τώρα είμαι εξουσία», θα είπε στον εαυτό του..
Αυτά σκεφτόμουν και ένα χαμόγελο σχηματίστηκε στα χείλη μου.
Το ανθρωπάκι απέναντι μου, ήταν μέρος της Στολής που φόραγε, ενώ θα έπρεπε η Στολή να είμαι μέρος δικό του.
Μιας Στολής, της οποίας είχε σταθεί κατώτερος..
Ο αρχικός μου εκνευρισμός, είχε μεταλλαχθεί σε οίκτο.
Απέναντι μου έβλεπα ένα φοβισμένο ανθρωπάκι..
Αφού περίμενα περίπου 30 λεπτά και βλέποντας πως δεν κατάφερνε να με εξοργίσει, το αντίθετο μάλιστα, δέησε να παραλάβει το έγγραφο.
Φεύγοντας του έδωσα τη χαριστική βολή.
«Καλό βράδυ και καλή συνέχεια!», του είπα, σκάζοντας του ένα τεράστιο χαμόγελο!..
Τον λυπήθηκα. Η Στολή που φόραγε, στο μυαλό του, του έδινε κάποια αξία. Δεν ήθελα να του το χαλάσω.
Σκέφτηκα όλους αυτούς τους μικρούς δικτατορίσκους της καθημερινότητας μας.
Όλους αυτούς που ζουν μίζερες ζωές και αντλούν επιβεβαίωση με το να ταλαιπωρούν αυτούς που μπορούν..
Εκείνο το βράδυ γύρισα σπίτι με ένα έντονο αίσθημα ανακούφισης.
Γιατί άραγε;…