Γράφει ο Ερμής:

Στέκει μοναχό στην άκρη της πλατείας του χωριού.

Αιώνια ανάμνηση των νέων που ακολούθησαν τα χνάρια της ξενιτιάς.

Παραμελημένο και λησμονημένο, ερειπώνει ώρα με την ώρα, ημέρα με την ημέρα, χρόνο με τον χρόνο.

Κανείς δεν ανοίγει πια τη μεγάλη σιδερένια πόρτα, ούτε γυρίζει το κλειδί στην κλειδαριά που αποζητά να θυμηθεί τον ήχο του αλλοτινού λαδωμένου μηχανισμού της.

Έρημες οι τάξεις λαχταρούν να πλημμυρίσουν ξανά από το ζωηρό παιδικό μελίσσι που τις αναζωογονούσε, έστω κι αν ζωγράφιζε τους τοίχους τους, έστω κι αν χάραζε τα θρανία τους, έστω και αν λέρωνε τα καλοσφουγγαρισμένα πατώματά τους.

Μακρινό και ολοζώντανο ξεπροβάλλει, σε κάθε γωνιά του άδειου κτιρίου, το πρωινό του Σεπτέμβρη, όταν μαθητές και δάσκαλοι επέστρεφαν στον οικείο, αγαπημένο και παράλληλα τρομακτικό χώρο.

Τώρα, μόνιμοι θαμώνες οι αράχνες, οι κατσαρίδες και το σαράκι και καθώς όλα γίνονται βορά της ασίγαστης πείνας τους, οι ακτίνες του ήλιου τρυπώνουν από τα μισοφαγωμένα παραθυρόφυλλα και προσπαθούν να ζεστάνουν την παγωνιά της εγκατάλειψης.

Συνταγή της Αμβροσίας: Μυστικό

Υλικά:

1 στρογγυλό πεπόνι

Λικέρ από φρούτα του πάθους

Πεπόνι

Καρπούζι

Μάνγκο

Φρούτα του πάθους

Μύρτιλα

Ράσμπερι

Βατόμουρα

Φραγκόσυκα

Σταφύλια μαύρα και άσπρα

Σημ. Η ποσότητα των παραπάνω φρούτων εξαρτάται από το μέγεθος του πεπονιού.

Εκτέλεση:

Κόβουμε το πεπόνι σε σχήμα κούπας και αφαιρούμε το περιεχόμενο. Κόβουμε σε κύβους το πεπόνι, το καρπούζι, το μάνγκο, τα φρούτα του πάθους, τα μύρτιλα, τα ράσμπερι, τα βατόμουρα και τα φραγκόσυκα. Βάζουμε όλα τα φρούτα σ’ ένα μπολ και προσθέτουμε ρόγες από τα σταφύλια. Στη συνέχεια τα περιχύνουμε με λικέρ και τα ανακατεύουμε προσεκτικά. Τα τοποθετούμε στην κούπα του πεπονιού και στολίζουμε με ροζέτες χρωματιστής σαντιγί (κίτρινη, ροζ, μωβ, γαλάζια).

Πίνακας: «The Village School», William Underhill.