@Άννα Μουσογιάννη

Mορφή σκοτεινή. Άνθρωπος μοναχικός. Το όνομα του Λανθεστάιν. Κυκλοφορούσε κυρίως τα μεσάνυχτα. Το μόνο που διακρινόταν ήταν η σκιά του. Χαρακτηριστικό ήταν το βαρύ περπάτημα του που συνοδευόταν με ένα σύρσιμο των ποδιών πάνω στην άσφαλτο. Ίσα που φαινόταν στο ημίφως το σημαδεμένο από τα χρόνια πρόσωπο του. Με τα χρόνια η μοναξιά τον είχε μετατρέψει σε ένα αγέλαστο και σκυθρωπό πλάσμα.

Η όψη του προκαλούσε αποστροφή. Πονούσε κάθε φορά που έβλεπε τα παιδιά να κρύβονται και τους μεγάλους να στρέφουν το κεφάλι τους αλλού. Κρυφή του επιθυμία ήταν να δημιουργήσει ένα τέλειο πλάσμα που θα έκανε το όνομα του γνωστό και που επιτέλους ο κόσμος θα τον αποδεχόταν.   Κάθε βράδυ, λοιπόν, μάζευε κομμάτια από συναισθήματα και τα συγκέντρωνε στο εργαστήριο του. Όλο το βράδυ δούλευε σκληρά. Έκοβε, έραβε, κολλούσε, μεταμόρφωνε. Λίγη αγάπη, λίγο πάθος, λίγο πόνος, λίγο έρωτας, λίγο συμπάθεια. Μικρά κομμάτια από συναισθήματα. Όλα σε ένα με σκοπό να κάνει την ανατροπή. Να δημιουργήσει μια μορφή που θα προερχόταν από όλα τα συναισθήματα. Έτσι κάθε βράδυ, προτού πάει στο εργαστήριο του, τη στιγμή που τα όνειρα αφήνουν τα συναισθήματα ελεύθερα να τριγυρνάνε στους δρόμους, ο Λανθεστάιν τα μάζευε.

 

Ώσπου η μεγάλη μέρα έφτασε. Το δημιούργημα του ήταν έτοιμο. Ένα πλάσμα που προερχόταν από όλα τα συναισθήματα του ανθρώπου. Όμως, τι φρίκη! Δεν ήταν όπως το περίμενε. Ήταν τόσο άσχημο. Ένα Τέρας!  Τρομαγμένος κρύφτηκε σε μια γωνιά. Δεν ήξερες πώς να αντιδράσει.

Απόρριψη! Όπως οι άνθρωποι είθισται να κάνουν όταν τα πράγματα δεν έρχονται όπως τα περιμένουν.

Το Τέρας, σαστισμένο, έσπασε την πόρτα και άρχισε να περιφέρεται στους δρόμους της πόλης. Όμως κανείς δεν το ήθελε. Ήταν αποκρουστικό και κάθε φορά που συναντούσε έναν άνθρωπο και άπλωνε το χέρι του προσπαθώντας να ζητήσει βοήθεια αυτός το έδιωχνε κακήν κακώς.

Όπως συμβαίνει με τα λάθη

Έτσι, από εκείνη τη στιγμή γυρνούσε στους δρόμους μονάχο του ψάχνοντας επί ματαίω να βρει κάποια ανταπόκριση ή έστω ένα βλέμμα συμπάθειας στον κόσμο των ανθρώπων. Ήταν ένα τέρας, το δημιούργημα του τρωγλοδύτη Λανθεστάιν : ήταν το Λάθος. Όλοι το φοβόταν, ακόμα και ο ίδιος δημιουργός του το είχε αφήσει στο έλεος της πραγματικότητας. Κανείς δε καταλάβαινε ότι τα μάτια του ήταν υγρά και η καρδιά του ζεστή. Ότι η αποδοχή ήταν αρκετή για να αλλάξει η μορφή του και να σταματήσει να είναι τρομακτικό στην όψη.  Δεν ήταν τίποτα παραπάνω από την απόρροια όλων των συναισθημάτων. Γέννημα και παιδί τους. Αγάπη, μίσος, τρέλα, έρωτας, απόγνωση, θλίψη, δειλία, φόβος, καλοσύνη, ανοησία, εγωισμός, πάθος, θυμός, καλοσύνη, ζήλια, παρορμητισμός. Ένα κομμάτι από το καθένα είχε κοπεί, ραφτεί και σμιλευτεί από το Λανθεστάιν. Τροφή του ήταν ο φόβος και η ξεροκεφαλιά. Η κατανόηση γλύκαινε τη γεύση του και το μάθημα ζέσταινε την καρδιά του. Προσπαθούσε παρέα με την εξήγηση να κάνει τους ανθρώπους να καταλάβουν ότι δεν ήταν τόσο κακό όσο φαινόταν. Όλοι όμως το έδιωχναν. Και ποιος άλλωστε να τους αδικήσει!

Πόση ωριμότητα χρειάζεται ούτως ώστε να αποδεχτεί κάποιος το λάθος είτε είναι δικό του είτε προέρχεται από κάποιον άλλο!

Πόσοι είναι αλήθεια αυτοί από εμάς που μπορούμε να αποδεχτούμε ένα Λάθος; Πόσοι αυτοί που καταλαβαίνουμε το γεγονός ότι είναι κομμάτι των συναισθημάτων μας και ότι όσο και να προσπαθήσουμε δεν μπορούμε να το αποφύγουμε σε όλες του τις εκφάνσεις! Κάνουμε λάθη από έρωτα, από θυμό, από παρανόηση, από δειλία, από ξεροκεφαλιά, από φόβο ή απλά από την προσπάθεια να (από)δείξουμε. Λάθη, λάθη, λάθη…

Η Ώρα περνοδιάβαινε, το κρύο ήταν τσουχτερό, η νύχτα εκκωφαντικά σκοτεινή και το Λάθος σε μια γωνία πίσω από κάτι κάδους σκουπιδιών κοιμόταν! Τα δάκρυα είχαν παγώσει στο πρόσωπο του. Δίπλα του σε ένα άδειο βαρέλι είχε ρίξει ένα κομμάτι από την αγάπη, λίγο πάθος και μια μεζούρα καλοσύνη. Τα περιέλουσε με κατανόηση και έριξε μέσα τον έρωτα για να ανάψει η φωτιά.. Η φωτιά το ζέσταινε και ο Μορφέας το είχε τυλίξει σφιχτά στην αγκαλιά του :

«Ποιος είναι αυτός που μπορεί να μας πει τι είναι σωστό τι λάθος;» ακουγόταν ο αντίλαλος του ανέμου στα σκοτεινά σοκάκια της πόλης. Τα συναισθήματα τον άκουσαν και συμπλήρωσαν :

«Ποιος είναι αυτός που δεν τα θυσίασε όλα στο βωμό του Εγωισμού του;»

Η πραγματικότητα κούνησε το κεφάλι της και ψιθύρισε:

«Ποιος είναι αυτός που απλά το αποδέχτηκε;» Η σιωπή με την παρουσία της έδωσε την απάντηση της!

 

Έτσι δε μας δίδαξαν άλλωστε από την παιδική μας ηλικίας; Σε ποιόν δε φώναξαν όταν ήταν μικρό παιδάκι και έσπασε εκείνο το ποτήρι από απροσεξία; Ποιος είπε «δεν πειράζει συμβαίνουν αυτά πρόσεξε να μην ξανασυμβεί» αλλά αντί αυτού άκουσε «Γιατί το έκανες, γιατί είσαι τόσο απρόσεχτος» σα να ήλθε η συντέλεια του κόσμου; Και από τότε το κουβαλάει μέσα του. Θεωρεί το λάθος αρκετό για να στήσει στον τοίχο τον εαυτό του και να αυτομαστιγωθεί.

Οι πρώτες ακτίνες του ήλιου χάιδεψαν απαλά το πρόσωπο του. Άνοιξε τα μάτια του αργά και τεντώθηκε νωχελικά, η φωτιά είχε από ώρα σβήσει! Κάτι παιδιά πιο κάτω έπαιζαν χωρίς να του δίνουν ιδιαίτερη σημασία, δεν το έπαιρναν στα σοβαρά, ήταν παιδιά!! Σηκώθηκε, τα κοίταξε φευγαλέα και έφυγε. Έπρεπε να δεχθεί τη μοίρα του που το ήθελε κατατρεγμένο. Εξάλλου οι άνθρωποι δεν μπορούσαν να καταλάβουν ότι ήταν ένα κομμάτι τους. Έπιασε σφιχτά από το χέρι το μάθημα και τη γνώση και χάθηκε μέσα στα σοκάκια της πόλης. Κανείς δεν το είδε ποτέ ξανά από τότε. Μόνο το ένιωσε αλλά δια της μεθόδου του στρουθοκαμηλισμού δεν το παραδέχτηκε!

Το Λάθος υπάρχει μέσα μας. Είναι ένα κομμάτι φτιαγμένο από τα συναισθήματα μας. Η μη αποδοχή του το καθιστά τροχοπέδη στην εξέλιξη μας. Όσο και να προσπαθούμε δεν μπορούμε να το αποφύγουμε γιατί πολύ απλά είμαστε άνθρωποι. Η ζωή εξάλλου δεν έχει οδηγίες χρήσεως. Ένα tabula rasa είναι που πάνω του δια-γράφουμε τη δική μας πορεία. Τις περισσότερες φορές ζητάμε και περιμένουμε από τους άλλους τη συγγνώμη ,την ευκαιρία και την αποδοχή. Δεν βλέπουμε ότι όλα ξεκινούν και τελειώνουν σε εμάς. Εμείς πρέπει να συγχωρέσουμε τον εαυτό μας και να τον αποδεχτούμε με τα λάθη μας. Το παρελθόν δεν αλλάζει, τα λάθη όμως ξεθωριάζουν όταν τα κατανοούμε και μαθαίνουμε από αυτά. Εξάλλου οι άνθρωποι που δε μας δίνουν άλλη μια ευκαιρία να επανορθώσουμε σημαίνει ότι δε μας δώσανε ποτέ καμία! Οι άνθρωποι που φεύγουν εξαιτίας του δεν ήταν ποτέ στη ζωή μας ή είχαν ήδη φύγει. Εκείνοι που μας έδειξαν κατακρίνοντας μας, ουσιαστικά τον εαυτό τους έδειχναν με τα υπόλοιπα δάκτυλα του χεριού. Διότι οι άνθρωποι της ζωής μας είναι η επέκταση μας και όταν αξίζει να μείνουν σε αυτή αγαπάνε και τα λάθη μας, γιατί είναι ένα κομμάτι μας, αν έλειπε η θέση του θα ήταν κενή και ποιος νοιάζεται αληθινά για έναν ακρωτηριασμένο άνθρωπο; Αποδεχόμαστε αυτό που είμαστε για να μας αποδεχτούν και οι άνθρωποι που αξίζει να μείνουν στη ζωή μας. Δεχόμαστε τα λάθη μας γιατί έτσι μπορούμε να βελτιωθούμε σαν άνθρωποι, να απελευθερωθούμε, να προχωρήσουμε. Η επίγνωση και η αποδοχή εξάλλου δείχνουν το δρόμο προς την ωριμότητα.

Το λάθος αν το διαχειριστούμε σωστά γίνεται όπλο στα χέρια μας και αρωγός για να γίνουμε καλύτεροι άνθρωποι και να κτίσουμε πιο δυνατές και υγιείς σχέσεις.

Πώς θα μάθουμε καλύτερα τον εαυτό μας αν δεν κάνουμε εκείνο το λάθος που θα κάνει την ανατροπή; Πώς θα μάθουμε τους ανθρώπους μας και τα όρια του αν δεν γίνει αυτό το λάθος της άγνοιας; Πώς θα μάθουμε τι ενοχλεί εμάς και τους άλλους αν δεν πατήσουμε εκείνη τη λεπτή γραμμή της οριοθέτησης;

Και η Ώρα περνάει ενώ ο άνεμος συνεχίζει ρητορικά να ψιθυρίζει… «Ποιος είναι αυτός που θα μας πει τι είναι σωστό τι λάθος;»

 

So am I Am

I good or bad

Could only awake your anger

I could only make you mad

Now was that how you showed me

That you were still so young and bold

Anyway those fights did drive me

And I was dying of thirst and I wasn’t growing old

πρώτη δημοσίευση :https://www.lifo.gr/lifoland/you-send-it/22581