από την Αριστονίκη Θεοδοσίου-Τρυφωνίδου

Ψυχολόγος Σχολικής-Εξελικτικής κατεύθυνσης

Ψυχοθεραπεύτρια

Εξοριστήκαμε βίαια από την παιδική μας ηλικία όπου χρωστάμε την καταγωγή μας. Άλλοι στολισμένοι με ξέγνοιαστα Καλοκαίρια και άλλοι με πικρούς Χειμώνες, δεμένοι χειροπόδαρα ανακηρυχτήκαμε πολίτες. Την παιδική μας ηλικία την βρίσκουμε σαν γινόμαστε γονείς! Την αναβιώνουμε ενεργοποιώντας τις θύμησες. Θύμησες που μας αφηγήθηκαν οι δικοί μας γονείς μέσα από τις δικές τους κατασκευασμένες γονεικότητες. Και η ιστορία συνεχίζεται. Από το παιδί εργάτη φτάσαμε στο παιδί βασιλιά.

Η νέα οπτική που θέλει το παιδί να ενθρονίζεται σε θέση ενήλικα στην ουσία καταργεί την αθωότητα και την παιδικότητα συθέμελα. Το παιδί υπηρετεί τον ενήλικο ρόλο που του δόθηκε σαν τύραννος, καθότι η ανωριμότητα του το καθιστά ανίκανο να ενεργήσει για κάποιον άλλον πέραν του εαυτού του. Με αυτή την προοπτική το παιδί γίνεται θύμα της αγάπης.

Και εδώ εύλογα αναρωτιέμαι. Γιατί κάνουμε παιδιά; Κάνουμε παιδιά για να τα θυματοποιούμε στο όνομα μιας επικηρυγμένης αγάπης που δεν ζήτησαν; Γεννάμε το παιδί στην φαντασία μας και κατόπιν το παιδί μας καθιστά γονείς του φαντασιωτικού εαυτού του. Μέσα από αυτό το κοίταγμα στα πράγματα, το παιδί γίνεται η αιτία για να κατασκευάσουμε την γονεικότητα μας και ύστερα να την υποδυθούμε. Και αφού κατασκευάσουμε την γονεικότητα μας επιθυμούμε να κατασκευάσουμε και τον χαρακτήρα του παιδιού μας.

Ένα καλό παιδί είναι ένα βολικό παιδί. Είναι το παιδί που υπηρετεί τα δικά μας θέλω προσκυνώντας τις δικές μας προσδοκίες και ατενίζοντας το μέλλον του έτσι όπως εμείς το φανταζόμαστε. Ένα καλό παιδί είναι ένα συμμορφούμενο πιόνι του συστήματος που γαλουχείται με ιδανικά και αξίες και μαθαίνει να υπηρετεί τους άλλους με πειθήνια. Κατόπιν εμείς για να επιδείξουμε καλή γονεικότητα νομιμοποιούμε την θυσία προς τιμή της μητρότητας ή της πατρότητας. Ακούς <θυσιάστηκα για το παιδί μου> <γίνομαι θυσία για αυτά τα παιδιά>. Και πως πραγματοποιείται αυτή η θυσία; Με την αποδοχή της μη ευχαρίστησης.

Στην ουσία δηλαδή η γονεικότητα παίρνει μια αυτοτιμωρητική χροιά. Επιβάλλεται από τα κοινωνικά στερεότυπα η οδύνη στην γονεικότητα και η παράσταση αυτή ενσαρκώνεται μέσα από την παροχή υλικών αγαθών χωρίς τέλος αλλά και την αποδοχή της μη ύπαρξης του γονέα ως οντότητας. Ο γονέας μέσω της αυτοθυσίας προς τιμή της πατρότητας ή μητρότητας αγιοποιείται. Και αυτό συντελείται καθότι η γονεικότητα εντοπίζεται στο σταυροδρόμι της βιωματικής εμπειρίας του ατόμου και της κοινωνικής κατασκευής.

Αν μπορέσουμε να απαλλαχθούμε από το φαντασιωτικό παιδί τότε θα ανα-γεννήσουμε ψυχολογικά το παιδί μας. Θα του επιτρέψουμε να ζήσει την παιδική του ηλικία και θα αποκτήσουμε δικαίωμα στην ευχαρίστηση. Γιατί, όπως έλεγε και ο Clark, tο πιο σημαντικό πράγμα που οι γονείς μπορούν να μάθουν στα παιδιά τους είναι πώς να τα βγάζουν πέρα χωρίς αυτούς.