Από την Ισμήνη Χαρίλα
«Οὕτως ἀταλαίπωρος τοῖς πολλοῖς ἡ ζήτησις τῆς ἀληθείας, καὶ ἐπὶ τὰ ἑτοῖμα μᾶλλον τρέπονται».[1] Η φράση αυτή του Θουκυδίδη, με την οποία ο ιστορικός επισημαίνει ότι η επιβεβαίωση της αλήθειας απαιτεί επιμονή, υπομονή και κόπο, έρχεται αμέσως στον νου, όταν διαβάζει κάποιος το μυθιστόρημα της Annette Hess «Η διερμηνέας» που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Ψυχογιός και σε μετάφραση της Αλεξάνδρας Παύλου.
Στο εν λόγω πόνημα λοιπόν η συγγραφέας περιστρέφει τον κεντρικό άξονα της αφηγηματικής πορείας γύρω από τη «Δεύτερη δίκη του Άουσβιτς», ένα πραγματικό δηλαδή ιστορικό γεγονός που έλαβε χώρα στη Φρανκφούρτη από τις 20 Δεκεμβρίου 1963 έως τις 19 Αυγούστου 1965.
Βασική ηρωίδα του έργου είναι η Εύα Μπρουνς, μια νεαρή Γερμανίδα που εργάζεται ως διερμηνέας και προσβλέπει σ’ ένα ευτυχισμένο μέλλον. Άξαφνα όμως οι προσδοκίες της καταρρέουν, εξαιτίας της πρότασης που αποδέχεται για να συμμετάσχει ως διερμηνέας στη δίκη για τα εγκλήματα που έγιναν στο στρατόπεδο του Άουσβιτς. Δίχως καμιά προειδοποίηση επομένως η καθημερινότητά της αναστατώνεται και η ίδια έρχεται αντιμέτωπη από τη μια πλευρά με τις μαρτυρίες των ανθρώπων που βίωσαν την αγριότητα και τα βασανιστήρια και από την άλλη με τη δική της ανησυχία που γεννάται από την έντονη πίεση που υφίσταται από την οικογένειά της και τον μνηστήρα της για να παραιτηθεί από τη θέση της.
Με λόγο λιτό, στρωτό, που διατηρεί τα σωστά όρια αποστασιοποίησης που αποφεύγουν τη σκόπιμη συγκινησιακή ροή, η δημιουργός προοικονομεί όσα θα ακολουθήσουν και επιχειρεί να αποτυπώσει την ετερόκλητη οπτική όσων βρέθηκαν είτε ακούσια, είτε εκούσια στο Άουσβιτς. Από εκείνο το σημείο και έπειτα συνεπώς ο αναγνώστης παρακολουθεί τη μυθιστορηματική δράση, αλλά παράλληλα και την έμμεση ανάπτυξη μιας σειράς προβληματισμών γύρω από τις έννοιες της αλήθειας, της ευθύνης, της συνενοχής, της αυτογνωσίας, της συγχώρεσης και κυρίως της ανάγκης των ανθρώπων να αφήσουν πίσω τους το παρελθόν και να μάθουν να ζουν ξανά όλοι μαζί μέσα στα πλαίσια της ομόνοιας και της συνεργασίας, γνωρίζοντας ότι υπάρχουν περιπτώσεις που η παραδοχή του σφάλματος δεν είναι εφικτή, είτε γιατί απουσιάζει η αυτοκριτική λόγω απροθυμίας, είτε γιατί υπερισχύει το ένστικτο της αυτοσυντήρησης, είτε απλούστατα γιατί η ειλικρίνεια δεν είναι γνώρισμα όλων.
Αναμφίβολα η παραπάνω συλλογιστική θίγει για τον αναγνώστη το περίγραμμα ενός φιλοσοφικού περιεχομένου. Η Εύα Μπρουνς όμως καλείται να απαντήσει σε πολύ συγκεκριμένα ερωτήματα και να επιλέξει αν θα αφήσει τελικά το πεπρωμένο να δώσει τις λύσεις ή αν θα αναλάβει η ίδια πρωτοβουλία, ώστε να πάρει στα χέρια της το μέλλον της και να μην μετατραπεί σ’ ένα άβουλο όν. Θα είναι επομένως αρκετά δυνατή για να ρίξει φως στα μυστικά που έμαθε και να αποκαλύψει την αλήθεια ή θα προτιμήσει να τα αφήσει όλα στη σκιά, φοβούμενη τον κουρνιαχτό που θα σηκωθεί από τυχόν βιαστικές ή απρόβλεπτες αντιδράσεις που θα προκαλέσουν οι ενέργειές της;
Εντέλει η ίδια η οριζόμενη αλήθεια είναι κοινή για όλους τους πρωταγωνιστές της ιστορίας ή μήπως ο καθένας δίνει σ’ αυτήν το δικό του ξεχωριστό νόημα, ανάλογα με τις απόψεις του, τα συναισθήματα του και τη γενικότερη στάση που επιλέγει να κρατήσει στη ζωή; Αρκεί να τραβήξει η Εύα το πέπλο που καλύπτει το μυστήριο, ή μήπως η πράξη της θα συνθλίψει τις δοκούς που στηρίζουν το οικοδόμημα της ισορροπίας; Αν πάλι επιλέξει να σταθεί παράμερα, πώς θα επηρεαστεί η δική της ζωή; Το ερώτημα είναι δύσκολο, βασανιστικό και η απάντηση που δεν θα αφήσει περιθώρια αναβολής, σίγουρα δεν θα προκύψει δίχως να γεμίσουν τα τάσια της συναλλακτικής ζυγαριάς. Το θέμα είναι αν θα υπάρξει τελικά κόστος και ποιο θα είναι αυτό.
[1] Μτφ Τόσο απρόθυμοι είναι οι περισσότεροι άνθρωποι να μπουν στον κόπο να αναζητήσουν την αλήθεια και προτιμούν να ασχολούνται με τα εύκολα.