Ήμουν 16 χρονών και είχα στείλει το μυθιστόρημα που έγραφα κάθε βράδυ μεταξύ 1 με 3 το πρωί στην γραφομηχανή που μου αγόρασε ο παππούς μου, στον εαυτό μου! Μου είχαν πει πως για να εξασφαλίσει κανείς τα πνευματικά δικαιώματα των γραπτών του χρειάζεται να ταχυδρομήσει στην διεύθυνση διαμονής του.
Ήταν μεσημέρι και μπήκα φουριόζα στο σπίτι και καθώς άνοιξα την πόρτα είδα τους γονείς μου να διαβάζουν το μυθιστόρημα που έστειλα στον εαυτό μου! Άρχισα να τους φωνάζω λέγοντας τους ότι δεν τους επιτρέπω να ανοίγουν γράμματα που είναι για μένα! Είχα εκνευριστεί πολύ που δεν μπορούσαν να καταλάβουν πως κάποια πράγματα δεν ήθελα να τα μοιραστώ μαζί τους! Και αυτό το δικό μου <μυθιστόρημα> ήταν κάτι που δεν ήθελα να το μοιραστώ μαζί τους. Τότε στα δεκαέξι μου! Εκείνα τα χρόνια της αποκαθήλωσης των γονεικών προτύπων!
Σχεδόν είκοσι χρόνια μετά ξεθάβω από το χρονοντούλαπο αυτή την πρώτη εφηβική μου προσπάθεια γραφής και την μοιράζομαι μαζί σας!
Καστέλα ξέρεις να ζωγραφίζεις Αγγέλους;
Της Αριστονίκης Θεοδοσίου
Διάβαζα και ξαναδιάβαζα τη γαλλική εφημερίδα. Δεν πίστευα στα μάτια μου. Θυμάμαι όταν γνώρισα τη Καστέλα εκείνο το ροζοκίτρινο φθινοπωρινό απόγευμα στην NOTRE DAME. Μελαγχολική, θυμωμένη και σιωπηλή. Ήτανε παράξενος άνθρωπος και έλεγα στον Κοσμά:
-‘Κυνηγάς χίμαιρες Κοσμά. Δεν μπορεί μια φοιτήτρια των Καλών Τεχνών του Παρισιού να σε ερωτευτεί τρελά. Αυτές Κοσμά μου είναι ερωτευμένες μονάχα με την τέχνη τους και τη φήμη τους. Που να με ακούσει ο καημένος ο Κοσμάς. Πως τα φέρνει αυτή η ζωή… απ’τή μια στιγμή στην άλλη.
<Αυτή είναι του αληθινού Ανθρώπου η μοίρα να δέχεται τα δώρα της, όποτε
κι αν έλθουν και να τα αγαπά>
Καζαντζάκης
Τώρα η κα Καστέλα Διαμαντή ανακηρύχτηκε σε παγκοσμίου φήμης γνωστή ζωγράφος. Τα έργα της ανάρπαστα. Δεκάδες δημοσιογράφοι κατακλύζουν καθημερινά την γκαλερί της.
Τέτοιες σκέψεις με πολιορκούσαν εκείνο το απόγευμα. Κάτι μου έλεγε πως η είδηση αυτή είχε πολλά να μου θυμίσει. Δεν μπορούσα να ησυχάσω. Στην αρχή διαβάζοντας το άρθρο ένιωσα ρίγος, δεν μπορούσα να πιστέψω πως η Καστέλα, εκείνο το σιωπηλό κορίτσι που όποιος την έβλεπε την πέρναγε για ψηλομύτα, είχε φτάσει τόσο ψηλά. Η καρδιά μου πήγαινε να σπάσει από χαρά.
-‘Δε γίνεται, θα πάω! Πρέπει να δω αυτή την έκθεση. Θέλω να δω από κοντά το μεγαλείο της φίλης μου!
Έξω ψιχάλιζε. Το φεγγάρι ολόγιομο, με ακολουθούσε ενώ κάθε βήμα μου φωτιζόταν απ τις ασημένιες κορδέλες του, απλωμένες διάχυτα στην ουράνια απεραντοσύνη, σαν κραυγές θύμησης. Κάθισα σ ένα παγκάκι προσπαθώντας να ακούσω το φεγγαρίσιο μέλπισμα. Ένα μέλπισμα που ξεκινούσε από τα κατάβαθα του ουρανού και κατέληγε στα έγκατα της δοξασμένης πόλης.
Βυθισμένη στις σκέψεις και τα συναισθήματα μου, δεν άργησα να φτάσω στη γκαλερί. Είχε ακόμη πολύ κόσμο. Στολισμένη ,ακούσματα απαλόηχα που ηρεμούν τον άνθρωπο, πίνακες που μαγεύουν και σε μεταφέρουν σε άλλους κόσμους.. πιο βαθυστόχαστους. .τους κόσμους των άσπιλων ψυχών! Πήρα το φυλλάδιο με τις ονομασίες των έργων και άρχιζα να ξεναγώ τον εαυτό μου σε ονειρεμένες ακρογιαλιές ποτισμένες με τους τόνους των χρωμάτων.
Το μυστικό της Καστέλας ήταν ότι σε κάθε της έργο κυρίαρχο στοιχείο ήταν το προκλητικό κόκκινο σε συνδυασμό με μια αξιοζήλευτη αρμονία. Οργιάζουσα φαντασία.. Το τρένο των αναμνήσεων με πήρε πίσω.
Είχα αργήσει στο ραντεβού μου με την Καστέλα. Την είχα στήσει 15 λεπτά. Και κάνε κρύο εκείνο το απόγευμα.. Μου τηλεφώνησε η θεία Μαίρη από το Λονδίνο. Μου είπε σχεδόν κλαίγοντας πως οι γιατροί της βρήκαν καρκίνο στο στήθος. Η θεία Μαίρη δεν έχει παιδιά, ο άντρας της πέθανε πριν 2 χρόνια από εγκεφαλικό. Μένει μόνη με μοναδικό σκοπό της ζωής της το ορφανοτροφείο όπου εργάζεται. Να δίνει αγάπη στα μικρά ορφανά.
Πολύ με στεναχώρησε αυτό το τηλεφώνημα. Τη θεία Μαίρη την αγαπώ πολύ. Δε μπορούσα να συγκρατήσω τα δάκρυα μου. Το κρύο με δυσκόλευε να φτάσω και γρήγορα στο ραντεβού.
-Συγνώμη Καστέλα, κάτι μου έτυχε. Κάτι που…..
-Δεν πειράζει Σύλια, έλα πάμε να πιούμε μια ζεστή σοκολάτα. Την έχουμε ανάγκη. Πάμε;
-Πάμε όπου θες
-Γιατί είσαι βουρκωμένη;
-Συνέβηκε κάτι στη θεία μου
-στη θεία Μαίρη;
-Ναι, με πήρε τηλέφωνο πριν λίγο. Θα θελα πολύ να νουν κοντά της τέτοιες στιγμές.
-Γιατί δεν πας; Πάρε άδεια για το Σαββατοκύριακο και πήγαινε.
-Δεν ξέρω Καστέλα. Νιώθω πολύ αδύναμη, και αν πάω εκεί θα πρέπει να είμαι ήρεμη, η θεία χρειάζεται στήριξη .Κάτι που δεν μπορώ της δώσω, είμαι πεσμένη ψυχολογικά
-Τι έγινε Σύλια;
-Έχει Καρκίνο
Είχαμε φτάσει στη καφετέρια η Καστέλα διάλεξε ένα απόμακρο τραπεζάκι-όπως πάντα-, παρήγγειλε 2 ζεστές σοκολάτες με σαντιγί.
-Είναι δυνατή η θεία Μαίρη, θα τα καταφέρει. Μην απελπίζεσαι Σύλια. Όλα δουλεύουν για το καλό
-Ακούς τι λες; Τι ξέρεις εσύ από ασθενειες; Ε; Επειδή οι δικοί σου άνθρωποι είναι όλοι καλά νομίζεις ότι η ζωή είναι ρόδινη για όλους. Όποιος είναι έξω απ’το χορό ξέρει πολλά τραγούδια…..
-Σύλια, ηρέμησε!
-Γιατί να ηρεμήσω, πώς να ηρεμήσω με αυτά που ακούω;
Η Καστέλα με κοίταξε για λίγα λεπτά ίσια στα μάτια Τα μάτια της ήταν σαν μεγάλα αμύγδαλα, ήρεμη σοβαροφάνεια, αυτό που της είπα την πλήγωσε. Ένα δάκρυ κρεμόταν απ’το δεξί της μάτι. Χαμογέλασε ψυχρά, πονεμένα. Ήρθαν και οι σοκολάτες μας.
-Σύλια γεννήθηκα στο Ρέθυμνο της Κρήτης πριν 24 χρόνια. Ο πατέρας μου ένα βράδυ εξαφανίστηκε, παράτησε τη μάνα μου εμένα και την αδελφή μου. Η φυγή του ήταν ανεξήγητη. Η μαμά μετά από λίγους μήνες ξαναπαντρεύτηκε. Ο πατριός μου μας φερόταν άσχημα. Η Θάλεια πήρε τον κακό το δρόμο. Την χάσαμε από υπερβολική δόση νοθευμένης ηρωίνης. Ήταν η δίδυμη αδελφή μου. Πέρασα δύσκολα παιδικά χρόνια Σύλια, οι πληγές μου ακόμη αιμορραγούν… βίωσα τον πόνο σύψυχα, έκλαψα πολύ μα έπρεπε να συνεχίσω, έπρεπε να κερδίσω τη μάχη, η ζωή συνεχίζεται… και καθετί που συμβαίνει έχει το λόγο του, αφαιρώντας σου κάτι σου προσθέτει κάτι άλλο σου δίνει δύναμη!
Έμεινα και την κοίταζα. Πόσο άδικα της φέρθηκα. Ένιωθα πολύ άσχημα που την πλήγωσα μα πιο πολύ που υποτίμησα τις σκέψεις της. Πόσο πολύ αδίκησα την Καστέλα! Η ψυχρότητα της η σπουδαιοφάνεια, το αγέλαστο προσωπάκι της σε ξεγελούσαν……Η Καστέλα ήταν ένας αγωνιστής μια γενναία ψυχή…..
-Συγχώρα με Καστέλα…..σε παρακαλώ! Σευχαριστώ που μου άνοιξες την καρδιά σου. Δεν μπορώ όμως να καταλάβω τι εννοείς; Πως είναι δυνατόν όλα να συμβαίνουν για το καλό όταν πεθαίνει ένας άνθρωπος; Ο θάνατος και οι ασθένειες μόνο κακό προξενούν!
-Σύλια σκέφτεσαι επιφανειακά. Έκατσες ποτέ να φιλοσοφήσεις τη ζωή; Γιατί είμαστε εδώ Σύλια, γιατί υπάρχουμε αναρωτήθηκες ποτέ σου; Υπάρχει Θεός Σύλια! Σε αυτό τον κόσμο δεν είμαστε τυχαίοι, είμαστε απλώς περαστικοί. Αλλά αν δεν προσπαθήσεις να με καταλάβεις δεν θα με καταλάβεις. Αυτή είναι πορεία ζωής, τα πιστεύω μου. Έλα πιες τη σοκολάτα σου θα κρυώσει.
Εκείνο το κρύο απόγευμα και ενώ η καρδιά μου πονούσε γιατί σκεφτόμουν τη θεία Μαίρη, κατάλαβα πως το να κρίνουμε τους άλλους χωρίς να τους ξέρουμε είναι έγκλημα!
συνεχίζεται