Φθινόπωρο.
Περίπου στα μέσα της 10ετίας του 1970.
Εκείνο το πρωί, η γιαγιά σου σε σήκωσε από νωρίς. Όπου να’ναι θα περάσει το σχολικό να σε πάρει να πας σχολείο. Ο καιρός έχει ψυχράνει. Άλλο που δε θες εσύ!
Περιμένεις πως και πως να κάνει κρύο, για να φορέσεις εκείνο το μπουφάν που σου έστειλαν οι θείοι σου από την Αμερική! Παρόμοιο μπουφάν δεν υπάρχει στην Ελλάδα! Τουλάχιστον στον δικό σου κόσμο, που επεκτείνεται στη γειτονιά σου και στο σχολείο σου. Κανένα άλλο παιδί δεν έχει τόσο όμορφο και καλοραμμένο μπουφάν!
Εκείνο το πρωί, πετάγεσαι από το κρεβάτι, να ετοιμαστείς, να πας σχολείο! Κάνει κρύο και θα είναι εκεί και η Γιώτα, που την αγαπάς, να σε δει με το καινούργιο μπουφάν σου!
Πλησιάζει η ώρα που το σχολικό θα περάσει από τη γειτονιά σου να πάρει εσένα και τα άλλα παιδιά της γειτονιάς, που πάνε στο ίδιο σχολείο με εσένα.
Ντύνεσαι, πίνεις το γάλα, τρως τη φέτα ψωμί με βούτυρο και μαρμελάδα που σου έχει ετοιμάσει η γιαγιά, φοράς το μπουφάν και βγαίνεις από την πόρτα..
..διασχίζεις τον κήπο του σπιτιού, για να πας στην καγκελόπορτα και να βγεις στο δρόμο. Εκείνο τον μεγάλο κήπο, που στα παιδικά σου μάτια φαντάζει τεράστιος! Ζούγκλα σκέτη! Κοιτάς τον ουρανό. Είναι βαρύς, χειμωνιάτικος και ας είναι ακόμα Οκτώβριος..
Δε σε στεναχωρεί το οριστικό τέλος του Καλοκαιριού. Σου αρέσει ο Χειμώνας. Σου αρέσουν τα χειμωνιάτικα βράδια, ιδιαίτερα αν τα περνάς στο σπίτι της γιαγιάς σου. Εκείνο το μεγάλο σπίτι, με τη μεγάλη σόμπα πετρελαίου, που όταν δουλεύει βγάζει ένα μικρό, διακριτικό θόρυβο, τον οποίο, στο μυαλό σου, έχεις συνδέσει με την έννοια της ζεστασιάς και θαλπωρής.
Σου αρέσουν τα Χειμωνιάτικα μεσημέρια, που αφότου γυρνάς από το σχολείο και κάνεις τα μαθήματα σου, αποκαμωμένος ξαπλώνεις με τα ρούχα πάνω στο κρεβάτι και αποκοιμιέσαι και μέσα στο λήθαργο του ύπνου νιώθεις τη γιαγιά σου, που με προσεκτικά ήσυχα βήματα, πλησιάζει στο κρεβάτι και σε σκεπάζει να μην κρυώσεις.
Τα κρύα βράδια, με τη σόμπα να εκλύει θερμότητα και θαλπωρή, βλέπεις με τη γιαγιά σου σίριαλ στην ΥΕΝΕΔ, μέχρι η ώρα να πάει “αργά” και να πέσεις για ύπνο. Πολλές φορές δεν έχεις ύπνο και αργείς να αποκοιμηθείς. Ακούς όμως τα βήματα μοναχικών, αργοπορημένων διαβατών, που μαζεύονται αργά στα σπίτια τους. Πολλές φορές, που έχει ρίξει καμιά χειμωνιάτικη μπόρα, ακούς τα βήματα, να βγάζουν έναν υγρό ήχο..
Εκείνη την ημέρα, την πρώτη μέρα που έβαλες το μπουφάν “από Αμερική”, οι ώρες περνάνε στο σχολείο και ο ουρανός όλο και βαραίνει από μαύρα σύννεφα. Η δασκάλα λέει πως θα βρέξει και θα είναι η πρώτη βροχή του Φθινοπώρου. Τα λεγόμενα πρωτοβρόχια!
Η ώρα πέρασε και χτυπά το κουδούνι του σχολείου, που σημαίνει πως σχολάς! Στο σχολικό λεωφορείο, στην επιστροφή, κοιτάς από το παράθυρο με προσμονή. Άραγε θα βρέξει; Μακάρι να βρέξει!
Σου αρέσει ο κήπος της γιαγιάς σου μετά τη βροχή. Τότε που βγαίνουν και τα σαλιγκάρια..
Το μπουφάν σου έκανε εντύπωση σήμερα. Οι περισσότεροι το θαύμασαν. Άλλοι πάλι, το ζήλεψαν. Λιγότεροι σε φθόνησαν..
Το σχολικό φτάνει στη γειτονιά σου. Τα παιδιά που μένετε εκεί, κατεβαίνετε για να πάτε σπίτια σας. Όλοι σας μένετε σε διαμερίσματα πολυκατοικιών. Αυτές τις μέρες όμως, εσύ μένεις με τη γιαγιά σου. Αυτή με τη μονοκατοικία με το μεγάλο κήπο.
Μόλις περνάς τη καγκελόπορτα, σε χτυπάνε οι πρώτες σταγόνες βροχής! Στέκεσαι και κοιτάς προς τα πάνω. Προς τον ουρανό..
..και άλλες σταγόνες έρχονται και βρέχουν το πρόσωπο σου. Το απολαμβάνεις!
Η πόρτα του σπιτιού ανοίγει και η γιαγιά σου φωνάζει. “Έλα αγόρι μου! Μη βρέχεσαι, θα κρυώσεις!”.
Τρέχεις στην ανοιχτή πόρτα και την ακόμα πιό ανοιχτή αγκαλιά της γιαγιάς! Από το εσωτερικό του σπιτιού έρχεται η διακριτική αλλά χαρακτηριστική μυρωδιά της σόμπας! Θα έχουμε ζέστη απόψε. Η αγκαλιά της γιαγιάς σου όμως, είναι πιό ζεστή..
Μπαίνεις στο σπίτι και το πρώτο πράγμα που κάνεις, πριν πλύνεις τα χέρια για να κάτσεις για φαΐ, είναι να κρεμάσεις το μπουφάν. Το κοιτάς. Το θαυμάζεις..
Από εδώ και πέρα και για τους επόμενους μήνες, θα το φοράς σχεδόν κάθε μέρα! Χειμώνιασε πιά.
Ήρθαν τα πρωτοβρόχια..