Για τον Προυστ, αργά η γρήγορα, έρχεται πάντα εκείνη η στιγμή που σε πολλά πράγματα δεν έχουμε πια τίποτα να περιμένουμε. Ετούτη η στιγμή είναι που σηματοδοτεί το βρόντημα μιας πόρτας πίσω μας και το υποχρεωτικό άνοιγμα μιας άλλης. Η ίδια είναι, που όπως και η αδιαφορία, μπορεί να σε σκοτώσει με ένα σωρό αναπαίσθητα χτυπήματα, εάν τής επιτραπεί. Η ίδια που μας υπενθυμίζει πως ζούμε μια πραγματικότητα που ορίζεται αυστηρά από τις ιδέες μας, πως όλες οι αλλαγές, ακόμα και οι πιο επιθυμητές, έχουν μια δική τους μελαγχολία, και μοιραία, αυτή που αξίζει να καταγράφεται.

 

Ο δημοσιογράφος και ποιητής, Μίλτος Γήτας, μοιάζει να αντλεί την έμπνευσή του από αυτήν την τόσο χαρακτηριστική και ταυτόχρονα, εύθραυστη στιγμή. Στο έργο «Vacui Dies» (Άδειες μέρες), το οποίο κι αποτελεί ιδιωτική εκδοτική πρωτοβουλία, αντιλαμβάνεται κανείς πως κάθε ζωή διαμορφώνεται αμέσως μόλις καταλάβουμε ποιοί είμαστε, πως οι πιο ωραίες νίκες μας είναι κυρίως εκείνες εναντίον του εαυτού μας, πως οι δυνατοί χαρακτήρες δημιουργούνται από την αλλαγή και οι αδύναμοι από τη στασιμότητα, και πως την ευτυχία δεν πρόκειται να μας τη φέρει κανείς σαν κουτί με γλυκά, μα πρέπει μόνοι μας να την αναζητήσουμε μέσα μας. Κατά την ανάγνωση γίνεται όλο και περισσότερο σαφές πως κάποιοι άνθρωποι έρχονται στη ζωή μας και εκείνη δεν είναι ποτέ ξανά η ίδια όταν επιλέγουν να φύγουν, πως οι γεμάτες καρδιές είναι παλάτια εν αντιθέσει με τις άδειες που θυμίζουν αβέβαιες προκάτ κατοικίες, και πως θυμόμαστε λίγο περισσότερο αυτούς που μας έκαναν να κλάψουμε από αυτούς που μας έκαναν να γελάσουμε. Έτσι είμαστε εξάλλου: χρησιμοποιούμε ασυναίσθητα πιο πολύ το σκοτάδι από το φως, και παρόλα αυτά συνθέτουμε την ομορφιά, το μυστήριο και το ανεξάντλητο πάθος να πληγώσουμε και να πληγωθούμε.

 

Έτσι είμαστε. Κι όχι μόνο σε προσωπικό επίπεδο, αλλά και σε κοινωνικό και διεθνικό. Πολλές φορές αποποιούμαστε ευθύνες χωρίς να σκεφτόμαστε τις συνέπειες αυτής της αποποίησης. Αναβάλλουμε όλο και περισσότερα για αργότερα, κι αυτό το αργότερα γίνεται με μαθηματική ακρίβεια, πολύ αργά. Στο έργο του, «Blog … από μελάνι» που κυκλοφορεί από τη revolution εκδοτική, ο Μίλτος Γήτας, συγκεντρώνοντας σκέψεις και προβληματισμούς όσον αφορά στην εποχή μας, τη ροπή μας στο εύκολο, το εύπεπτο και το αξιακά ευτελές, θα μας θυμίσει το παράπονο του Σεφέρη, πως το νοσταλγείς τον τόπο σου ζώντας σε αυτόν, είναι σκέτη πίκρα, αλλά και τη βεβαιότητα του Σαρτρ, πως μπορεί να υπάρξουν σίγουρα καλύτερες εποχές, αλλά τούτη είναι η δική μας. Γράφει με γνώμονα πως το μέλλον δεν είναι δώρο, αλλά κατόρθωμα, πως κάθε μαχητής έχει μια μάχη που είτε τον καθιερώνει είτε τον καταστρέφει, πως δε μπορούμε να γυρίζουμε την πλάτη στη χώρα μας γιατί καλώς ή κακώς μας έχει περικυκλωμένους, και πως πρέπει επιτέλους να γίνει κάτι για όσους ξεκίνησαν ως Δον Κιχώτες, κι επέστρεψαν Σάντσο Πάντσα.

 

Ωστόσο, όπως κι αν είναι ένας άνθρωπος, αυτό που μετρά είναι να αγαπιέται από τους άλλους για ό,τι ακριβώς είναι, κι αν αυτό για οποιονδήποτε λόγο δεν είναι εφικτό, ας παραμένει δυστυχισμένος μονάχος παρά μαζί με κάποιον άλλον. Η «Επαφή» του Μίλτου Γήτα που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Σοκόλη Κουλεδάκη, μοιάζει το ιδανικότερο ημερολόγιο ποίησης, και συνεπώς, κατάθεση ψυχής. Είναι γεγονός πως κανείς χρωστάει πάντα τη μοναξιά του σε εκείνους που δεν τον κατάλαβαν, που δεν τον ένιωσαν και τον εγκατέλειψαν όταν δεν έπρεπε. Από την άλλη, ποιά είναι η κατάλληλη στιγμή και η ακόμα καταλληλότερη αφορμή για το αντίο; Μήπως όταν οι εραστές συνειδητοποιούν ότι η αγάπη και η αμφιβολία δε μιλιούνται μεταξύ τους; Μήπως όταν η σιωπή χαράζει τα πρόσωπα με όλα εκείνα τα δάκρυα που από εγωισμό και μόνο δεν χύθηκαν; Η ποίηση του Μ. Γήτα θα θίξει ό,τι προκαλεί τις συναισθηματικές μας εξάρσεις. Και όχι μόνο τις πικρές. Θα ψηλαφίσει την αξία της φιλίας, τη νοσταλγία των περασμένων, και θα ενώσει το μαζί και το χωριστά. Μέσα από τους στίχους του, τα δεδομένα θα ξεπηδήσουν εντελώς φυσικά. Δεδομένο αποτελεί το ότι η απουσία διαγράφει τους ανθρώπους. Εξάλλου πού ακούστηκε να έχουμε απόντες φίλους κι εραστές; Δεδομένο είναι και το ότι πρέπει να αγαπάς αυτό που έχεις αν δεν έχεις αυτό που αγαπάς, ενώ σίγουρο είναι πως δεν υπάρχει και ούτε ποτέ θα υπάρξει μεγαλύτερη λύπη από την αναπόλυση της ευτυχίας τις μέρες της δυστυχίας.

 

Μέσα από την «Επαφή», και κάθε επαφή με το σύνολο του έργου του Μ. Γήτα, αν μένει κάτι ανεξίτηλο αυτό είναι πως όταν αναβάλλουμε τη ζωή, μαζί αναβάλλουμε και τη χαρά, ενώ βαθύτερα γίνεται αντιληπτό πως με τη δύναμη της θέλησης αλλάζουμε τον εαυτό μας και με τη δύναμη της πίστης τους άλλους. Και τελικά, δεν θα θεωρηθεί καθόλου υπερβολή αν πούμε στην περίπτωση του πολυπράγμονος Γιαννιώτη, πως κάθε ευτυχία γίνεται μεγαλύτερη και κάθε λύπη αντέχεται, εφόσον ο γραπτός του λόγος διατυμπανίζει πως κανένα φάρμακο δεν υπάρχει για την αγάπη εκτός από την ίδια την αγάπη και καμία σανίδα δεν είναι ποτέ πιο γερή από αυτήν της ελπίδας.