Γράφει η Ισμήνη Χαρίλα

Ο Τομ Σόγιερ, ο διάσημος ήρωας του ομώνυμου μυθιστορήματος «Οι Περιπέτειες του Τομ Σόγιερ» που δημοσιεύτηκε το 1876, δεν είναι αποκύημα της φαντασίας, αλλά ένα υπαρκτό πρόσωπο που σκιαγραφήθηκε με τον συνδυασμό των χαρακτηριστικών τριών αγοριών, όπως διευκρινίζει ο ίδιος ο συγγραφέας, ο Μαρκ Τουαίην, στον πρόλογο του βιβλίου του.

Το κεντρικό πρόσωπο της ιστορίας είναι ένα παιδί που ζει σε ένα χωριό του Μισισιπή στην περιοχή δηλαδή όπου πέρασε τα παιδικά του χρόνια ο αρχικά άσημος Σάμουελ Λάνγκχορν Κλέμενς και μετέπειτα γνωστός στη λογοτεχνική κοινότητα με το ψευδώνυμο Μαρκ Τουαίην.

Οι αναμνήσεις του συγγραφέα από την παραποτάμια πόλη Χάνιμπαλ, όπου μεγάλωσε, οι αφηγήσεις αληθινών εμπειριών που βίωσε είτε ο ίδιος, είτε οι φίλοι του, αλλά και οι ετερόκλητες συνθήκες ζωής των κατοίκων αποτελούν τη βάση της μυθιστορηματικής πλοκής του έργου.

Ο Τομ Σόγιερ και ο σύντροφός του, ο Χάκλμπερυ Φιν – ο ήρωας του βιβλίου που κυκλοφόρησε το 1884 και κατακρίθηκε ως ρατσιστικό, ενώ συγχρόνως υμνήθηκε από τον Έρνεστ Χέμινγουεϊ ως η βάση της σύγχρονης Αμερικανικής λογοτεχνίας – λαχταρούν για νέες περιπέτειες, διψούν για εξερευνήσεις και αποζητούν διαρκώς τον κίνδυνο παρόλο που τρέμουν από τον φόβο τους μπροστά στους εγκληματίες που συναντούν στον δρόμο τους.

Ο Τομ, όπως τα περισσότερα αγόρια της ηλικίας του, είναι ένα πειραχτήρι, ένας μικρός απειθάρχητος διαβολάκος που σκαρφίζεται πάντα μια νέα σκανταλιά και βασανίζει τη θεία του, την Πόλυ, που ενώ προσπαθεί να τον συνετίσει και να τον επαναφέρει στην τάξη, εμποδίζεται από την αγάπη της γι’ αυτόν.

Πεισματάρης, παράτολμος και αστόχαστος μπλέκει σε επικίνδυνα μονοπάτια από τα οποία όμως κατορθώνει να ξεγλιστρήσει και να γλυτώσει την τιμωρία, ενώ ταυτόχρονα επιδοκιμάζεται στον κόσμο των ενηλίκων.

Ψέματα που πηγάζουν από την αχαλίνωτη παιδική φαντασία, ανεμελιά και ατέρμονος πόθος για παιχνίδι είναι τα κύρια συστατικά της καθημερινότητας του Τομ που αμετανόητα υπομένει το ξύλο ως τιμωρία από τους δασκάλους και τη θεία του και μ’ έναν ιδιαίτερο δικό του τρόπο αντιστρέφει την επίδραση της συγκεκριμένης πράξης προς τους εκτελεστές της υπό τη μορφή τύψεων.

Κατεργάρης, με ροπή προς την αταξία, αλλά με έντονο αίσθημα δικαιοσύνης και προστασίας των αθώων, δεν διστάζει να υπερασπιστεί τους αδύναμους είτε επωμιζόμενος σφάλματα που δεν διέπραξε, είτε εμπλεκόμενος σε δικαστικές υποθέσεις.

Μέσα από τα παιδικά μάτια του Τομ και του Χακ αναδύεται ο αμοραλισμός της κοινωνίας, η εδραίωση της διαφθοράς και η αυξανόμενη εγκληματικότητα. Η πραγματικότητα αντικαθρεφτίζεται όπως ακριβώς είναι, δίχως προκάλυμμα και επιτηδευμένες προφάσεις.

Οι φιλοδοξίες τους, που γεννιούνται αρχικά μέσα στα πλαίσια του παιχνιδιού κατά το οποίο μεταμορφώνονται σε πειρατές ή ινδιάνους, μορφοποιούνται σε παραβατικούς στόχους διότι «στις περισσότερες χώρες οι ληστές είναι από τη μεγάλη αριστοκρατία – δούκες και τα ρέστα».

Ο Τομ και οι σύντροφοί του είναι επομένως μια παρέα παιδιών που μεγαλώνει κοντά στη φύση, με άγνωστες εικόνες για πολλούς από τους σημερινούς ομηλίκους τους, με τις προλήψεις και τις προκαταλήψεις του αμερικανικού Νότου, όπου δεσπόζουν οι φήμες δεισιδαιμονίας, μαγείας και στοιχειωμένων σπιτιών.

Η δε κοινωνία που τους περιβάλει, εγκλωβίζεται στις συμβάσεις της, μαθαίνει να υπακούει στους κανόνες που ορίζει πρωτίστως η Εκκλησία, υποτιμά και περιθωριοποιεί τα υποδεέστερα μέλη της, αλλά ενώνεται και ισχυροποιείται κάθε φορά που ζητούν τη βοήθειά της.

Με χιουμοριστική διάθεση και χρησιμοποιώντας τη λαϊκή γλώσσα της εποχής του, ο Τουαίην σαρκάζει την αδικία, την επίπλαστη ασφάλεια, τον άνομο πλουτισμό και τα ψευδολογήματα και επιτρέπει στο παιδί Τομ Σόγιερ να αποκαλύψει την αλήθεια, ενώ παράλληλα προσφέρει στους μεγάλους τη δυνατότητα «να αναπολήσουν την χαμένη τους αθωότητα».