από τον Μάριο Αποστολίδη.

Είναι της τύχης γραφτό λέν οι Κινέζοι. Κάπως έτσι τους γνώρισε μιά μέρα μόλις άνοιξαν το μαγαζί με τις πορσελάνες από την μακρινή Jing De zhen. Η χαρά του μεγάλη, πάντα ήθελε να έχει κάποια κομμάτια στο σπίτι του, αλλά θέλεις το βάρος μεταφοράς, θέλεις οι ψηλές τιμές, διότι επρόκειτο γιά κομμάτια μοναδικά, θέλεις το γεγονός ότι σαν φοιτητής δεν είχε την οικονομική ευχέρια να αγοράσει, επέστρεψε στην Κύπρο και δεν είχε ούτε ένα κομμάτι. Μόλις μπήκε στο μαγαζί τους νόμισε ότι είχε μπει σε μουσείο πορσελάνης. Τους μίλησε στην γλώσσα τους και χάρηκαν, δεν μιλούσαν λέξη αγγλικά- κ ιόμως κατάφερναν να ταξιδεύουν κάθε χρόνο σε διαφορετική χώρα και να πουλούν πορσελάνες από τον τόπο τους με μεγάλη επιτυχία. Στην πορεία έγιναν φίλοι. Τέσσερις μήνες στην Κύπρο και δεν είχαν βγει από το κατάστημα να δουν ένα μέρος της Κύπρου.
Ένιωσε άσχημα, το πήρε προσωπικά το ζήτημα και τους πρότεινε να τους πάρει μιά εκδρομή να γνωρίσουν τον τόπο του. Χάρηκαν. Το άφησαν πάνω του να τους πάρει όπου ήθελε. Σκέφτηκε να πάει στα βήματα της Αφροδίτης, ξεκινώντας από το μέρος που αναδύθηκε από τους αφρούς της θάλασσας, την Παλαιπαφο, και μετά τα λουτρά της Αφροδίτης. Ο χρόνος όμως δεν ήταν αρκετός. Πήρε το δρόμο μέσα από το Φασούρι έστω και αν ακόμα οι λεμονανθοί δεν είχαν κάνει την εμφάνιση τους να τους μεθύσουν με το άρωμα τους.
Τους είχε μιλήσει γιά την Κουμανταρία σε ένα δείπνο που τους είχε καλέσει και τους κέρασε να δοκιμάσουν το ευγενές νέκταρ. Σταμάτησε στο κάστρο του Κολοσσιού, αν και λιτό τους εντυπωσίασε. Από την ταράτσα είχαν δει τους αμπελώνες και τις εκτάσεις με τα εσπεριδοειδή και στο βάθος την θάλασσα. Κάτω χαμηλά ο μύλος που έβγαζαν την φημισμένη ζάχαρη της Κύπρου κάπου εκεί στον μεσαίωνα…… Στο Κούριο χάζεψαν τα λουτρά, στο αρχαίο θέατρο τραγούδησαν γιά να ακούσουν τον αντίλαλο της φωνής τους, θαύμασαν τα λίγα ψηφιδωτά και άφησαν το μάτι αχόρταγο να απολαύση το απέραντο γαλάζιο της θάλασσας μέχρι εκεί που ενώνεται με το μπλε του ουρανού. Προσπαθούσε να τους μιλήσει γιά την ιστορία του τόπου του στην γλώσσα τους παρά το φτωχό του λεξιλόγιο. Στα ανατολικά οι διαδοχικοί κόλποι του Ζαμπάλο, Παραμάλι και Αυδήμου πρόσφεραν ένα όμορφο θέαμα. Δεν χόρταιναν να βγάζουν φωτογραφίες και επιφωνήματα θαυμασμού.

Η αποθέωση όμως ήρθε εκεί που γεννήθηκε η Θεά. Οι θεόρατοι βράχοι μέσα στα ατάραχα κρυστάλλινα νερά έμοιαζε να κάθονται στην επιφάνεια του νερού. Νόμιζε ότι θα μπορούσε να περπατήσει στο νερό χωρίς να βυθιστεί και να περπατήσει τριγύρω τους. Λές και η Θεά ήθελε να τους μαγέψει, παραμέρισε τα σύννεφα με μιά πνοή, άφησε κάποια λευκά συννεφάκια στον ορίζοντα να ταξιδεύουν σαν κοπάδι απο κατάλευκα πρόβατα που βόσκουν αμέριμνα, οι ακτίνες του ήλιου έλουσαν μεμιάς το μέρος και το νερό γέμισε ασημένιες αντανακλάσεις. Τόπος ιερός.
Η διαδρομή δίπλα στην θάλασσα δεν τους άφησε αδιάφορους, στον τόπο τους δεν είχαν δει τόσο γαλάζιο να ξεδιπλώνεται μπροστά τους. Το αρχαιολογικό πάρκο της Πάφου με τα περίφημα ψηφιδωτά του ο επόμενος σταθμός. Νέα κύματα θαυμασμού, κάθε ένα κάδρο και μιά ιστορία, η ελληνική μυθολογία στα πόδια τους. Τους παρέσυρε σε ένα ταξίδι στον μύθο και τους είδε να ρουφούν την κάθε του λέξη με ενδιαφέρον. Τους ξάφνιασε ευχάριστα το γεγονός ότι τόσο λίγοι άνθρωποι περιδιάβαζαν στον χώρο και επικρατούσε μιά ηρεμία και ησυχία που στην Κίνα σε αντίστοιχα μέρη θα φάνταζε αδιανόητο να βιώσουν. Του είπαν χίλια ευχαριστώ και αυτός ένοιωσε άλλη μιά φορά περήφανος γιά τον τόπο του. Πάφος στο ξεκίνημα της δεκαετίας, παρέα με τον Yu Rong Hua και την παρέα του.