Από την Ισμήνη Χαρίλα

Στις 26 Δεκεμβρίου 1662 ο Jean – Baptiste Poquelin, γνωστός σε όλους ως Μολιέρος, παρουσίασε στο Palais Royal το «Σχολείο Γυναικών», μια κωμωδία ηθών σε πέντε πράξεις.

Βασικός πρωταγωνιστής του έργου είναι ο Arnolphe, ένας άνδρας σαράντα δύο ετών που διακατέχεται από τη φοβία του απατημένου συζύγου. Εξαιτίας της εμμονής του και θεωρώντας ότι η κοινωνική του θέση επιβάλλει τον γάμο, έχει αναλάβει την κηδεμονία της μικρής Agnès από την εποχή που ήταν τεσσάρων ετών και την έχει βάλει εσώκλειστη σε ένα μοναστήρι, δίνοντας αυστηρές οδηγίες στις καλόγριες να περιορίσουν την πνευματική της ανάπτυξη. Όταν η Agnès γίνεται δεκαεπτά ετών την παίρνει κοντά του, θεωρώντας ότι είναι τόσο χαζή, όσο και αθώα, ώστε να μπορεί να τη μανιπουλάρει.

Αν και την κρατά κλεισμένη στο σπίτι, η Agnès γνωρίζει τυχαία έναν όμορφο νεαρό άνδρα, τον Horace, τον ερωτεύεται και αποδεικνύει στον Arnolphe ότι είναι αρκετά έξυπνη και ικανή για να επιλέξει τον δρόμο της.

Ο Μολιέρος – μέσω επομένως του δεσποτικού αυτού ήρωα – σατιρίζει τόσο τους άνδρες που θέλουν να χειραγωγήσουν τις συζύγους τους, όσο και την εκπαίδευση των γυναικών στην εποχή του, που ήταν αποκλειστική ευθύνη της Εκκλησίας.

Οι γυναίκες στο πρόσωπο της Agnès αποκτούν οντότητα και παύουν να είναι «αντικείμενα» βούλησης των πατέρων και των συζύγων τους. Παρά δε το γεγονός ότι η Agnès ζει «φυλακισμένη» σ’ ένα απομονωμένο κλουβί από τον κόσμο, χάρη στον έρωτα, κατορθώνει να συνειδητοποιήσει τη θέση της και να αντιληφθεί ότι είναι στο χέρι της να κατακτήσει την ευτυχία.

Ο Arnolphe είναι επίμονος, πεισματάρης, απόλυτος και αδιάφορος ουσιαστικά για τη νεαρή κηδεμονευομένη του που θεωρεί κτήμα του. Κλείνει τα αυτιά του στη φωνή της λογικής και αγνοεί τις συμβουλές του φίλου του, του Chrysalde, που όντας συνετός τον προειδοποιεί για την κατάληξη, αφού καταλαβαίνει ότι ένας γάμος δεν μπορεί να βασιστεί στην καχυποψία και την έλλειψη εμπιστοσύνης. Εξάλλου μια συμβία που αδυνατεί να ξεχωρίσει το καλό από το κακό, κάλλιστα δύναται να είναι επιβλαβής για τον σύζυγό της.

Για τον Arnolphe όμως η γυναίκα είναι κατώτερη και υποδεέστερη του άνδρα. Παράλογος, αναφέρεται διαρκώς στην ανωτερότητά του, παρόλο που είναι ουσιαστικά ένα άτομο με κατώτερα αισθήματα, αφού στην ειλικρίνεια της Agnès απαντά με ψέματα και δολοπλοκία για να την απομακρύνει από τον αγαπημένο της.

Συνοψίζοντας, ο Μολιέρος με το συγκεκριμένο έργο δημιουργεί ένα σκηνικό που του επιτρέπει να καυτηριάσει τέσσερις κύριους άξονες.

Τον ρόλο της Εκκλησίας στην εκπαίδευση των κοριτσιών, τα οποία εσώκλειστα σε κάποιο μοναστήρι και προστατευμένα από κάθε ηθικό κίνδυνο, μετατρέπονταν σε άβουλα πλάσματα, ανίκανα να αυτοπροστατευθούν και να αντιμετωπίσουν πιθανές δυσκολίες, όταν θα επέστρεφαν στον αληθινό κόσμο.

Την ανθρώπινη ανοησία και την τάση ορισμένων να εθελοτυφλούν και να μην αντιμετωπίζουν τα προβλήματα βασιζόμενοι στη λογική.

Τη δύναμη του ατόμου να ξεπερνά τους σκοπέλους και να βρίσκει διέξοδο στα προβλήματά του, ακόμη και σε αντίξοες καταστάσεις.

Την ανάγκη αλλαγής νοοτροπίας της κοινωνίας και δη των ανδρών που όφειλαν να εκχωρήσουν περισσότερα δικαιώματα στις γυναίκες, να τις σεβαστούν και να αναγνωρίσουν την αυθυπαρξία τους, αφού δεν είναι απλώς σύντροφοί τους, αλλά εκείνες που χαρίζουν τη ζωή.