Από τη Νίτσα Μανωλά
Πέρασαν τα χρόνια… δεν είμαι πια το μελαχρινό κοριτσάκι με τις μακριές ατίθασες μπούκλες. Το ντεκαπάζ κατάφερε κι άνοιξε το μαύρο χρώμα. Το αλλοίωσε, όπως αλλοιώθηκα κι εγώ και άλλαξα.
Πέρασαν τα χρόνια… οι μικρές γραμμούλες που ρυτίδες τις λέμε έκαναν την εμφάνιση τους στο άλλοτε σφριγηλό πρόσωπο. Δεν με πειράζει. Είναι κομμάτι των χρόνων που πέρασαν. Μ’ αρέσει να τις βλέπω και τις αγαπώ. Κάθε μία από αυτές και μια ιστορία. Ένα χαμόγελο και ένα δάκρυ. Όλα δικά μου!
Ο χρόνος δεν κρατιέται πίσω. Τα φίλερς και τα μπότοξ δεν τον σταματάνε, να το ξέρετε. Δεν έχουν την δύναμη να γεμίσουν τις ρυτίδες της ψυχής μας. Προσωρινά, παροδικά σοβατίσματα είναι και τίποτα άλλο.
Στο πέρασμα του δέχτηκα τα χτυπήματα του χωρίς να βαρυγκωμήσω. Χωρίς να ρωτήσω το γιατί. Ποια είμαι εγώ που θα μείνω αλώβητη από της ζωής το μερτικό;
Δεν μου επιτρεπόταν άλλωστε να δείξω αδυναμία. Λέξη και ιδιότητα απαγορευμένη! Ντροπή!
Σε ότι κι αν συνέβαινε στη ζωή μου πάντα άκουγα το «Είσαι δυνατή εσύ. Αντέχεις και θα τα καταφέρεις» ή το «Μη μιλάς! Δεν πρέπει να δείξεις αδυναμία».
Και κατάπινα. Κατάπινα τη δύναμη και φούσκωνα. Σαν μπαλόνι γινόμουν που ήταν έτοιμο να σκάσει από στιγμή σε στιγμή.
Το χαμόγελο δεν έφυγε ποτέ από τα χείλη μου όμως, αυτό είναι αλήθεια. Πιστός ακόλουθος μου. Ζωγραφισμένο στο πρόσωπο καμουφλάριζε την απογοήτευση και τον πόνο των ματιών. Η ελπίδα κι αυτή εκεί. Μόνιμη κάτοικος της ψυχής μου.
Κι όμως, υπήρχαν φορές που λύγιζα κι ας μην έπρεπε. Αφού… εγώ, ήμουν η δυνατή!
Ναι! Η δυνατή!
Και τώρα που πέρασαν τα χρόνια και η δύναμη μου εξαντλήθηκε, τώρα θέλω να ουρλιάξω!
Θέλω να φωνάξω και να πω:
Μην σας ξεγελά το χαμόγελο της δύναμης μου. Εγώ, η δυνατή βαρέθηκα να προσπαθώ. Βαρέθηκα ν’ αντέχω!
Τον τίτλο της αδύναμης θέλω να έχω για λίγο και σας ρωτώ. Πείτε μου! Τι πρέπει να κάνω για να τον αποκτήσω;