Κυριακάτικη βόλτα στο Μοναστηράκι για καφέ.

Για καφέ και για πέρασμα από το παζάρι. Το γνωστό εκείνο παζάρι με τις αντίκες..

Ναι, είναι γεγονός! Οι αντίκες, γενικά τα παλιά πράγματα, ασκούν μία κάποια γοητεία. Κοιτώντας τα και κυρίως, ακουμπώντας τα, σου δίνεται η αίσθηση πως κάνεις ένα μικρό ταξίδι πίσω στο χρόνο!

Εκείνος ο παρηκμασμένος και χτυπημένος πολυέλαιος, που του λείπουν και μερικά κρυσταλλάκια, ποιό σαλόνι, προφανώς αστικής οικίας, φώτιζε;..
Πόσα γλέντια δόθηκαν σε εκείνο το σαλόνι; Εκείνα τα γλέντια που κάναν οι «παλιοί», ίσως προπολεμικά, όπου μαζεύονταν, τρώγαν, τραγούδαγαν, ίσως χόρευαν και σίγουρα τσακώνονταν για τα πολιτικά..

..όπου τα παιδιά έπαιζαν και κυνηγιόντουσαν, κάτω από τα «μαλώματα» των μεγάλων κα πριν την παραδοχή πως «άστα, παιδιά είναι, γιορτή έχουμε»

Εκείνο το αρχαίο τηλέφωνο με το σχεδόν μαδημένο ψωριάρικο καλώδιο, ποιες συνομιλίες άκουσε; Πόσες φορές γύρισε το «μηδέν» για να ακουστεί καλύτερα, όπως νόμιζαν, η συνομιλία;..

Εκείνος ο καθρέπτης, που πλέον είναι και λίγο θαμπωμένος, πόσα κορίτσια είδε να στήνονται και να ποζάρουν μπροστά του;..

Αυτά και άλλα πολλά περιλαμβάνει το χαζολόγημα στα παλιά πράγματα. Εκεί που οι …. παλιατζήδες, βαφτίστηκαν «αντικερί» και πουλάν τα σκουπίδια αλλωνών για περίπου, χρυσάφι..

Ξάφνου, η ματιά πέφτει σε ένα κάδρο. Εκείνα τα παλιά κάδρα, με την περίτεχνη κορνίζα, με το πόδι που έχουν από πίσω, για να στέκονται στο τραπέζι. Πολυκαιρισμένο και αυτό και ταλαιπωρημένο.
Όμως το βλέμμα αιχμαλωτίζει ο ένοικος του κάδρου..

Ναι, η επιτραπέζια κορνίζα, δεν είναι άδεια. Έχει μία φωτογραφία.
Είναι φανερό πως είναι η φωτογραφία που πρωτομπήκε στην κορνίζα και έμεινε έκτοτε εκεί, ποιος ξέρει από πότε..

Στη φωτογραφία, μία κοπέλα. Μία νεαρή, όμορφη, φωτογενής, κοπέλα, χαμογελά..
Στο φόντο πίσω της διακρίνονται επιγραφές από καταστήματα «Εδώδιμα αποικιακά, Εμποροραφείον κλπ..)

«Η φωτογραφία είναι από τότε που μπήκε στην κορνίζα», λέει ο μαγαζάτορας, ο οποίος διακρίνει το καρφωμένο στη φωτογραφία βλέμμα.
Περισσότερες πληροφορίες που δοθήκαν επιτόπου λένε πως η φωτογραφία πάρθηκε το 1939..

Κάτι ο ήλιος που βάραγε δυνατά, κάτι η κόπωση από τη βόλτα και η αναπόφευκτη αποχώρηση από το παζάρι με τις αντίκες, προς αναζήτηση σκιερού τραπεζιού σε κοντινή καφετέρια.
Ωραίος ο καφές. Ωραία και η δροσιά..

Όμως η σκέψη ταξιδεύει.
Στην κοπέλα της φωτογραφίας.
Που έχει ακουμπήσει τσαχπίνικα τον αγκώνα και χαμογελά με ένα στραβό χαμόγελο στο φωτογράφο.
Στα μεγάλα φωτεινά της μάτια, που είναι πλημμυρισμένα με την ζωή, την αγάπη και την ελπίδα της νιότης της!

Σχεδόν ογδόντα χρόνια πίσω, στην προπολεμική Ελλάδα, μία νεαρή, όμορφη κοπέλα, ξεκίναγε τη ζωή της, γεμάτη ελπίδα και πίστη για το μέλλον της..

Τι να απέγινε άραγε;
Εκπλήρωσε τα όνειρα της; Παντρεύτηκε; Ταξίδεψε; Σπούδασε;
Να ζει άραγε ακόμα: Αν ναι, θα είναι αιωνόβια..

Ή μήπως δεν επιβίωσε από την Κατοχή και την πείνα;..

Όχι, όχι! Σίγουρα πέτυχε στη ζωή της! Αφού φαίνεται στα μάτια της!
Η σπιρτάδα για ζωή. Η δύναμη για αγάπη.

Φαίνεται το τσαγανό μιας εικοσάρας, που σε εποχή συμβάσεων και άκρατου αρτηριοσκληρωτισμού, αυτή δε μασάει και παίζει με το φακό του φωτογράφου!

Πίστεψα σε αυτή!

Πίστεψα στην κοπέλα της φωτογραφίας, της τραβηγμένης οκτώ δεκαετίες πριν!
Ξέρω πως δε «μάσησε» στη ζωή της. Πως αν παντρεύτηκε κάποιον που στάθηκε κατώτερος των περιστάσεων, αυτή δε θα είχε κανένα ενδοιασμό να τον στείλει από εκεί που ήρθε! Σίγουρα θα ζορίστηκε στη ζωή της. Οι ελεύθεροι πάντα ζορίζονται! Φταίει που χαλάνε την πιάτσα στους άλλους!..

..στο τέλος όμως, είμαι σίγουρος πως η κοπέλα της φωτογραφίας, κέρδισε!

Ξέρω πως έζησε καλά και όμορφα. Πως έκανε παιδιά και είδε εγγόνια που την αγάπησαν και τη λάτρεψαν!

Να ζει άραγε; Μάλλον όχι..

Αλλά όταν έφευγε για άλλους κόσμους, σίγουρα το έκανε με αυτό το αυτάρεσκο χαμόγελο που έχει στη φωτογραφία..

Η κοπέλα της φωτογραφίας.

Μία τελευταία τζούρα καφέ και ικανοποιημένος συνεχίζω τη βόλτα..