από την Μαρία Πέττα.
Όλοι ανεξαιρέτως έχουμε δύο εαυτούς. Τον ανώτερο και τον κατώτερο εαυτό.
Λένε πως για να μπορέσει ένας άνθρωπος να γνωρίσει τον ανώτερο εαυτό του θα πρέπει πρώτα να γνωρίσει καλά τον κατώτερο.
Ο κατώτερος είναι αυτός που για τους περισσότερους από εμάς μοιάζει να είναι ο πιο βολικός. Είναι αυτός που μας επιτρέπει τις ατασθαλίες και τις πιο πολλές φορές υπερισχύει η γνώμη του.
Αν για παράδειγμα θέλουμε να βάλουμε έναν στόχο, ο κατώτερος εαυτός είναι αυτός που θα πει, «δεν βαριέσαι κι αύριο μέρα είναι», μόνο που αυτό το αύριο δεν φτάνει ποτέ. Είναι αυτός που μας επιτρέπει να πέφτουμε σε διάφορες παγίδες και πηγαδάκια κουτσομπολιού. Είναι αυτός που μας επιτρέπει να φάμε σοκολάτες εν καιρώ δίαιτας. Είναι ο αναβλητικός, ο καλοπερασάκιας και πολλές φορές αν όχι πάντα είναι και ανεύθυνος. Είναι αυτός που όλα επάνω του μοιάζουν τέλεια ενώ γύρω του ο κόσμος μοιάζει ατελείς.
Ο ανώτερος μας εαυτός είναι αυτός που επιβάλλεται. Αυτός που δεν επιτρέπει παρασπονδίες. Αυτός που όταν βγαίνει στην επιφάνεια ο κατώτερος λουφάζει στη γωνία, περιμένοντας υπομονετικά, επειδή γνωρίζει πολύ καλά, ότι ο άλλος είναι πιο ισχυρός, πιο δυνατός και αναμφίβολα αυστηρός. Είναι αυτός που μπορεί να επιβληθεί, να θέσει όρια, να απαγορεύσει. Είναι αυτός που στέκεται δίπλα στα «θέλω» και στα «μπορώ». Είναι αυτός που κάνει τις απαιτήσεις μας πράξεις.
Η αλήθεια είναι πως έχουμε ανάγκη και τους δύο εαυτούς μας. Θα πρέπει όμως να καταλάβουμε σε ποιες περιπτώσεις μπορούμε να τους συμβουλευόμαστε.
Να ελέγξουμε όλες τις πτυχές της ζωής μας. Να δούμε σε ποια σημεία είμαστε ευχαριστημένοι και σε ποια όχι. Να ελέγξουμε επίσης τις αντιδράσεις μας, τον τρόπο που φερόμαστε. Να δούμε αν είμαστε επηρεασμένοι από αντιδράσεις άλλων ανθρώπων. Οι περισσότεροι από εμάς αντιδρούμε όπως ακριβώς αντιδρά η μάζα, γιατί έτσι μάθαμε. Αν αναρωτηθούμε όμως πώς πραγματικά θα θέλαμε να αντιδράσουμε τότε θα ανακαλύψουμε την αλήθεια μας.
Κάπως έτσι θα γνωρίσουμε καλύτερα τον εαυτό μας και τους εαυτούς μας.