Γράφει ο Ερμής:

Καθώς πλησίαζε η έναρξη της τουριστικής περιόδου, οι άνθρωποι στο εργαστήρι αγγειοπλαστικής του νησιού εργάζονταν πυρετωδώς για να προλάβουν να κατασκευάσουν όσον το δυνατόν περισσότερα χρηστικά και διακοσμητικά κεραμικά.

Την τελευταία ημέρα λοιπόν των προετοιμασιών ήταν όλοι κατάκοποι και ευχαριστημένοι από το αποτέλεσμα που ομολογουμένως ήταν καλύτερο από κάθε άλλη χρονιά. Όλα είχαν τελειώσει εγκαίρως και όταν η υπεύθυνη του εργαστηρίου έκανε τον τελικό έλεγχο, δεν βρήκε κανένα ψεγάδι.

Όλα ήταν άψογα και μόνο ένα πήλινο βαζάκι είχε ξεμείνει σε μια άκρη. Η υπεύθυνη το περιεργάστηκε και σκέφτηκε ότι, παρόλο που ήταν μικρό, η κατασκευή του ήταν τέλεια. Έτσι ζωγράφισε πάνω του ένα υπέροχο σχέδιο με λουλούδια και το έβαλε στον πάγκο προς πώληση.

Τις επόμενες ημέρες οι τουρίστες κατέκλυσαν το νησί και σιγά – σιγά το εργαστήρι ξεπούλησε όλο το εμπόρευμα, εκτός από το βαζάκι.

Όταν πέρασε το καλοκαίρι και ήρθε το φθινόπωρο, οι υπάλληλοι στο εργαστήρι γέμισαν τις προθήκες με τις νέες δημιουργίες τους. Το βάζο τοποθετήθηκε ψηλά σ’ ένα ράφι και ξεχάστηκε εκεί για πολλά χρόνια, ώσπου έφθασε κάποτε η στιγμή συνταξιοδότησης της ιδιοκτήτριας και το εργαστήρι πουλήθηκε σε κάποιον άλλο που αποφάσισε να ανακαινίσει τον χώρο.

Τότε μια ομάδα εργατών ανέλαβε να αδειάσει το εργαστήρι και να ξεχωρίσει αυτά που θα κρατούσαν από αυτά που θα πετούσαν. Το βάζο, σκονισμένο και βρώμικο, μπήκε στον σωρό των σκουπιδιών και είναι σίγουρο ότι θα κατέληγε στην χωματερή, αν πέντε λεπτά προτού περάσει το απορριμματοφόρο, δεν το μάζευε ένας εργάτης που σκέφτηκε ότι θα μπορούσε να το χρησιμοποιήσει για να γεμίζει με νερό τις ποτίστρες των περιστεριών.

Το πήρε λοιπόν στο σπίτι του, αλλά όταν το έπλυνε, εμφανίστηκε η ομορφιά του και τα χρώματα – χάρη στο νερό και το σαπούνι – έλαμψαν και έδειξαν υπέροχα.

Τότε ο νεαρός συλλογίστηκε ότι ήταν κρίμα να το χαραμίσει και γι’ αυτό το τοποθέτησε επάνω στο τραπέζι του και έβαζε φρέσκα λουλούδια από τον κήπο του, ώστε να έχει καθημερινά μια όμορφη εικόνα πριν φύγει για τη δουλειά του.

Έτσι, ένα αντικείμενο που έμοιαζε ότι θα πήγαινε χαμένο, βρήκε, έστω και αργά, την ευκαιρία να εκπληρώσει τον προορισμό του.

Συνταγή της Αμβροσίας: Άρωμα από νησί

Υλικά:

1 παλαμίδα

½ ποτήρι του κρασιού λάδι

1 λεμόνι

Λίγη ρίγανη

2 πατάτες

1 κούπα ντοματίνια

1 ματσάκι ρόκα

1 μαρούλι

3 – 4 φρέσκα κρεμμυδάκια

1 ματσάκι άνηθος

1 κούπα μαυρομάτικα φασόλια

Για τη σος:

1 ½ κουταλιά της σούπας πικάντικη μουστάρδα

1 ποτήρι του κρασιού λάδι

½ ποτήρι του κρασιού ξίδι

Πιπέρι

Εκτέλεση:

Πλένουμε και καθαρίζουμε την παλαμίδα. Την κόβουμε στη μέση και τη βάζουμε σ’ ένα ταψί. Ρίχνουμε λίγο νερό, το λάδι, το λεμόνι, τη ρίγανη και την ψήνουμε στους 180΄ C.

Βράζουμε τα φασόλια και στη συνέχεια τις πατάτες, τις οποίες κόβουμε σε κύβους. Πλένουμε και κόβουμε τα λαχανικά.

Όταν ψηθεί η παλαμίδα, την αφήνουμε να κρυώσει και στη συνέχεια την κόβουμε σε μικρά κομμάτια. Τη βάζουμε σε μια πιατέλα και ρίχνουμε τις πατάτες, τα ντοματίνια, τη ρόκα, το μαρούλι, τα κρεμμυδάκια, τον άνηθο και τα φασόλια. Περιχύνουμε με τη σος και ανακατεύουμε προσεχτικά.

Ετοιμάζουμε τη σος, βάζοντας τα υλικά σ’ ένα μπολ και ανακατεύοντας.