από την Αναστασία Δημητροπούλου.

Άραγε να ισχύει αυτό που λένε οι πολλοί ότι όλα τα μέρη έχουν την ίδια απόσταση από τον παράδεισο; Ότι υπάρχει μια ρωγμή στο καθετί, από όπου εισβάλλει απροειδοποίητα το φως;

Ότι το να αγαπιέσαι σού δίνει δύναμη, ενώ το να αγαπάς σε οπλίζει θάρρος;

Όλα αυτά ισχύουν, αν κανείς λάβει ως δεδομένο ότι στην αριθμητική του απόλυτου έρωτα ένα κι ένα κάνουν πάλι ένα.

Όλα ισχύουν ναι, από τη στιγμή που μόνο ένας τέτοιος έρωτας δεν κάνει απλώς τον κόσμο να γυρίζει, μα κάνει το γύρισμά του να αξίζει να αξίζει τον κόπο.

Όλα ισχύουν από τη στιγμή που ένα ταξίδι, οποιοδήποτε ταξίδι, είτε του νου είτε της καρδιάς, παύει να έχει να κάνει με την

Όταν η διάσημη Ελληνίδα τραγουδίστρια, Θάλεια Γαλάνη θα φτάσει στο Σορέντο της Νότιας Ιταλίας, δεν φαντάζεται ότι η καρδιά της θα ανακτήσει όσα τής είχε αποσπάσει πριν λίγο καιρό ένας άντρας που διατεινόταν πως ζούσε μονάχα για ‘κείνη.

Έτσι είναι όταν κανείς χάνει την εμπιστοσύνη του στους ανθρώπους. Θωρακίζεται σε ένα στενό καβούκι, γίνεται ένας μικρός σωρός από ματαιωμένες ελπίδες και αχόρταγες λύπες.

Έτσι είναι μια γυναίκα που παύει να πιστεύει στην αγάπη. Μια τέτοια γυναίκα όταν σου μιλά, άκου τι έχουν να πουν τα μάτια της. Μια τέτοια γυναίκα είναι και η επιτυχημένη Θάλεια Γαλάνη, τής οποίας η καριέρα τής έχει γίνει ο σύντροφος και η παρηγοριά της. Όμως, αρκεί το άστρο, το ταλέντο και η καταξίωση για να είναι κανείς ευτυχισμένος;

 

Η Ευδοκία Νεφέλη, τής οποίας είχα τη χαρά να παρουσιάσω το πρώτο συγγραφικό πόνημα στο Ξενοδοχείο Βυζαντινό της Πάτρας το βράδυ της 19ης Ιανουαρίου, αποδεικνύει πως όταν κανείς αμφιβάλλει, πρέπει να βρεθεί κάποιος άλλος για να τονώσει την πίστη του. Όταν κανείς έχει απογοητευθεί, είναι αναγκαίο να βρεθεί αυτός ο άλλος που θα τον κλείσει προστατευτικά κάτω από τα φτερά της αγάπης.

Μόνο τότε θα επιστρέψουν τα ζωηρά χρώματα στις μέρες, το χαμόγελο στα χείλη, η ζεστασιά μέσα στην καρδιά.

Ο ευκατάστατος Έντσο Ντι Νότε, θα γοητευθεί από την Θάλεια Γαλάνη. Σύντομα, λαβωμένος από τα βέλη ενός έρωτα με την πρώτη ματιά, θα επιστρατεύσει τα πάντα για να μπει στην ψυχή της. Και να κατοικήσει εκεί. Οι δισταγμοί, η επιφυλακτικότητα και η αβεβαιότητα με ένα φιλί κάμπτονται πάντα. Με ένα φιλί που μάς κάνει αθάνατους. Με εκείνο το φιλί που με έναν μαγικό τρόπο μάς υπαγορεύει τους ανθρώπους της ζωής μας.

Ο Έντσο είναι ένας άντρας που ξέρει τις γυναίκες. Τα τερτίπια και τις σκέψεις τους. Έχει χορτάσει τον επιφανειακό έρωτα και τώρα ζητά να δοκιμάσει την τύχη του στο ουσιαστικό σμίξιμο των συναισθημάτων. Όταν οι αντιστάσεις χαλαρώνουν, οι καλοδομημένοι πρωταγωνιστές του συγκεκριμένου βιβλίου, μαθαίνουν πως η αγάπη είναι τελικά το αληθινό μας πεπρωμένο και πως μονάχα με κάποιον άλλον θα βρούμε το νόημα της ζωής, ποτέ μόνοι μας. Θα βεβαιωθούν, γητεμένοι από τις ομορφιές της ακτής του Αμάλφι, ότι τα μάτια που μας κοιτάζουν με τρυφερότητα είναι πάντα τα πιο ωραία. Ότι δεν πρέπει να λέμε «σ’ αγαπώ επειδή τυχαίνει να σε έχω ανάγκη», αλλά «σ’ έχω ανάγκη επειδή σ’ αγαπώ».

Και ότι στις αγάπες, ισχύει ό,τι στις διαθήκες: η τελευταία ακυρώνει όλες τις προηγούμενες.

 

Με μια διάχυτη γυναικεία ευαισθησία, η συγγραφέας είναι εκείνη που μυεί τον αναγνώστη της από την πρώτη κιόλας σελίδα στο τι σημαίνει πάθος, στο τι σημαίνει να αφήνεσαι. Με πολλές αλλά πάντα αληθοφανείς δόσεις κοσμοπολιτισμού, είναι η οδηγός ενός λογοτεχνικού ταξιδιού στο οποίο κανείς ποτέ δεν πλήττει.

Γράφει γνωρίζοντας ότι σε ένα ζευγάρι δεν είναι αρκετό να κοιτάζουν ο ένας τον άλλον, αλλά να κοιτάζουν προς την ίδια πάντα κατεύθυνση.

Γράφει γνωρίζοντας πως η τέχνη είναι ο πιο σύντομος δρόμος από άνθρωπο σε άνθρωπο και κατανοεί πως η λογοτεχνία μάς δίνει μια δεύτερη ευκαιρία, την οποία η ζωή μάς αρνείται. Και δεν γράφει μονάχα για την αγάπη, παρόλο που φαίνεται πως έχει πολλά να πει και τώρα και στο μέλλον. Με έναν ευρηματικό τρόπο, θα κινηθεί σε αστυνομικά μονοπάτια. Στα μονοπάτια του μυστηρίου και της αρχαιοκαπηλίας.

Στα μονοπάτια του πλούτου που δεν είναι πάντα καθαρός και αθώος. Αυξάνει βαθμιαία την αναγνωστική ένταση με λόγο που θυμίζει αρχιτεκτονική. Καθώς όλα στο βιβλίο της, οι λεπτομέρειες δηλαδή που το κάνουν να ξεχωρίζει, είναι καθαρά θέμα αναλογιών.

 

Αν κρατώ κάτι και περιμένω για το επόμενο συγγραφικό της βήμα, είναι ότι μέσα από την ιστορία της, η αγάπη είναι ο φωτεινός εκείνος σηματοδότης που μας δείχνει κάτι καινούργιο για τον εαυτό μας, βρίσκεται στην αρχή, τη μέση και το τέλος των πραγμάτων, κι αν πολλές φορές για τον κόσμο δεν είμαστε παρά ένα άτομο, για κάποιο άτομο μπορεί να είμαστε όλος ο κόσμος. Το «Μια Σειρήνα στο Σορέντο», αποτελεί, θα έλεγα την πρώτη απόδειξη για το ότι η Ευδοκία Νεφέλη δαθέτει τη στόφα του καλού αφηγητή. Πώς το καταλαβαίνει κανείς αυτό;

 

Μα φυσικά από τον τρόπο που χειρίζεται τη γλώσσα, και τις συναισθηματικές εναλλαγές των χαρακτήρων της. Η Ευδοκία Νεφέλη χρησιμοποιεί μόνο αποτελεσματική γλώσσα. Καθαρή και ακριβή. Το βιβλίο της διαθέτει πνευματική δύναμη.

Είναι μια περιπέτεια του μυαλού, στην οποία καλείται ο αναγνώστης να βουτήξει με κλεστά μάτια, και αποτελεί κι ένα βιβλίο που δεν το διαβάζουμε εμείς, αλλά που αυτό διαβάζει εμάς. Είναι ένα βιβλίο, μέσα στο οποίο ποτέ δε μπορείς να πεις ότι παραμένεις ακίνητος.

Ο έρωτας του Έντσο και της Θάλειας, πιστοποιεί πως η μόνη ευτυχία στη ζωή είναι να αγαπάς και να αγαπιέσαι, και ταυτόχρονα συγκινεί καθώς η συγγραφή της είναι ένα από τα σπουδαία εκείνα όνειρα της νεότητας του ανθρώπου, που η εκπλήρωσή του δε μπορεί να υποκατασταθεί από τίποτα στον κόσμο.

Τι θέλω να πω με αυτό; Πως η συγγραφέας στόχευσε όχι μόνο καλά, μα τέντωσε το τόξο με όλη της τη λογοτεχνική δύναμη.

Κι επειδή δείχνει ξεκάθαρη με αυτό που θέλει να εκφράσει μέσα από το πρώτο βιβλίο της, ο κόσμος εκείνο το βράδυ τής απάντησε με σαφήνεια και την τροφοδότησε με συνεχή ενθάρρυνση για κάθε επόμενο σάλτο στα άδυτα της Τέχνης του Λόγου.