@επιμέλεια Άννα Μουσογιάννη

Σήμερα #μενουμεσπιτι με την Ισμήνη Χαρίλα

Πώς περνάει τις ημέρες «εγκλεισμού» ένας συγγραφέας;

Τις καθημερινές εξακολουθώ να εργάζομαι μέσω τηλεργασίας. Στον ελεύθερο χρόνο μου ολοκληρώνω τις τελικές διορθώσεις στο δεύτερο μυθιστόρημά μου, προσπαθώ να βρω τα χνάρια των ηρώων για ένα τρίτο μυθιστόρημα που γεννιέται σιγά – σιγά και συνεχίζω να γράφω τα άρθρα μου στο Writer’s gang.

Φυσικά δεν λείπουν το διάβασμα, η καθημερινή τηλεφωνική ή διαδικτυακή επικοινωνία με φίλους και η φροντίδα καθημερινών υποχρεώσεων που λόγω των συνθηκών εκπληρώνονται πλέον με τη βοήθεια της τεχνολογίας.

Ποιο βιβλίο διαβάζεις αυτήν την περίοδο και ποιο προτείνεις στον κόσμο γι’ αυτές τις ημέρες που παραμένουν σπίτια τους;

Ξαναδιάβασα τον Don Camillo του Giovanni Guareschi και θα πρότεινα είτε τις αστυνομικές ιστορίες της Άγκαθα Κρίστι και του Σερ Άρθουρ Ιγνάτιου Κόναν Ντόυλ, είτε κλασσικά έργα με απώτερο σκοπό την αναδρομή στις διαφορετικές περιόδους εξέλιξης του μυθιστορήματος.

Αν αυτή η χρονική περίοδος και αυτά που βιώνουμε ήταν μυθιστόρημα τι τίτλο θα έδινες;

«Τέλος και αρχή».

Θεωρώ ότι είναι μια περίοδος που μας διδάσκει, που μας δείχνει μ’ έναν ομολογουμένως δύσκολο τρόπο τα λάθη μας, αλλά μας δίνει παράλληλα την ευκαιρία να επαναπροσδιορίσουμε τον ατομικό ρόλο μας στην πορεία της ανθρωπότητας και να συμβάλλουμε τώρα και μελλοντικά στη διόρθωση των κακώς κειμένων.

Και τώρα ήρθε η ώρα του challenge: σου πετάω την «πένα» και θέλω να μας γράψεις μια σύντομη ιστορία με θέμα τον Κορωνοϊό, ό,τι σου έρχεται στο μυαλό.

Ήταν ένας μοναχικός άνθρωπος. Ένας άνδρας που, για προσωπικούς λόγους, προτιμούσε την ησυχία και την απομόνωση από τη φλυαρία και την κοσμοσυρροή.

Είχε αρκετούς γνωστούς, ελάχιστους φίλους – μετρημένους στα δάχτυλα του ενός χεριού – και οι σχέσεις του ήταν επιλεκτικές, ουσιαστικές και ουδόλως αναγκαστικές.

Η αγαπημένη του συνήθεια ήταν να περπατά και να παρατηρεί τους ανθρώπους, τα ζώα, τα κτίρια και οτιδήποτε άγγιζε το οπτικό του πεδίο. Έμψυχα όντα και άψυχα αντικείμενα του μιλούσαν με τον δικό τους τρόπο και του αποκάλυπταν τα μυστικά που κρύβονταν πίσω από το πέπλο της υποτιθέμενης αλήθειας τους.

Εκείνος τα κατέγραφε νοερά και δίχως να κρίνει, προσπαθούσε να καταλάβει ακόμα και ό,τι έμοιαζε ανόητο ή παράλογο. Στην πορεία της ζωής του είχε δει και ακούσει τόσα πολλά που τίποτα πια δεν τον εξέπληττε, μήτε τον σόκαρε. Τις περισσότερες εξάλλου φορές δεν χρειαζόταν καν να ρωτήσει τους λόγους και μάντευε το τέλος μιας ιστορίας από τα πρώτα λεπτά της εξέλιξής της.

Γι’ αυτό λοιπόν όταν η νέα ασθένεια, ο περίφημος Covid – 19, εμφανίστηκε και στη χώρα του εκείνος δεν ξαφνιάστηκε. Ήταν άλλωστε απλώς θέμα χρόνου να υπάρξει ένα κρούσμα, αφού κανείς δεν είχε σταματήσει τις μετακινήσεις και τις επαφές με το εξωτερικό.

Ο ήρωας της ιστορίας μας όμως δεν απόρησε ούτε και με όσα ακολούθησαν αργότερα, όταν υπήρξαν οι πρώτοι νεκροί και η Πολιτεία αναγκάστηκε να λάβει μέτρα που κάποιοι από τους συμπολίτες του, έστω και ελάχιστοι, επιχείρησαν να παραβούν με κάθε τέχνασμα.

«Δεν αντέχουμε την απομόνωση», ισχυρίζονταν μερικοί. «Είναι καταπάτηση της προσωπικής μας ελευθερίας», διαμαρτύρονταν κάποιοι τρίτοι.

Δικαιολογίες που ενδεχομένως θα μπορούσαν να στηριχτούν και με λογικά επιχειρήματα, όμως τι συμβαίνει όταν η προσωπική επιθυμία αποβαίνει καταστροφική για το καλό του συνόλου; Όταν η αντίδραση σ’ έναν αβάσταχτο για ορισμένους περιορισμό, διογκώνει ένα πρόβλημα και οδηγεί κάποιους άλλους στην απώλεια της ζωής τους;

Ο άνθρωπος της ιστορίας μας προβληματίστηκε πολύ από όσα έβλεπε να διαδραματίζονται γύρω του και από τις πράξεις των συμπολιτών του. Όμως ούτε μίλησε, ούτε εξέφρασε δυνατά τις σκέψεις του. Άλλωστε δεν είχε καμιά σημασία τι πίστευε ο ίδιος.

Στις μεγάλες ιστορικές περιόδους κρίσης αυτό που προέχει είναι να δει ο καθένας μόνος του την αλήθεια. Κάποτε αυτή η ασθένεια που γεννήθηκε στην Κίνα και εξαπλώθηκε σε ολόκληρη την Υφήλιο, θα χανόταν και θα γινόταν αρχικά μια ανάμνηση και έπειτα μια ιστορική αναφορά, όπως και τόσες άλλες πανδημίες στην πορεία της ανθρωπότητας.

Το θέμα όμως ήταν κατά πόσον οι μάρτυρες της παρουσίας του Covid 19 θα διδάσκονταν από αυτόν και θα μάθαιναν να προλαμβάνουν τις θύελλες στις ζωές τους.

Ποιο τραγούδι όταν το ακούς σου φτιάχνει τη διάθεση και το αφιερώνεις στον κόσμο και τι εύχεσαι;

Είναι το Rose Garden της Lynn Anderson

Εύχομαι να εκμεταλλευθούμε θετικά το δίδαγμα αυτής της περιόδου. Να καταλάβουμε ότι πρέπει να επαναφέρουμε στην καθημερινότητά μας κάποιες από τις συνήθειες των παλαιότερων γενιών και να στηριχτούμε στην εγχώρια παραγωγή, ώστε να μην εξαρτόμαστε υπερβολικά από τρίτους παράγοντες και να γίνουμε αυτάρκεις, ζώντας αρμονικά με το περιβάλλον και όχι καταστρέφοντάς το.

Κυρίως όμως εύχομαι να συνειδητοποιήσουμε ότι είμαστε απλώς κρίκοι σε μια ενιαία αλυσίδα και να προσπαθήσουμε να καταλάβουμε ποιος είναι ο ρόλος που καλούμαστε να διαδραματίσουμε κατά την επίγεια παρουσία μας, ώστε

ανταποκριθούμε σ’ αυτόν.

Για κλείσιμο θα μας χαρίσεις ένα χαμόγελο αισιοδοξίας;

Ένα χαμόγελο από τον πίνακα Young girl and cat (1882) του Γάλλου ζωγράφου Emile Munier.

Λίγα λόγια για τη συγγραφέα!

Η Ισμήνη Χαρίλα σπούδασε Γαλλική Φιλολογία στο Τμήμα Γαλλικής Γλώσσας και Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, όπου ολοκλήρωσε και τη Διδακτορική της Διατριβή. Εργάζεται σε Ιδιωτικό Οργανισμό και παράλληλα ασχολείται με τη συγγραφή και τη βιβλιοκριτική. Αρθρογραφεί στο Writer’s Gang και είναι Συντονίστρια της Λέσχης Ανάγνωσης. Το 2011 κυκλοφόρησε το πρώτο της βιβλίο, ένα παραμύθι με τίτλο «Αλέμ Τσιγκί, τα βιολιά της ευτυχίας» (Εκδόσεις Έναστρον). Ακολούθησαν οι «Γεύσεις με Νοσταλγία» (2013, Εκδόσεις Έναστρον) που είναι ένα λεύκωμα που περιλαμβάνει υπό μορφή ημερολογίου, συνταγές και ιστορίες βασισμένες στα ήθη και στα έθιμα της Σμύρνης, από όπου είναι και η καταγωγή της οικογένειάς της, και το πρώτο της μυθιστόρημα «Ωρέλια, το ρόδο της αγάπης» (2018, από τις Εκδόσεις Έξη).