Από την Κέλλυ Βουράνη. 

Η κριτική είναι σχέση που δεν μπορεί να ξεπεραστεί. Ίσως γιατί αυτός ο άλλος, ο εαυτός μας, είναι τόσο σκληρός που δε μας αφήνει να ησυχάσουμε, να κοιτάξουμε μπροστά να εξελιχθούμε. Και αυτό που κάνει πάντα είναι να μας επικρίνει.

 Η κριτική είναι αυτή που μας ζητά την άλλη όψη των πραγμάτων, τη διαφορετικότητα ∙ να την αποδεχτούμε και να την προσέξουμε, να μη χάσουμε ούτε δράμι από αυτήν την άλλη εικόνα, αν θέλουμε να λεγόμαστε αντικειμενικοί. Και τι είναι πιο σωστό να κάνεις όταν ακούς μια κριτική; Πως πρέπει να αντιδράσεις; Γόνιμα, υπερφίαλα, εποικοδομητικά, είναι τα μέτρα που πρέπει να ακολουθήσεις, αν και κάποιες φορές αυτό που γίνεται μπερδεύει ή παραπλανεί. Η πλάνη, η πλανεύτρα που κλείνει τα αυτιά του νου και δεν τον αφήνει να σκεφτεί σωστά.

  Η κριτική δεν είναι τίποτε άλλο παρά η αγάπη του εαυτού. Αγάπη μεγάλη, υπέρμετρη, συναρπαστική. Μόνο που κάποιες φόρες κατακρημνίζει και σου ζητά να σταθείς όρθιος, αφού μαζέψεις τα κομμάτια σου. Τα συγκεντρώνεις ένα, ένα και τα «ξαναδένεις». Όλα αυτά είναι ψεύτικα ή μήπως δεν υπάρχει ψεύτικο; Είναι όλα τέλεια και ταυτόχρονα σχετικά. Δισσοί λόγοι, διπλοί, ανατρεπτικοί και υποχθόνιοι. Άλλο καταλαβαίνω εγώ, άλλο εσύ..

 Η κριτική είναι μια ζωή άτεγκτη και σκληρή. Δεν μπορείς να της ξεφύγεις. Σε κυνηγάει ανελέητα, βάναυσα, σε χτυπάει αλύπητα σα μανιασμένο ζώο σε δαγκώνει και δε σε αφήνει να ησυχάσεις. Όταν αποφασίσεις να κατευνάσεις τις φωνές, εκεί που νομίζεις ότι την έκρυψες κάπου βαθιά, εκείνη ανύποπτα εμφανίζεται και σου χτυπάει την πόρτα του μυαλού δυνατά και εκκωφαντικά. Την παρακαλείς να ησυχάσει αλλά συνεχίζει. Για πόσο άραγε; Ίσως να μη σταματήσει ποτέ μα σε επισκέπτεται. Γιατί θέλεις να εξελιχθείς προς το καλύτερο. Να ζήσεις μια ζωή καλύτερη από πριν, λιγότερο ανούσια, με βαθύτερους και ποιοτικότερους στόχους.

 Μεταφέρομαι πίσω στο χρόνο..Πόσο στυγνό δε θα ήταν το μαρτύριο του Κρέοντα, στην τραγωδία «Αντιγόνη» του Σοφοκλή, όταν η κριτική, αυτή η λεπτεπίλεπτη και πολύτιμη διαδικασία του «κρίνειν», τον οδήγησε στην πτώση, στη συντριβή, αφού έχασε γιο, γυναίκα και ανιψιά. Ανύποπτα ηττημένος από την υπέρμετρη αγάπη προς τον εγώ του, οδηγήθηκε στην «τίσις». Αναπόφευκτη εξέλιξη καθώς ξέχασε κάτι πολύ πιο σημαντικό από το αλαζονικό του εγώ, την έννοια της αγάπης χωρίς συμφέρον, «ούτι συμφιλείν αλλά συμφιλείν έφυν».

 Ο Σοφοκλής ηχεί αληθινά στις ψυχές των σύγχρονων ανθρώπων και ιδιαίτερα των παιδιών που διδάσκονται την τραγωδία αυτή στη Βˊ λυκείου. Διδάσκονται, τρόπος του λέγειν. Στην ερώτηση για ποιο λόγο αξίζει να μελετήσουμε την «Αντιγόνη», εκείνα δεν έχουν τι να πουν. Το μόνο που σχολιάζουν είναι η βαρετή μετάφραση ενός κειμένου χωρίς ενδιαφέρον για τη ζωή τους. Στην ευαίσθητη ηλικία της εφηβείας, όπου η αμφισβήτηση γίνεται σημαία και η αγάπη φωτιά μες στην καρδιά τους, η Αντιγόνη είναι άχρηστη. Πόσο κρίμα..

 Την ίδια στιγμή καλούνται να αποφασίσουν για το μέλλον τους μέσα από την κάλπη. Αναρωτιέμαι με τι εφόδια τους ωθούμε στο χρέος αυτό, όταν η σκέψη τους περιπλανιέται σε ιδεολογικούς δαίδαλους, χωρίς να μπορεί να αξιολογήσει. Της λείπουν η μέθοδος και οι γνώσεις ή καλυτέρα η Γνώση. Οι αξίες, οι αρχές και τα κριτήρια. Ο διάλογος του Κρέοντα και της Αντιγόνης φανερώνει την αξία της συναδέλφωσης, της ειρηνικής συνύπαρξης, του σεβασμού στο διαφορετικό έναντι του δεσποτισμού και της βάρβαρης ιδιοτέλειας που κυριαρχούν σε αρκετά σημεία του πλανήτη. Στο τρίτο επεισόδιο αναδεικνύεται η σπουδαιότητα του διαλόγου μέσα από τον αγωνιστικό λόγο (Αριστ. Ρητορική 1413b8) Αίμονα- Κρέοντα  

[..]ΧΟΡ. Δε βλάφτει, ω βασιλιά, να τον ακούσεις,
αν κάτι λέει σωστό· και συ το ίδιο·
γιατί καλά τα ᾽χετε πει κι οι δυο σας.
ΚΡΕ. Εμείς, σ᾽ αυτή την ηλικία, να θέλει
ένα παιδί να μας διδάξει γνώση;
ΑΙΜ. Το δίκιο μόνο· κι αν εγώ είμαι νέος,
όχι τα χρόνια μα τα έργα πρέπει
να κοιτάζει κανείς. ΚΡΕ. Και το λες έργο,
τους παραβάτες να τιμάς του νόμου;
ΑΙΜ. Ούτε και θα συμβούλευα κανένα
σε τιμή να ᾽χει τους κακούς. ΚΡΕ. Και μήπως
δεν έχει αυτή πιαστεί σε τέτοιο κρίμα;
ΑΙΜ. Όχι, φωνάζει μ᾽ ένα στόμα ο λαός
όλος της Θήβας. ΚΡΕ. Και λοιπόν μια πόλη
θα ορίσει εμένα τί έχω να διατάζω;
ΑΙΜ. Βλέπεις πως τώρα μίλησες σαν πάρα
πολύ νέος; ΚΡΕ. Γι᾽ άλλον, κι όχι για μένα
πρέπει λοιπόν να κυβερνώ τη χώρα;
ΑΙΜ. Δεν υπάρχει χώρα καμιά που να ᾽ναι
ενός ανθρώπου. ΚΡΕ. Ώστε δε θεωρείται
η πόλη εκείνου που είναι ο άρχοντάς της;
ΑΙΜ. Ωραία θα κυβερνούσες τότε μόνος
μια έρημη χώρα.[..]

 Από τη άλλη πλευρά πως θα αντιληφθούν την πλάνη αν δεν έχουν προσεγγίσει τη δύναμη του ρητορικού λόγου. Και σε αυτό ο Σοφοκλής μπορεί να τους μυήσει. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι προγραμματικές δηλώσεις, όπως θα λέγαμε σήμερα, του Κρέοντα μπροστά στο χορό των Θηβαίων γερόντων (Αˊεπεισόδιο, 162-214). Η αγάπη προς την πατρίδα, η υπηρέτηση του κοινού συμφέροντος με θάρρος και ειλικρίνεια αποδίδεται με μια δημηγορία που θυμίζει τη δομή του πειστικού λόγου που καλούνται οι μαθητές να εφαρμόσουν στο μάθημα της νεοελληνικής γλώσσας. Παρ’ όλ’ αυτά, η «Αντιγόνη» τους είναι περιττή και ανούσια. Πόσο τραγικό αλήθεια να αποδιώχνουν αυτό που τόσο πολύ έχουν ανάγκη για να κατακτήσουν την αυτογνωσία.

 Τους αναγκάζουμε να ζήσουν την τραγική ειρωνεία των δραματικών ηρώων και την αναπόφευκτη πτώση τους, αφού δεν αφήσαμε τίποτα αληθινό γύρω τους. Θέλουμε μια κοινωνία πιο ανθρώπινη, πιο δημοκρατική; Τότε ας σκεφτούμε τι προσφέρουμε στους νέους, «συνέχθειν ή συμφιλείν;