της Δρος Αριστονίκης Θεοδοσίου-Τρυφωνίδου

 

 

Τα παιδιά λένε πάντα την δική τους αλήθεια. Την αλήθεια που μπορούν να αντιληφθούν τα αθώα τους μάτια.

Αυτήν την δική τους αλήθεια πρέπει να καταλάβουμε εμείς οι μεγάλοι και να την διανθίσουμε με στοιχεία πραγματικά, να διορθώσουμε τις στρεβλώσεις και να αγγίξουμε την ψυχή τους με ενσυναίσθηση, αγάπη, ειλικρινεια και σεβασμό.

Αυτήν την αλήθεια των παιδιών πρέπει να αποκωδικοποιησουμε ανάλογα με την ηλικία του παιδιού, το εξελικτικό στάδιο που βρίσκεται, την γνωστικοσυναισθηματική του κατάσταση, την νοητική του ηλικία. Μόνο έτσι θα καταλάβουμε την αλήθεια του παιδιού!

Το φαινόμενο της σεξουαλικής κακοποίησης ή παραβίασης των παιδιών έχει αναδειχθεί από τα μέσα του 18ου αιώνα, ωστόσο οι αναφορές αυτές διαφέρουν και αντιστοιχούν στο κλίμα αλλά και στα χαρακτηριστικά της κάθε ιστορικής περιόδου. Η κοινωνία μας αντιδρά στο φαινόμενο με παρεμφερή τρόπο που τα παιδιά-θύματα προστατεύουν τον εαυτό τους από την οδύνη και την αγωνία. Οι μνήμες των σεξουαλικών τραυμάτων σφραγίζουν τα παιδιά. Αυτή η σχάση λειτουργεί ως ανασταλτικός μηχανισμός τόσο στο σχεδιασμό και την εφαρμογή μιας γενικότερης και ενδελεχούς πρόληψηςτου φαινομένου.

Σεξουαλική κακοποίηση ή παραβίαση θεωρείται η συμμετοχή ή η έκθεση παιδιών και εφήβων σε πράξεις με σεξουαλικό περιεχόμενο, υποκινούμενες από ενήλκα που έχει σχέση φροντίδας ή έχει κάποια οικειότητα με το παιδί, οι οποίες έχουν ως σκοπό τη σεξουαλική διέγερση και ικανοποίηση του ενήλικα.

Οι πράξεις αυτές έχουν διάφορες μορφές με ή χωρίς επαφή, από την έκθεση σε επίδειξη, τις θωπείες και τις ασελγείς πράξεις μέχρι τη συνουσία.

Κατά κανόνα, η σεξουαλική κακοποίηση ή παραβίαση λειτουργει ως ιδιωτική υπόθεση, χωρίς μάρτυρες και συνήθως χωρίς σωματικά ευρήματα. Οι αποφάσεις που θα ληφθούν από τους επαγγελματίες συχνά φέρνουν αντιμέτωπους το λόγο ενός παιδιού με το λόγο ενός ενήλικα!

Η δυναμική του τραύματος του παιδιού αλλάζει το γνωστικό και συναισθηματικό προσανατολισμό του παιδιού προς τον κόσμο ενώ το τραύμα του παιδιού αλλοιώνει την ιδέα του παιδιού για τον εαυτό του, την άποψη του για τον κόσμο και την δυνατότητα ανάπτυξης συναισθήματος.

Η επίδραση της κακοποίησης βασίζεται σε τέσσερις τραυματογενείς δυναμικές: το στιγματισμό, την εξαπάτηση, την έλλειψη αντοχής και την τραυματική σεξουαλική ανάπτυξη.

Η παρέμβαση στις περιπτώσεις σεξουαλικής κακοποίησης ή παραβάσης ενός παιδιού έχει τους εξής στόχους:

  1. την εκτίμηση της επικινδυνότητας για το παιδί και την εξασφαλιση ενός ασφαλούς οικογενειακού περιβάλλοντος
  2. τον εντοπισμού του υπαίτιου, την απόδοση ευθύνης για το γεγονός
  3. την θεραπευτική αντιμετώπιση
  4. Η θεραπευτική αντιμετώπιση που έχει αναδειχθεί ως αποτελεσματική ειναι η τραυματοθεραπεία και η γνωστικό-συμπεριφοριστική θεραπεία του τραύματος.

Η προσέγγιση αυτή βασίζεται στη συλλογιστική ότι τα παιδιά μπορούν να αναπτύξουν εξαρτημένες αρνητικές συναισθηματικές συναρτήσεις με μνήμες της εμπειρίες παραβίασης και είναι δυνατόν σύμφωνα με αυτές να υιοθετήσουν γνωστικές στρεβλώσεις σε σχέση με το γεγονός.Οι αντιδράσεις αυτές είναι δυνατόν να προξενήσουν συμπτώματα όπως παρεισφρητικές μνήμες, επαναφορες, νυκτερινούς εφιάλτες, μηχανισμούς αποφυγής ή να συμβάλουν στη μεταβολή της άποψης για τον εαυτό και για τους άλλους όπως φόβος για τους άνδρες ή χαμηλή αυτοεκτίμηση. Η θεραπευτική παρέμβαση βοηθά το παιδί θύμα κακοποίησης να αναγνωρίζει και να εκφράζει τα αρνητικά του συνασθήματα που συνδέονται με την παραβίαση, να αναπτύσσει στρατηγικές αντιμετώπισης του άγχους, να τα βγάζει πέρα σε γνωσιακό επίπεδο ενώ προωθεί την διόρθωση γνωσιακών στρεβλώσεων και δεξιοτητων προληψης και επαναθυματοποιησης.

Ακόμη είναι καλό να γίνεται θεραπεία των γονιών. Οι γονείς θα πρεέπει να βοηθηθούν στο να κατανοήσουν και να απαντήσουν στις αντιδράσεις του παιδιού, να αντιμετωπίσουν την δική τους αγωνία με τροπους που θα τους επιτρέψουν να είναι ταυτχρονα διαθέσιμοι στο παιδί τους. Οι γονείς ακόμα πρεπει να μαθουν τρόπους αντιμετωπισης της συμπεριφοράς του παιδιού τους

Η θετική πρόγνωση της θεραπείας εξαρταται από την αντίληψη και τις αναπαραστασεις των παιδιών σε σχέση με την κακοποιηση. Τη συνοχή και την προσαρμοστική ικανότητα της οικογενειας. Την υποστήριξη του παιδιού, την συναισθηματική αντίδραση των γονιών στην θυματοποιηση του παιδιού, την ποιοτητα της συνεργασίας και του συντονισμού μεταξύ των υπηρεσιών και την καλά καταρτισμένη και διεπιστημονική θεραπευτική αντιμετώπιση.

Η σεξουαλική κακοποιηση είναι το τραύμα των τραυμάτων για να θεραπευθεί χρειάζεται συντονισμένες ενέργειες άπο όλους από το σχέδιο δράσης της πολιτείας μέχρι το τύπο. Η σεξουαλική κακοποίηση μπορεί να στοιχείωσει συθέμελα την παιδική ηλικία ενός παιδιού αν δεν αντιμετωπιστεί άμεσα και αποτελεσματικά. Αν λοιπόν εχουμε όλοι την έγνοια μας στο παιδί-τον αυριανό πολίτη αυτού του κρατους- θα πρεπει να αναλάβουμε την ευθύνη για την προάσπιση του!

 

Επεξηγηματικά σχόλια

 

 

Ο όρος σεξουαλική παραβίαση προτιμάται αντί του όρου σεξουαλική κακοποιηση γιατί: πρώτον το 65% των περιπτώσεων δεν παρατηρούνται σωματικές κακώσεις άρα ο όρος κακοποιηση μπορεί να παραπλανήσει και δεύτερον αφορά την εισβολή στον ψυχικό χώρο με επιπτώσεις στην ψυχική υγεία, την ψυχοσεξουαλική ανάπτυξη, τη σεξουαλική ταυτότητα και τη συμπεριφορά του παιδιού.

 

Ιδιαίτερη έμφαση θα πρέπει να δοθεί στην πρόληψη του φαινομένου. Από τις έρευνες διαφαίνονται κάποια χαρακτηριστικά γνωρίσματα οικογενειών υψηλής επικινδυνότητας. Αν αυτά τα στοιχεια αξιοποιουνταν και οι οικογενειες αυτές έχαιραν βοήθειας όπως εκτίμηση της επικινδυνότητας, αξιολογηση της γονεικοτητας και της σχέσης γονιου-παιδιού, αξιολογηση της εμπλοκής συντροφου στη ζωή της οικογενειας, ενίσχυση του δεσμού της οικογενεας, στηριξη στα παιδιά, εκτίμηση των ανσγκών τη οικογενειας κ.α.