«Προσοχή στο διάκενο μεταξύ προσδοκίας και πραγματικότητας.
Κίνδυνος ατυχήματος!
Τελευταία προειδοποίηση.
Προσοχή στο διάκενο… τραυματίζονται τα όνειρα σας και κάποια από αυτά χάνονται.
Προσοχή! »
Σε ένα δρόμο γεμάτο από κόσμο οι σειρήνες ηχούσαν. Η προειδοποίηση σαφής. Κανείς όμως δεν τους έδωσε σημασία. Ούτε και εκείνη.
Η Λίλα κινούνταν μέσα στο χωροχρόνο με περίσσια χάρη. Γύρευε το αδύνατο σε ένα κόσμο άκρως ρεαλιστικό. Σουρεάλ καταστάσεις καθημερινής τρέλας! Προχωρούσε με το κεφάλι ψηλά σε κάθε κακοτοπιά πάνω στις δωδεκάποντες γόβες της αλλά σκόνταφτε πάντα πάνω στις προσδοκίες της. Γύρευε ό,τι προσδοκούσε και όχι ό,τι είχε ανάγκη. Ζητούσε χωρίς να διερωτηθεί τι από αυτά έδινε εκείνη.
Κάθε βράδυ η μοναξιά έκανε έρωτα με τις φοβίες της. Οι πολλαπλοί οργασμοί τους, της προκαλούσαν δάκρυα στα μάτια για να κοιτάξει το είδωλο της σε ένα καθρέφτη μετά και να πει γελώντας: «Δεν έχω ανάγκη κανέναν εγώ. Οι δυναμικοί άνθρωποι άλλωστε δε χρειάζονται κανέναν μπορούν και μόνοι τους. Χα! Κανέναν σας δεν έχω ανάγκη. Κοιτάξτε πόσο καλά είμαι και μόνη μου, μόνη μου, μου, μου, μου, μου…» Ηχώ σε ένα άδειο σπίτι γεμάτο από κενές προσδοκίες που έχτιζαν παλάτια πάνω σε άμμο. Για να πέσουν σαν τραπουλόχαρτα σε μια παρτίδα σχέσης που απλά δεν ανταποκρινόταν στις προσδοκίες της.
Κανείς όμως δε γεννήθηκε για να είναι μόνος αλλιώς θα γεννιόμασταν σαν φρούτα πάνω σε δέντρα ανάποδα μέχρι να ωριμάσουμε και να σαπίσουμε πέφτοντας στο χώμα… για να ξαναγεννηθούμε πάλι…
«Μοναξιά είναι το καταφύγιο που φθονούμε» θα πω σε μια παράφραση ποιήματος του Καρυωτάκη!
… είναι η δικαιολογία μας για ό,τι δεν αντέχουμε να αντιμετωπίσουμε!
… εκείνο που μας χώνει το κεφάλι στην άμμο και μας προκαλεί απροκάλυπτα να στρουθοκαμηλίσουμε!
Σε κανέναν δεν έχουμε ανάγκη να αποδείξουμε τίποτα εξάλλου παρά μόνο στον εαυτό μας. Όταν το καταφέρουμε αυτό σιωπούμε. Η Λίλα φώναζε κάθε βράδυ στον εαυτό της και κάθε μέρα στους άλλους. Για να πείσει ποιόν;
Και ο καιρός περνούσε μονολογώντας κάθε βράδυ και σκοντάφτοντας το πρωί στο διάκενο μεταξύ προσδοκίας και πραγματικότητας. Ζητούσε χωρίς να δίνει. Απαιτούσε χωρίς να προσφέρει. Μέχρι που ένα βράδυ οι σκιές έγιναν μαχαίρι και την κάρφωσαν στην καρδιά. Αιμορραγούσαν οι προσδοκίες. Προσπάθησε να σηκωθεί αλλά πονούσε. Η μαχαιριά της έκοβε την ανάσα. Προσπάθησε να βγάλει το μαχαίρι αλλά πώς μπορείς να πιάσεις μια σκιά; Το αίμα καυτό έτρεχε στο κορμί της. Μύριζε το δωμάτιο καμένη σάρκα και αίμα. Μέχρι που οι προσδοκίες της ξεψύχησαν. Πάνω στο άδειο κρεβάτι ανάμεσα στα κουρελιασμένα όνειρα της. Τότε σηκώθηκε και με πόδια που έτρεμαν στάθηκε μπροστά στον καθρέφτη. Και είδε κάτι που δεν είχε ποτέ παρατηρήσει. Μέσα της. Χωρίς προσδοκίες έβλεπε την πραγματικότητα. Ψυχρή και προκλητική μπροστά της.
Για πρώτη φορά άκουσε το κορμί της να ψιθυρίζει.
“Τι προσφέρεις από αυτά που ζητάς;
Αγάπη; Ζεστασιά; Φροντίδα; Κατανόηση; Θαυμασμό;
Τι από αυτά που απαιτείς από τον άλλο τα δίνεις στον εαυτό σου πρώτα;
Αγάπησε με πρώτα και μετά ζήτησε την αγάπη από τον άλλο…”
Αντίλαλος στα αυτιά της οι κραυγές του κορμιού της…
Το πρωί τη βρήκε πεσμένη στο πάτωμα να κλαίει…
Η συνειδητοποίηση έρχεται όταν ξεψυχούν οι προσδοκίες και η πραγματικότητα σε αντιμετωπίζει!
Εκείνο το πρωί ήταν διαφορετικό από τα άλλα. Πήρε αγκαλιά τις εγωιστικές της σκέψεις και έπεσε στο κενό με σκοπό να τις σκοτώσει.
Ο Παύλος, ακόμα ένα πρωί χαμένος στις σκέψεις του. Απογοητευμένος με τις επιλογές του. Δεν πρόσεξε, δεν είδε ένα ζευγάρι μαύρες δωδεκάποντες γόβες πεταμένες μπροστά από ένα κενό. Σκόνταψε και έπεσε μέσα. Μοιραίο; Δε νομίζω. Και τότε την είδε…
Ο Παύλος και η Λίλα συναντήθηκαν στο σημείο που σταματάνε οι προσδοκίες και ξεκινάει η πραγματικότητα. Το τέλμα που ονομάζεται συνειδητοποίηση. Εκείνος χωρίς δεύτερη σκέψη άπλωσε το χέρι του… εκείνη το άρπαξε… και έπεσαν μαζί κουβάρι κάτω…
-Θα μου κρατάς το χέρι όταν φοβάμαι;
-Και όταν χαμο-γελάς…
-Και όταν νιώθω μικρή και ανήμπορη…
-Θα σε αγκαλιάζω σφιχτά …εκεί στις μικρές στιγμές αδυναμίας σου…
-Δε θέλω να περιμένω…
-Θέλω να σου δείξω…
-Εγώ θα σε αφήσω, να είσαι εσύ…
-Και να σε αγαπήσω με τον τρόπο το δικό μου… και εσύ με το δικό σου…
Τις λαμπερές στιγμές μας, όλοι μας θέλουν. Ποιοί όμως αντιμετωπίζουν τα σκοτάδια μας; Και πώς περιμένουμε να μας αγαπήσουν όταν εμείς οι ίδιοι δεν αγαπάμε τον εαυτό μας;
Η απάντηση μέσα μας…
Music pls……
But I know I’ve gotta give it a try
And I know the roads to riches
And I know the ways to fame
I know all the rules and then I know how to break ’em
And I always know the name of the game
But I don’t know how to leave you
And I’ll never let you fall…….
Άννα Μουσογιάννη
Πρώτη δημοσίευση :kissmygrass.gr