Από την Ισμήνη Χαρίλα
Νύχτες σφαγής κατά τη διάρκεια της Κατοχής, μια λιποταξία Ιταλών στρατιωτών, η ανομία της Εκκλησίας που παρερμήνευσε τις εντολές του Κυρίου, η πείνα των κατοίκων της Αθήνας, οι μνήμες από τη Μικρασιατική καταστροφή, η ορφάνια, η προδοσία και η ατίμωση είναι ορισμένα από τα θέματα των διηγημάτων που περιλαμβάνονται στο «Κόκκινο Βιβλίο» του Στρατή Μυριβήλη, που πρωτοκυκλοφόρησε το 1953 από τις εκδόσεις του Βιβλιοπωλείου της Εστίας και είναι αφιερωμένο στη γυναίκα του.
Στο διήγημα με τίτλο «Κάτω από τον άδειο ουρανό», ο δημιουργός γράφει ότι: «Ο Θεός είναι το είδωλο της αγνότητάς μας αντικρισμένο στον καθρέφτη του ουρανού. Λοιπόν οι άνθρωποι κοίταζαν μέσα στον καθρέφτη του ουρανού και δεν έβλεπαν τίποτα. Είχε θαμπώσει πάνωθέ τους το γαλάζιο κρουστάλλι, η θολούρα της καταχνιάς σηκώθηκε και σκέπασε το πρόσωπο του Θεού (…) Η καρδιά των ανθρώπων όλο και κρύωνε. Η απιστία γεννούσε τον κυνισμό και σε κάθε γωνιά πέθνησκε απροστάτευτη η αθωότητα».
Το απόσπασμα αυτό αποτυπώνει λοιπόν όλα τα κατώτερα αισθήματα που γεννιούνται στις ψυχές των ανθρώπων κατά τη διάρκεια του πολέμου και συνοψίζει την οργή, τον θυμό, τον πανικό, την επιθυμία εκδίκησης, αλλά και τον πόνο που απεικονίζονται αναλυτικά στα δεκατρία συνολικά διηγήματα του συγκεκριμένου πονήματος.
Με ρεαλιστικές περιγραφές και βασιζόμενος στις προσωπικές του εμπειρίες από το πεδίο της μάχης, ο συγγραφέας σκιαγραφεί τόσο τον φόβο που νιώθει κανείς, όταν βρίσκεται στη δίνη της φρίκης και της βαναυσότητας, όσο και τη σωματική και την ψυχική ένδεια.
Ο Μυριβήλης ιστορεί περιστατικά από την περίοδο των Βαλκανικών πολέμων και της Κατοχής που αποτελούν μαρτυρίες ντροπής για τους υπευθύνους και παράδειγμα προς αποφυγή για τις νεότερες γενιές, ενώ κάθε κείμενο κατέχει μια ιδιαίτερη δυναμική και συγκινησιακή φόρτιση. Εντέχνως βέβαια ο συγγραφέας κατορθώνει να διατηρήσει τις ισορροπίες, και να διαχειριστεί το θέμα του δίχως γραφικότητες και αποφεύγοντας κάθε υπόνοια διδακτισμού.
Σημαντικό δε είναι ότι δυστυχώς εφτά περίπου δεκαετίες αργότερα, το έργο εξακολουθεί να είναι επίκαιρο, αφού η ανθρωπότητα ταλανίζεται ακόμη από ένα φαινόμενο που αποτελεί αποκλειστικά δικό της δημιούργημα και επιλογή. Η ιστορία διδάσκει, το πνεύμα εξελίσσεται, αλλά συμπερασματικά η βαρβαρότητα του καταδικαστέου Μεσαίωνα θα επιζεί αιώνια. Τουλάχιστον έως ότου κάθε οντότητα κατανοήσει ότι ο επίγειος ρόλος της δεν οφείλει να αποσκοπεί στην καταστροφή και το σκοτάδι, αλλά στη δημιουργία και το φως.