από την Αναστασία Δημητροπούλου.

Όσοι δεν αφουγκράστηκαν ποτέ τους τις μεγαλύτερες σκέψεις της καρδιάς, αδύνατο να αντιληφθούν ότι η στάση του ανθρώπου απέναντι στη ζωή, την αγάπη και την ευτυχία διαμορφώνεται αποκλειστικά από τα δικά της συναισθήματα, και όσοι δεν συνειδητοποίησαν πως η λογική, όταν κυβερνά μόνη της, είναι περιοριστική δύναμη και υπεκφυγή, αδύνατο να παραδεχτούν πως συνδυάζει τέχνη και επιστήμη την ίδια στιγμή. Και αυτό γιατί είναι στη φύση του ανθρώπου να σκέφτεται μεν λογικά, μα να προβαίνει περιστασιακά σε πράξεις απόλυτου παραλογισμού σ’ ένα παιχνίδι όπου οι κανόνες αλλάζουν με ταχύτητα φωτός. Στο παιχνίδι που σού επιτρέπεται μία και μόνο συμμετοχή, κι είναι όλο κι όλο το φευγαλέο πέρασμά σου από τη γη.

 

Όταν ο Χένρυ Ντάσγουντ φεύγει από τη ζωή, ο γιος του από τον πρώτο γάμο, Τζων, κληρονομεί το μεγαλύτερο μέρος της πατρικής περιουσίας. Συνεπώς οι τρεις ετεροθαλείς αδελφές του, απο το δεύτερο γάμο του Ντάσγουντ, Έλινορ, Μαριάν και Μάργκαρετ αναγκάζονται να βιοποριστούν με όσα πενιχρά απομένουν για ‘κείνες. Παρότι ο Τζων προτίθεται να τις εξασφαλίζει οικονομικά μέχρι να παντρευτούν, η σύζυγός του, Φάννυ, κρίνει πως αυτό δεν είναι ούτε απαραίτητο, ούτε συμφέρον για την ίδια. Χρησιμοποιεί το δίκοπο μαχαίρι της πειθούς που δεν είναι άλλο από τη λογική και την ευαισθησία απέναντι στον Τζων για τον παραχαϊδεμένο γιο τους, και έτσι η αδελφική αγάπη θα χαθεί μες στην ιδιοτέλεια, όπως οι ποταμοί στη θάλασσα. Την ίδια στιγμή, η συνετή Έλινορ θα αναπτύξει σχέση τρυφερότητας με τον Έντουαρντ Φέρραρς, όμως η Φάννυ είναι αποφασισμένη να την εκτοπίσει μαζί με τις αδελφές και τη μητέρα τους οριστικά από το Νόρλαντ κι από την καρδιά του αδελφού της. Τα καταφέρνει εν μέρει και οι τέσσερις γυναίκες θα βρεθούν στο εξοχικό Μπάρτον στο Ντέβονσερ για να στήσουν τη ζωή τους σε νέα θεμέλια, νέες συνθήκες κι επεισόδια ζωής.

 

Εκεί θα γεννηθεί ένας κωφάλαλος κι ανομολόγητος έρωτας, από εκείνους που επιβεβαιώνουν πως οι επιθυμίες μπορούν να γίνουν κύστες πάγιας θλίψης και απογοήτευσης. Ο τριανταπεντάχρονος συνταγματάρχης Μπράντον θα αγαπήσει την δεκαεπτάχρονη Μαριάν, όμως η ρομαντική κι ευαίσθητη καρδιά της θα χαριστεί απλόχερα στον γοητευτικό Γουίλλομπυ. Ο Γουίλλομπυ, από την άλλη, θα αποδείξει ότι η ιστορία της ανθρωπότητας βρίθει από όντα που κρύβονται σαν κόμπρες κάτω από τις πέτρες, συνηθισμένες να εγχέουν σε μεγάλες ποσότητες το δηλητήριό τους στο αίμα που φλέγεται κάτω από τις απαλές, διαφανείς και άμαθες στους κινδύνους, επιδερμίδες. Εκεί που η Μαριάν παραδίνεται σαν λεηλατημένο κάστρο στα φλογερά της συναίσθηματα για τον Γουίλλομπυ, εκεί η σεμνή Έλινορ διανύει το πένθος του χωρισμού της από τον Έντουαρντ Φέρραρς μέσα στη σιωπή και την αξιοπρέπεια που τη διακρίνει.

Πονά που μαθαίνει πως ο Έντουαρντ πλέον συνδέεται με κάποια άλλη, όμως όταν η Μαριάν θα προσγειωθεί στον Καιάδα της ερωτικής απελπισίας, αφημένη από το χέρι του αλαζονικού Γουίλλομπυ που μοιάζει να παίζει μια παρτίδα πόκερ με την ψυχή και τις ελπίδες της, θα βρεθεί στο πλάι της για να την στηρίξει. Ο χαμένος έρωτας θα αφαιρέσει το ροδαλό χρώμα από τα μάγουλα της Μαριάν, οι αλλοτινές μέρες ευτυχίας θα τής προκαλούν ασφυξία μακριά από τον Γουίλλομπυ που αργά ή γρήγορα θα πληρώσει το παράπτωμά του, και η ζωή της θα αρχίσει να μοιάζει με κρεμμύδι, όπου αφαιρώντας κάθε στρώμα ευρωστίας, καλής ψυχικής υγείας και αισιοδοξίας, θα την κάνει να δακρύζει και να επαληθεύει το ότι ο άντρας ποτέ δεν ξέρει τον τρόπο να πει το αντίο, και η γυναίκα ποτέ δεν ξέρει τον κατάλληλο χρόνο για να το αποδεχθεί.

 

Στον πολυπρόσωπο αφηγηματικό κόσμο της Τζέιν Ώστεν, «Λογική & Ευαισθησία», ζωή δεν είναι παρά ό,τι απρόσμενο σού συμβαίνει ενώ έχεις ήδη περάσει στην αντίπερα όχθη της απόγνωσης. Οι συναισθηματικές φουρτούνες θα επικυρώσουν τις καταρρακωμένες καρδιές, τις προσδοκίες που ενίοτε γευόμαστε από τους άλλους και καταλήγουν στις προσωπικές και οδυνηρές χρεοκοπίες μας, την θλιβερή διαπίστωση πως για όλους έρχεται η στιγμή που κάποιος που ξέρουν, γίνεται κάποιος που νόμιζαν ότι ήξεραν, και πως καμία αγάπη ή φιλία δεν μπορεί να διασταυρωθεί στο δρόμο του πεπρωμένου μας χωρίς να αποτίσει προηγουμένως φόρο αίματος.

Η Αγγλίδα συγγραφέας, που εδώ και τρεις αιώνες έχει εξασφαλίσει το δικό της βάθρο στην παγκόσμια κλασική Λογοτεχνία, μέσα από τις αδελφές Ντάσγουντ και τους λοιπούς ήρωες που τις πλαισιώνουν, ευχαριστεί τον αναγνώστη στο τέλος του μυθιστορήματός της, μια κι η ανθρώπινη ύπαρξη δεν έγκειται στην ικανότητα των αγαπημένων πλασμάτων του Θεού να επιβιώνουν στις άγριες καταιγίδες, αλλά στον αυθόρμητο χορό τους κάτω από τη βροχή. Πράγματι, οι μείζονες πόνοι είναι και οι πιο βουβοί, όσοι δεν κλαίνε ποτέ, είναι γεμάτοι δάκρυα, όμως συχνά δεν είναι οι καταστάσεις που μας καταθλίβουν, αλλά η σημασία που δίνουμε σ’ αυτές, γιατί λησμονούμε κάτι πολύ σημαντικό: το γεγονός ότι η αρμονική σύμπραξη ορθολογικής και λεπταισθησίας, οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια σε ό,τι κάνουμε με ζέση, σε όσους αγαπάμε πολύ και σε όσα ολόψυχα ελπίζουμε. Αυτή η συμμετρία είναι εντέλει η ίδια η ευτυχία που επισφραγίζει τους δέοντες συνδυασμούς ανάμεσα στους ανθρώπους.

 

Και όσο η αναζήτηση της ευτυχίας καλά κρατεί μες στα διαχρονικά μυθοπλαστικά μονοπάτια της εσωστρεφούς Αγγλίδας, τόσο η πεποίθηση πως ο χαρακτήρας του ανθρώπου καθορίζει το πεπρωμένο του, τείνει να ισχύει. Ο κακός χαρακτήρας τρία σκάγια διαθέτει που διατρυπούν κάθε του επίστρωμα: την άκρατη περηφάνια, τον αδικαιολόγητο φθόνο και εκείνη την ανικανοποίητη φιλαργυρία που δεν είναι παρά η αρχή όλων των δεινών. Ο καλός χαρακτήρας, αντίθετα, εναρμονίζει το κάλλος με την αγνότητα, την πειθαρχία με τη σοφία, την αυτογνωσία με τον σεβασμό. Τα βήματα του μικρού κοριτσιού που η οικογένειά του το δίνει σε μια άλλη για να το μεγαλώσει, με την ευκολία που κανείς παραχωρεί σε κάποιου άλλου τη διακριτική ευχέρεια ένα ευτελές αντικείμενο, δείχνουν ότι εντός της ωριμάζει ένα μεγαλείο στο οποίο υπάρχει αλήθεια, συστολή και καλοσύνη, ή αλλιώς, ένας λευκός κύκνος που θα αναγκαστεί να συμβιώσει με τα αρπακτικά του Μάνσφηλντ Παρκ.

 

Η εννιάχρονη Φάνη είναι ένα από τα έντεκα παιδιά της Φράνσις Πράις που αν δεν φύγει σύντομα από το φτωχόσπιτό της, δεν θα γνωρίσει ποτέ τι εστί καλή και σωτήρια τύχη. Οι διαδικασίες κινούνται για να σταλεί στο αρχοντικό της θείας της, λαίδης Μπέρτραμ. Το Μάνσφηλντ Παρκ στην κομητεία του Νόρθαμπτον όμως, θα της επιφυλάξει ένα πολύ καχύποπτο καλωσόρισμα. Οι ξαδελφές της θα την αντιμετωπίσουν ως κατώτερη, αμαθή και άβουλη, και οι ιδιόρρυθμες θείες της ως το πρόσθετο ζευγάρι χέρια για κάθε υποχρέωση που τις αφορά, ενισχύοντας έτσι το έμφυτο αίσθημα της κατωτερότητας, του διασταγμού και της ανασφάλειας της νεοφερμένης Φάνης. Το κορίτσι που τρέφει ιδιαίτερη αγάπη για τον αδελφό της Γουίλλιαμ, θα θελήσει σύντομα να του γράψει ένα γράμμα και ο μόνος που θα τη βοηθήσει να το στείλει, είναι ο ξάδελφός της. Ο Έντμοντ θα της αποδείξει πως μες σε μια αγέλη λύκων, υπάρχει πάντα ένας ήρωας πρόθυμος να φέρει αντιμέτωπη τη λεία με τη μεγαλύτερη έκπληξη σε τούτη τη ζωή, που δεν είναι άλλη από τη συνειδητοποίηση της αξίας της. Ο Έντμοντ είναι ο μόνος που θα ασχοληθεί με ένα παιδί του οποίου η αθώοτητα είναι πιο δυνατή από την πονηριά χιλίων ενηλίκων κι αυτός που αντιλαμβάνεται από την πρώτη τους ουσιαστική συνανστροφή πως για να είναι ωραίος ένας άνθρωπος, πρέπει όλα πάνω του να είναι ωραία, από το πρόσωπο και τα ρούχα, ως την ψυχή και τις σκέψεις.

 

Τα χρόνια θα περάσουν, θα κυλήσουν σα νερό στο αυλάκι του Μάνσφηλντ Παρκ, όσο εικόνες και καινούργια πρόσωπα θα μεταβάλλονται διαρκώς στο αφηγηματικό σκηνικό, και η Φάνη Πράις θα γίνει μια δεσποινίδα, την οποία θα επιχειρήσει με κάθε τρόπο να κατακτήσει ο αμετανόητος γυναικοθήρας Χένρυ Κρώφορντ. Όμως εκείνης ο φρόνιμος χαρακτήρας, μα και το ενδιαφέρον που υποβόσκει για τον ξάδελφό της όλα αυτά τα χρόνια, δε θα της επιτρέψουν να ενδώσει. Η γνώμη της για τον κύριο Κρώφορντ δεν αλλάζει, κι ο ίδιος όσο κι αν προσπαθεί, χτυπά πάντα μια σφαλισμένη πόρτα. Πλάι στον Έντμοντ η Φάνη έχει ωριμάσει, εχει αντιληφθεί ότι η καλοσύνη σαν μιλάς μεταφράζεται σε εμπιστοσύνη, σαν σκέφτεσαι έχει ως αποτέλεσμα την εκγύμναση της ψυχής, και όταν δίνεις όσα έχεις μέσα σου, δημιουργεί μια άσβηστη αγάπη. Ο Έντμοντ που στοχεύει να γίνει κληρικός παρά τις διαφωνίες της άπληστης δεσποινίδος Κρώφορντ επί του θέματος, βλέποντας τα ψυχικά χαρίσματα της Φάνης και συμφωνόντας σε πολλά μαζί της, ξέρει πως πρόκειται για μια κοπέλα διαφορετική από τις άλλες, που αγαπά τη ζωή κι όχι την αντανάκλασή της πάνω στον πλούτο και την καλοπέραση. Πρόκειται για μια νεαρή γυναίκα, της οποίας οι ανεξάντλητοι αβροί τρόποι συγχωρούν την αγένεια και το θράσος των άλλων. Πράγματι, όσο κι αν ο Χένρυ Κρώφορντ με κοπλιμέντα που μοιάζουν με φιλιά κάτω από ένα αραχνοΰφαντο βέλο, αντλεί ευχαρίστηση από το καρτέρι του έρωτά της, όσο κι αν αυτή η σχέση κι ένας επικείμενος γάμος τους, βρίσκουν απόλυτα σύμφωνο τον θείο της, εκείνη ξέρει και μαζί της και ο αναγνώστης καταλαβαίνει πως η αφετηρία κάθε μικρού ή μεγάλου εγχειρήματος, είναι μόνο η επιθυμία.

Η ίδια επιθυμία που βράζει στο στήθος αυτής της τίμιας κοπέλας και του Έντμοντ, κι αυτή που μέλλει να εκπληρωθεί όταν τα αδέλφια Κρώφορντ θα είναι πια μακριά.

 

Στο πολυσχιδές «Μάνσφηλντ Παρκ», η Τζέιν Ώστεν ασχολείται με ανθρώπους, των οποίων εχθρός θα μπορούσε να είναι μονάχα ο ίδιος τους ο εαυτός, με τα άδεια κι επιπόλαια κεφάλια που πάντα κουνιούνται καταφατικά συχνότερα από όσα σκέφτονται, με στιγμές κατά τις οποίες ό,τι νιώθει κανείς πρέπει να μένει θαμμένο μέσα του, και δέντρα τα οποία ο Θεός κρίνει από τους καρπούς και όχι από τις ρίζες. Για τους υπερόπτες του «Μάνσφηλντ Παρκ», η ευτυχισμένη ζωή εξαρτάται από αντικείμενα και περιουσίες, κι όχι από ευγενείς στόχους, και για τους πιο ευαίσθητους όπως ο Έντμοντ κι η Φάνη, οι αρετές της ψυχής είναι ωραιότητα εν δράσει, κι αυστηρό προνόμιο των δυνατών.

Όσο για την ίδια την Ώστεν, την οποία ο αδελφός της είχε χαρακτηρίσει «επίπεδη μεγαλοκοπέλα με μοναδικό πάθος της τη Λογοτεχνία», θα μπορούσε κανείς να πει πως ισχύουν πολλά περισσότερα από αυτή την πεζή διαπίστωση. Η Ώστεν που γι’ άλλους πέθανε από φυματίωση και γι’ άλλους από σταδιακή δηλητηρίαση από αρσενικό, μοιάζει ασυναίσθητα να κάνει στους πιο «καλούς» της χαρακτήρες τις πιο σοκαριστικές εξομολογήσεις του εαυτού της κι ήξερε ότι σκοπός της συγγραφής είναι πάντα να μετατρέψει το αίμα σε μελάνι και πως το να είσαι συγγραφέας δε σημαίνει να κηρύττεις αλήθειες, αλλά να τις ανακαλύπτεις σε συνεργασία με τον αναγνώστη. Ίσως γι’ αυτό τα βιβλία της Τζέιν δε γερνούν. Γιατί η ίδια φρόντισε να αποτελέσουν πράξεις διαλογισμού γύρω από τα μείζονα ζητήματα της ζωής, κι αήττητες μηχανές του χρόνου.