Από τη Γεωργία Κακαλοπούλου
Ξύπνησε ο Αύγουστος από τον βαθύ του ύπνο.
Σιγοτραγουδά μια προσευχή στην Παναγιά, κρεμάει στο ηλιοκαμένο στήθος έναν θαλάσσιο αστερία και ξεκινά ξυπόλητος στη βρεγμένη άμμο για να μαζέψει βουερά κοχύλια και λαμπερά χαμόγελα για την συλλογή του.
Μυρίζει ο τόπος γινωμένη θάλασσα, νύχτες με δυόσμο και τριμμένα αστέρια στο παγωτό σοκολάτα των ονείρων μας.
Μυρίζουν οι μέρες φέτα από καρπούζι με τυρί και ξανοίγονται με λευκά πανιά πάνω σε αφρούς και φυσαλίδες που βγάζουν τα στήθη του Ποσειδώνα και των Ωκεανίδων.
Κι εμείς στεκόμαστε βυθισμένοι στον πάτο μιας ζωής που μας ζητά οδοιπορικά. Που μας εκβιάζει για λύτρα.
Μα ο Αύγουστος χαμογελά στραβά. Κάθεται σε έναν βράχο για να ανασάνει ανατολίτη άνεμο και να χαζέψει αλήτες γλάρους.
Σφίγγει τα φρούτα του στις χούφτες, τα κάνει μεγάλες μπουκιές, τρέχουν τα ζουμιά του και λερώνεται , κολλάει το χρυσό του δέρμα, γεμίζει με ουσίες , χρώματα κι αρώματα η πλάση και μετά, σαν καλός οικοδεσπότης ,μας καλεί να τον συντροφεύσουμε.
Καθώς απλώνει το αστραφτερό του χέρι, μας λέει πως τίποτε δεν μας ανήκει παρά ο χρόνος τούτος που διανύουμε γι αυτό και είναι μοναδικός. Και πρέπει να τον δαγκώσουμε βαθιά, να τρέξουν οι χυμοί του στο λαιμό και το στήθος μας, να λερωθούμε, να βαπτιστούμε από την αρχή άνθρωποι της γης και του ουρανού, να αγαπήσουμε το καλοκαίρι, να ευχαριστήσουμε το Θεό που μας χάρισε έναν ευλογημένο κι ευεργέτη Αύγουστο…
Καλό Μήνα!!!