Από την Ισμήνη Χαρίλα

Η Αμαλιάννα Δεδούση απαντά στις ερωτήσεις του Writer’s Gang αναφορικά με το βιβλίο της «Υιοθετημένες Αναμνήσεις», που κυκλοφορεί από τον Εκδοτικό Οίκο Γαβριηλίδη.

Στο παραπάνω πόνημα καταγράφονται επτά αληθινές υποθέσεις υιοθεσιών που η δημιουργός, με την ιδιότητά της ως κοινωνική λειτουργός, τις αποτυπώνει εστιάζοντας στα καίρια σημεία.

Απέχοντας από τη σφαίρα της μυθοπλασίας, οι ιστορίες αυτές προβληματίζουν τον αναγνώστη και γεννούν πολλά ερωτηματικά για τα συναισθήματα που βιώνουν τόσο οι βιολογικοί και οι θετοί γονείς, όσο και τα υιοθετημένα παιδιά.

Άραγε η κοινωνία μας έχει ξεπεράσει τις προκαταλήψεις της και εάν ναι, πόσο κατάλληλη είναι η αντιμετώπισή της σε αυτό το ευαίσθητο θέμα;

Κυρία Δεδούση, το βιβλίο σας θίγει ένα πολύ σημαντικό ζήτημα – την υιοθεσία – που στο παρελθόν αποτελούσε ταμπού στη σκέψη ορισμένων ανθρώπων. Θεωρείτε ότι σήμερα η κοινωνία έχει απαλλαγεί από τις προκαταλήψεις της;

Α.Δ. Καλησπέρα, Από την εμπειρία μου δηλώνω ότι οι τα πράγματα έχουν βελτιωθεί σημαντικά και όλο και περισσότεροι γονείς τολμούν την ανακοίνωση της υιοθεσίας σε σχέση με το παρελθόν. Ωστόσο, η έλλειψη ενημέρωσης ή το υπερβολικό άγχος για το τι μέλλει γενέσθαι σε σχέση με τις αντιδράσεις του παιδιού στο μέλλον ή ακόμα και γιατί δεν κατανοούν και τους πληγώνει η ιδέα ότι το θετό παιδί μια μέρα θα αναζητήσει τις ρίζες του, κάνει πολλούς θετούς γονείς να μη νιώθουν ασφαλείς  με αποτέλεσμα να αποκρύπτουν την πραγματικότητα ή να φέρονται γενικώς με μυστικοπάθεια. Από την άλλη, η κοινωνία μας δεν έχει ωριμάσει και δεν έχει εκπαιδευτεί πιθανά τόσο ώστε να επιτρέπει στην υιοθεσία να «ανθίζει» ασχολίαστη. Εν κατακλείδι, η κοινωνία δεν έχει απαλλαγεί ακόμα από τις προκαταλήψεις της και έτσι το θέμα υιοθεσία εξακολουθεί να αποτελεί ταμπού.

Οι περιπτώσεις που καταγράφετε είναι πολύπλοκες και με μια ιδιαίτερη δυναμική. Ήταν εύκολη η αποστασιοποίησή σας κατά τη διάρκεια καταγραφής τους;

Α.Δ. Όχι μόνο δεν ήταν εύκολη αλλά αντιθέτως αναβίωσα κάποια από τα περιστατικά. Άλλωστε οι περισσότεροι αναγνώστες του βιβλίου με έχουν ενημερώσει ότι «το συναίσθημα μου» φαίνεται στο βιβλίο. Η αποστασιοποίηση επετεύχθη τελικώς με τη συνεχή διόρθωση των κειμένων και όχι με την αρχική καταγραφή των περιστατικών.

Στον πρόλογο του βιβλίου σας αναφέρετε πως το συγκεκριμένο πόνημα δεν φιλοδοξεί να καταχωρηθεί στη σφαίρα της λογοτεχνικής δημιουργίας. Διηγείστε όμως επτά ιστορίες που έχουν τα χαρακτηριστικά για να αποτελέσουν αυτοτελή μυθιστορήματα. Ποιος είναι επομένως ο λόγος που επιλέξατε να μην ακολουθήσετε αυτήν την κατεύθυνση;

Α.Δ. Όλα τα χρόνια που εργάζομαι και συνεργάζομαι με συναδέλφους κοινωνικούς λειτουργούς, πολλές φορές σε μεταξύ μας συζητήσεις ακουγόταν η φράση: «μια μέρα όλα αυτά πρέπει να μπουν σε βιβλίο».

Η αλήθεια είναι ότι έχουμε δουλέψει με πολύ δύσκολα περιστατικά κακοποιήσεων ανηλίκων των οποίων οι ιστορίες θα ανατρίχιαζαν και τον πιο σκληραγωγημένο αναγνώστη. Έχοντας την ανάγκη να εκτονώσω όλο αυτό το συσσωρευμένο συναίσθημα τόσων χρόνων δουλειάς, ήταν αυτό που με οδήγησε να γράψω το βιβλίο. Ο λόγος για τον οποίο επέλεξα να μην καταχωρηθεί το βιβλίο μου στη σφαίρα της λογοτεχνικής δημιουργίας, είναι μάλλον γιατί δεν θεωρώ τον εαυτό μου συγγραφέα και δεν θα ήθελα να κλέψω αυτόν τον τίτλο από φτασμένους ανθρώπους των γραμμάτων. Εξακολουθώ να είμαι μια απλή κοινωνική λειτουργός.

 

Ένα βασικό συμπέρασμα, που προκύπτει από την ανάγνωση των ιστοριών, είναι η σημαντικότητα της γνώσης της αλήθειας. Στις συγκεκριμένες όμως περιπτώσεις δεν λειτούργησε πάντοτε με τον ίδιο τρόπο. Ποια είναι η δική σας άποψη;

Α.Δ. Μα συμφωνώ απόλυτα μαζί σας αλλά αυτό που είναι βασικό, είναι πότε κανείς μαθαίνει την αλήθεια, με ποιον τρόπο και κάτω από ποιες συνθήκες ανατροφής και εκπαίδευσης ώστε να την κατανοήσει σαν κάτι δεδομένο και όχι σαν κάτι «διαφορετικό».

 

Ως κοινωνική λειτουργός, ποια θα ήταν η συμβουλή σας σε κάποιους που επιθυμούν να υιοθετήσουν ένα παιδί και αντιστοίχως σε εκείνους που προτίθενται να δώσουν το παιδί τους για υιοθεσία;

Α.Δ. Σε αυτούς που θα υιοθετήσουν θα συμβούλευα να είναι απολύτως σίγουροι ότι το κάνουν από την αγάπη τους για τα παιδιά και όχι γιατί πιστεύουν ότι θα σώσουν το γάμο τους, ή θα καταξιωθούν κοινωνικά, ή ότι θα έχουν κάποιον στα γεράματά τους να τους προσέξει. Και επίσης να τα μεγαλώνουν με αγάπη και να αποδέχονται ότι τα παιδιά που έχουν υιοθετήσει θα μεγαλώσουν, θα περάσουν από τη φάση της εφηβείας (τότε, πολλοί θετοί γονείς επιλέγουν να πουν την αλήθεια, πιστεύοντας ότι αν ήταν βιολογικά τους παιδιά θα ήταν διαφορετικά τα πράγματα) και πιθανά να αναζητήσουν τις ρίζες τους.

Όσο για αυτούς που προτίθενται να δώσουν το παιδί τους για υιοθεσία, δεν έχω καμία συμβουλή. Σπάνια είναι τα περιστατικά όπου ανύπαντρες μητέρες δίνουν τα παιδιά τους γιατί δεν μπορούν να τα μεγαλώσουν για οικονομικούς και κοινωνικούς λόγους, όπως γινόταν παλιά. Οι βιολογικοί γονείς είθισται να δίνουν παιδιά ως επιχειρηματική δραστηριότητα.

 

Στους μελλοντικούς σας στόχους συμπεριλαμβάνεται η συγγραφή ενός νέου βιβλίου και εάν ναι, θα θέλατε να μας μιλήσετε για τη θεματική του;

Α.Δ. Προς στιγμήν δεν σκέφτομαι να γράψω βιβλίο ωστόσο αν έγραφα, σίγουρα δεν θα είχε σαν θεματική περιστατικά της δουλειάς μου.

 

Κυρία Δεδούση, σας ευχαριστούμε πάρα πολύ για την παρουσία σας στο Writers Gang και σας ευχόμαστε κάθε επιτυχία στα μελλοντικά σας σχέδια.

Και εγώ σας ευχαριστώ πολύ για την πρόσκλησή σας, θεωρώ ότι είναι τιμή μου να δίνω συνέντευξη σε ένα χώρο όπου παρελαύνουν καταξιωμένοι Συγγραφείς.