Στο πασίγνωστο νησί των Δωδεκανήσων, στη Ρόδο…

 

Δύο δεκαετίες και ένα χρόνο πίσω, εργασία σε κεντρικότατο μαγαζί, εστιατόριο – καφετέρια στην Παλιά Πόλη. Μέσα στην καρδιά του Καλοκαιριού και της τουριστικής περιόδου και τρέχουμε όλοι με φρενήρης ρυθμούς, για να προλάβουμε τις παραγγελίες!..

 

Ξαφνικά, μέσα στη χλαπαταγή, ακούγεται από ένα τραπέζι μία φωνή..

«Βιαζόμαστε;..»

 

Αιφνιδιασμός! Ευχάριστος αιφνιδιασμός..

 

Η φωνή γνώριμη, από το παρελθόν! Ο Θοδωρής!..

 

Η μνήμη τρέχει αρκετά χρόνια πίσω! Σε κλάσματα δευτερολέπτου ανακαλούνται οι πληροφορίες από το παρελθόν.

Ο Θοδωρής! Που είναι παντρεμένος, νυμφευμένος σωστότερα, με την Κάτια, από τη Φινλανδία! Εκείνη την κοπέλα, που την είχε καμακώσει, όπως ο ίδιος έλεγε, ερωτευθήκαν και οδηγηθήκαν στον γάμο, όπως έκαναν τόσοι και τόσοι στη Ρόδο, προκαλώντας την οργή και τις αντιδράσεις του ντόπιου γυναικείου πληθυσμού..

 

Τον κοιτάω! Με κοιτάει και επαναλαμβάνει, με παιχνιδιάρικο ύφος την ερώτηση. «Βιαζόμαστε;..»

 

Ο Θοδωρής, με πειράζει και ταυτόχρονα, μου θυμίζει, την ερώτηση που έκανα, παλιά, τότε που δουλεύαμε μαζί στο εστιατόριο του ξενοδοχείου, όταν πλάκωνε πελατεία και οι πανικόβλητες φωνές έπεφταν βροχή! Μου άρεσε να πειράζω – τρολλάρω τους συναδέλφους μου, λέγοντας εν μέσω πανικού, με επιτηδευμένα ήρεμο και αφασικό ύφος, «βιαζόμαστε;..»

 

Κοιτάω τον Θοδωρή! Ίδιος. Δεν έχει αλλάξει, τόσα χρόνια μετά, εκτός από μερικές γκρίζες τρίχες στο κεφάλι του..

 

…εκτός από τις δύο ξανθές κοπέλες, προφανώς τουρίστριες, που κάθονταν μαζί του στο τραπέζι, στη θέση που, κανονικά, θα έπρεπε να κατέχει η Κάτια, η γυναίκα του!..

 

Το συμπέρασμα βγαίνει αβίαστα, όπως και η ερώτηση.

«Είσαι ακόμα παντρεμένος;», ρωτάω με πονηρό ύφος

 

«Όχι βέβαια! Χώρισα.», απαντά με ύφος ανακούφισης…

 

Επιτηδευμένης ανακούφισης! Ο Θοδωρής, δεν μπόρεσε να κρύψει τη θλίψη του, τη στιγμή που έδινε την πάρα πάνω απάντηση…

 

..δε μπόρεσε να κρύψει την υγρασία στα μάτια του…

 

Ξάφνου, φάνηκε η αλήθεια. Αυτή η αλήθεια, που ο Θοδωρής, μέσω πρόσκαιρων σχέσεων με βόρειες, ξανθές, καλλίγραμμες υπάρξεις, προσπαθεί να κρύψει, παρουσιάζοντας την εικόνα του ελεύθερου και ωραίου πηδήκουλα!..

 

«Α, μπράβο, πέρασες την παιδική ασθένεια του Γάμου», λέω τη φράση της παρηγοριάς..

 

Δεν απάντησε. Μόνο κούνησε το κεφάλι και το βλέμμα του έφυγε στο κενό, βυθισμένος σε στιγμιαίες σκέψεις..

 

Έκανα μεταβολή, λέγοντας πως πρέπει να επιστρέψω στη δουλειά. Δεν ήθελα να έρθει σε ακόμα δυσκολότερη θέση..

 

«Τα λέμε ρε!», ήταν η τελευταία φράση..

«Τα λέμε», απάντησε αόριστα..

 

Δεν τα είπαμε ποτέ..

 

Η θλιβερή του φυσιογνωμία κυριάρχησε!

Κυριάρχησε, πάνω από την καλή του εμφάνιση. Πάνω από τα γκομενάκια που συνόδευε και που μάλλον αργότερα το ίδιο βράδυ θα οδηγούσε στο κρεβάτι..

 

Κυριάρχησε η θλιβερή εικόνα ενός άνδρα, ο οποίος είχε από πολλά χρόνια πριν αφήσει πίσω του την ηλικιακή περίοδο των «20», αλλά συμπεριφέρονταν ως τέτοιος.

 

Η θλιβερή εικόνα του ανθρώπου, η μοναξιά του οποίου ήταν κραυγαλέα. Θα μπορούσε να έχει κάθε μέρα, κάθε βράδυ διαφορετική, ακόμα και διαφορετικές τουρίστριες στο κρεβάτι του..

 

Καμία όμως από αυτές δε θα μπορούσε να αναπληρώσει το κενό στο κρεβάτι του. Το κενό στην καρδιά του..

 

Ο Θοδωρής είχε ένα ελάττωμα.

 

Διάβαζε! Είχε βιβλιοθήκη και του άρεσε να διαβάζει βιβλία!

Είναι ελάττωμα, για έναν άνθρωπο που θέλει να πει ψέματα στον εαυτό του, παίζοντας το «απελευθερωμένο από τα δεσμά του γάμου καμάκι» και τέτοια..

 

Το βάσανο, ορισμένοι το λένε και κατάρα, των σκεπτόμενων ανθρώπων, που δεν τους ικανοποιούν τα λίγα, τα πρόσκαιρα και εν τέλει, τα ψέματα..

 

Πόσοι και πόσοι υπάρχουν εκεί έξω!

 

Άνθρωποι, άνδρες και γυναίκες, που «πουλάνε», την εικόνα του επιτυχημένου, αλλά τα μάτια λένε και πολλές φορές κραυγάζουν, την αλήθεια!

 

Είναι αυτή η υγρασία στα μάτια, που λέει αλήθειες..