Από την Ισμήνη Χαρίλα

Ο David Mamet στο μυθιστόρημα «Σικάγο», που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Μεταίχμιο και σε μετάφραση του Νίκου Μάντη, μεταφέρει τον αναγνώστη στις αρχές του προηγούμενου αιώνα και συγκεκριμένα στο Σικάγο της δεκαετίας του ’20. Στην περίοδο δηλαδή της ποτοαπαγόρευσης, της δράσης της Μαφίας και των καθημερινών δολοφονιών για ξεκαθαρίσματα λογαριασμών.

Σ’ έναν κόσμο, όπου όλοι αποποιούνται τη γνώση που θα μπορούσε να αποβεί μοιραία για την προσωπική τους ασφάλεια, ο δημοσιογράφος και βετεράνος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου Μάικ Χότζ βρίσκεται ξαφνικά αντιμέτωπος με τους άγνωστους δολοφόνους της αγαπημένης του Άννι Γουόλς. Στην επιθυμία του να τους ανακαλύψει και να απαντήσει στα βασανιστικά του ερωτήματα, αναγκάζεται να επιστρατεύσει όλα τα ταλέντα του και να εισχωρήσει σ’ έναν σκοτεινό λαβύρινθο, όπου εξουσιάζουν η σιωπή και το αίμα.

Το έργο περιστρέφεται επομένως γύρω από δυο άξονες. Από τη μια πλευρά υπάρχει η αφήγηση της ιστορίας για τη σχέση του Μάικ και της Άννι και του συσχετισμού της δολοφονίας της τελευταίας με εκείνη των Ουάις και Τεϊτελμπάουμ, δυο δηλαδή ατόμων που εργάζονταν για τη Μαφία και από την άλλη πλευρά αναπαριστάται μια εποχή που είναι ήδη οικεία στον αναγνώστη, τόσο από τις κινηματογραφικές παραγωγές, όσο και από τα αντίστοιχα αμερικανικά νουάρ μυθιστορήματα των δεκαετιών ’30 και ’40.

Χάρη στην εμπειρία του, ως σκηνοθέτης και παραγωγός, ο δημιουργός διατηρεί μεν τον ασπρόμαυρο φόντο του αφηγήματός του, αλλά τον χρωματίζει κατάλληλα στα σημεία που αναφέρεται στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και στους κοινωνικούς – φιλοσοφικούς σχολιασμούς του. Συγχρόνως δεν ακολουθεί για τον πρωταγωνιστή του την πεπατημένη οδό της τελειοποίησης, αλλά αφήνει να διαφανεί ο ανθρώπινος χαρακτήρας του που δοκιμάζεται μέσω της πτώσης και της αγωνιώδους προσπάθειας αναγέννησης.

Η αφήγηση κινείται στα όρια του ρεαλισμού με έντονες πινελιές κυνισμού και η ιδιαίτερη γλώσσα του συγγραφέα – το Mamet speak – που καταγράφεται και στα βιογραφικά του στοιχεία, διακρίνει ολόκληρο το πόνημα. Οι δε καλοδουλεμένοι διάλογοι μορφοποιούν τους ήρωες και οι λέξεις λαμβάνουν υπόσταση μέσω της σχηματοποιημένης εικόνας.

Αίσθηση επίσης προκαλεί ότι ο παράνομος αυτός χώρος που διοικείται από ανθρώπους δίχως ενδοιασμούς και υπηρετείται από περιθωριακά άτομα που εξαρτώνται από τις αδυναμίες τους, φαίνεται να βασίζεται σε μια μορφή δικαιοσύνης με ξεκάθαρους – αν και ιδιότυπους στην ευρύτερη αντίληψη του κοινωνικού συνόλου – νόμους και κανόνες.

Ο Mamet απορρίπτει επομένως την καθεστηκυία αντίληψη της απολυτότητας και επισημαίνει μέσω της αποκάλυψης των δολοφόνων την κρυφή πλευρά του καθρέφτη που επιβεβαιώνει ότι πάντοτε υπάρχει και η έτερη κρυφή του όψη.