Γεννήθηκα πάνω ακριβώς σε κείνη τη περίοδο που ερήμωνε η επαρχία από τη μετανάστευση, αρχές ’70.
Αυτό το κύμα μετανάστευσης πήρε και σήκωσε και τους γονείς μου και από τα ορεινά των Τρικάλων τους έριξε σε πόλη της Βαυαρίας, Νυρεμβέργη το όνομα.
Έξι μηνών ήμουν τότε και πως θα μπορούσαν να με κουβαλάνε πάνω σε αυτό το αβέβαιο κύμα;;
Με άφησαν λοιπόν στα σίγουρα μέρη στην αγκαλιά του θείου Νίκου και της θείας Κωνσταντίας! Κι αυτοί με αγκάλιασαν με περισσή φροντίδα και αγάπη..
Ναι, όσοι δεν τα γνωρίζετε αυτά, σας το λέω εγώ που τα έζησα..
Δεν ήμουν μια περίπτωση σπάνια εκείνη τη περίοδο, όχι.
Μια ολόκληρη γενιά παιδιών έζησε όπως εγώ, έμεινε πίσω σε σπίτια γιαγιάδων και στενών συγγενών μέχρις ότου οι γονείς να βολευτούν από σπίτι και δουλειά και να μάθουν πέντε λέξεις να συνεννοούνται στη ξένη γλώσσα και να έχουν σιγά σιγά και βάρδιες στις δουλειές τους, που να τους επιτρέπουν να φροντίζουν και τα παιδιά στο σπίτι.
Κι όπως, ίσως, καταλαβαίνεται για να γίνουν όλα τα παραπάνω πήρε χρόνια..
Στη δική μου περίπτωση έξι χρόνια!
Τόσα έμεινα κοντά στους θείους μου/γονείς..
Γονείς ναι, μη σας κάνει εντύπωση! Αυτούς είδα μπροστά μου σαν μωρό όταν άνοιγα τα μάτια μου, αυτούς και καθώς μεγάλωνα. Ο θείος μου με έπιανε στα πρώτα μου βήματα, η θεία μου περιποιόταν τις γραντζουνιές μου από το παιχνίδι στον κήπο.
Κι υπήρξα πραγματικά τυχερή γιατί βρέθηκα σε αγκαλιά ανθρώπων που με αγάπησαν, σαν παιδί τους..
Δεν ήταν όλα τα παιδιά που βρέθηκαν σε ίδια κατάσταση το ίδιο τυχερά.
Το έμαθα αυτό αργότερα όταν μιλούσα με άλλα παιδιά στο ελληνικό σχολείο στη Νυρεμβέργη και μου έλεγαν κι αυτά πως έζησαν με γιαγιάδες πολύ μεγάλες για να μπορούν να φροντίζουν ξανά ένα μωρό παιδί, με συγγενείς αδιάφορους ακόμη και αυστηρούς, που “έτρωγαν ξύλο” με το παραμικρό και άκουγαν κουβέντες, όπως “έχουμε να κοιτάμε κι εσένα τώρα, δεν μας έφταναν τα δικά μας…”
Φτώχεια, αμορφωσιά και δύσκολα χρόνια ..Ποιόν να κατηγορήσεις;
“Έγραψαν” όμως αυτά στις ψυχές μας… Σε άλλους με γλυκιές εικόνες και συναισθήματα και σε άλλους σκληρά και με πόνο..
Υπήρξα τυχερή.. αγαπήθηκα και αγάπησα πολύ τους θείους/γονείς μου.. μέχρι που πήγα δημοτικό έλεγα έχω δύο μαμάδες και δύο μπαμπάδες.
Ίσως μόνο… ομολογώ, αυτοί οι πρώτοι που με μεγάλωσαν στο χωριό να ήταν πάντα “οι γονείς της καρδιάς μου”..
Νικόλ