Γράφει ο Ερμής:

Όταν ήταν παιδί, συγκεντρώνονταν κάθε Κυριακή στο σπίτι των παππούδων του. Εκείνος, οι γονείς του, ο αδελφός του, οι θείοι και τα ξαδέλφια του. Περνούσαν όλη την ημέρα μαζί, τρώγοντας, γελώντας και ακούγοντας μουσική, ενώ ο παππούς τους παρακολουθούσε παίζοντας το μικρό του κομπολόι.

Τα χρόνια κύλησαν, τα παιδιά μεγάλωσαν, στις κυριακάτικες συναντήσεις βρίσκονταν όλο και λιγότεροι, αλλά το κομπολόι ήταν πάντα εκεί. Η μόνιμη συντροφιά του παππού που τον ψυχαγωγούσε και τον βοηθούσε να χαλαρώσει. Αγορασμένο κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού στις αραβικές χώρες, φτιαγμένο από κεχριμπάρι, απαλό στην αφή και ελαφρύ, δεν τον κούραζε καθόλου, ακόμα και όταν τα δάχτυλά του δεν είχαν πλέον τη δύναμη της νιότης. Μια – μια οι χρυσοκίτρινες χάντρες συνέχιζαν το αέναο μέτρημά τους και δεν σταμάτησαν παρά μόνον όταν ο παππούς αρρώστησε και πέθανε.

Έπειτα η γιαγιά μετακόμισε κοντά τους και το σπίτι πουλήθηκε. Το κομπολόι ξεχάστηκε στο συρτάρι ενός επίπλου, αλλά εκείνος αποφάσισε ότι δεν μπορούσε να το εγκαταλείψει, αφού δεν ήταν ένα αντικείμενο, αλλά ο συνδετικός κρίκος με τις αναμνήσεις και την παιδική του ηλικία. Γι’ αυτό ακριβώς το πήρε, το καθάρισε και τώρα καθισμένος στην κεφαλή του τραπεζιού – όπως κάποτε και ο παππούς του – το κρατά στα χέρια του, παρακολουθώντας τα παιδιά του να τρέχουν γύρω του και γράφοντας τα νέα κεφάλαια στην οικογενειακή του ιστορία.

 

Συνταγή της Αμβροσίας: Ταξίδι στην έρημο

Υλικά:

1 κιλό χουρμάδες (όχι αποξηραμένοι)

½ κιλό ζάχαρη

1 ½ ποτήρι νερό

2 ξύλα κανέλα

½ κούπα φιστίκια Αιγίνης (άκοπα και άψητα)

Χυμός από ½ λεμόνι

Χυμός από ½ πορτοκάλι

½ φλιτζανάκι κονιάκ

 

Εκτέλεση:

Αφαιρούμε προσεκτικά τα κουκούτσια από τους χουρμάδες. Τοποθετούμε όλα τα υλικά – εκτός από τους χουρμάδες – σε μια κατσαρόλα και τα βράζουμε. Αφού πάρουν 3 – 4 βράσεις, προσθέτουμε τους χουρμάδες. Μόλις δέσει το σιρόπι, αποσύρουμε από τη φωτιά και αφού κρυώσει το γλυκό, το τοποθετούμε σε βάζο και το συντηρούμε στο ψυγείο.