@συνέντευξη/επιμέλεια Άννα Μουσογιάννη
Ο Κυριάκος Αθανασιάδης μιλάει στο #writersgang για το νέο του #βιβλίο από τις Εκδόσεις Ψυχογιός με τίτλο : “Το κόκκινο μαντίλι”
- Πώς προέκυψε το κόκκινο μαντίλι; Ως τίτλος, ως ιδέα και ως ιστορία…
Η ιδέα γεννήθηκε από την αφήγηση μίας φίλης μου για ένα παιδί που γεννήθηκε κοντά στην Κύμη της Εύβοιας περίπου την εποχή που γεννιέται και ο Καλλίνικος, και που, μολονότι πέρασε πολύ δύσκολα παιδικά και εφηβικά χρόνια, τα κατάφερε και έκανε μία μικρή επιχείρηση. Υπάρχουν πάμπολλες τέτοιες ιστορίες στο πρώτο μισό του προηγούμενου αιώνα. Είναι μια δύσκολη εποχή, αλλά τόσο σημαντική μαζί. Η δικιά μου ιστορία γεννήθηκε σιγά-σιγά, όταν άρχισα να σημειώνω ιδέες στα χαρτιά μου. Έπειτα ήρθε η ίδια η ελληνική ιστορία — και πήρε το πάνω χέρι. Κι έπειτα ήρθε και το μαντίλι από το φουστάνι της Ξωθιάς. Και τότε έκατσα κι έφτιαξα το προσχέδιο του μυθιστορήματος. Και είδα πως, ναι, αυτό ήταν μια καλή ιστορία, μια ιστορία που μπορούσε να γίνει ένα βιβλίο.
- Τα ονόματα των ηρώων θα έλεγα ότι είναι άκρως ευρηματικά και ξεχωριστά. Πώς έγιναν τα βαφτίσια των ηρώων αλήθεια;
Να είστε καλά! Συνήθως στα βιβλία μου βαφτίζω τους ήρωες με τα ονόματα γνωστών μου ανθρώπων. Στο προηγούμενο μυθιστόρημά μου, τη «Μέλισσα», οι μισοί ήρωες έχουν ονόματα τυπογράφων, και γενικώς ανθρώπων του βιβλίου, με τους οποίους είχα συνεργαστεί στο παρελθόν. Κάπως έτσι και στο «Μαντίλι». Μόνο ένα ή δύο είναι καθαρά επινοημένα. Ο Κρόκος, ας πούμε…
- «Ο Καλλίνικος ο μπακαλόγατος ήταν γιος του Κρόκου με τη συμφόρηση, ένα παιδί που ’χε σκύλο και μια μισότυφλη αγελάδα, ένα αγόρι από τους Αγίους Πάντοτε…»Τι άλλο ήταν ο Καλλίνικος; Ήταν τελικά ο γιος μιας νεράιδας;
Μπορείτε να το πείτε και έτσι. Αλήθεια θα είναι. Η νεράιδα αυτή στέκει στον Καλλίνικο σαν μια ξεχωριστή, αλλόκοτη μάνα. Δεν το είχα σκεφτεί όπως το λέτε, αλλά μού αρέσει πολύ τώρα που το σκέφτομαι.
- Μια Ξωθιά μα ποια Ξωθιά; Η νεράιδα με το κουρελιασμένο φουστάνι που μια μέρα ξεπετάχτηκε μπροστά του από τα πουρνάρια και έκτοτε έμεινε δίπλα του…Είναι ο από μηχανής θεός του Καλλίνικου ή ένα αποκύημα της φαντασίας του;
Είναι και τα δύο. Και είναι κι άλλα πολλά. Είναι, αν θέλετε, το «νεύμα της μοίρας» που δείχνει προς το αύριο. Μας δείχνει αυτό που μπορούμε να φτάσουμε, ή τέλος πάντων αυτό που θα έπρεπε να επιδιώκουμε. Και είναι καλό, και σοφό, να την ακούμε και να προσέχουμε προς τα πού μας δείχνει με το δάχτυλό της. Κι ας μη μας λέει πολλά. Γιατί δεν πρέπει να μας τα πει όλα.
Ο Καλλίνικος δεν άλλαξε την ιστορία, αλλά είναι ο ίδιος κομμάτι της.
- Αν βρισκόσασταν σε ένα παράλληλο σύμπαν με τον Καλλίνικο, οι δυο μαζί. Θα κάνατε παρέα; Ως συγγραφέας του μυθιστορήματος κρατήσατε μια ουδέτερη στάση και αφήσατε τους ήρωες σας μόνους τους, ως άνθρωπος αν συναντούσατε τον Καλό από κοντά τι θα του λέγατε; Θα θέλατε να λέγατε κάτι σε κάποιον άλλον ήρωα;
Στον Καλλίνικο θα έλεγα πως καλά τα κατάφερε. Πως έκανε ό,τι μπορούσε να κάνει ένας άνθρωπος απέναντι στην πελώρια και αδυσώπητη ιστορία. Μάλιστα, πως έκανε πολύ-πολύ περισσότερα. Και γι’ αυτό, του βγάζω το καπέλο. Δεν θα του έλεγα άλλα, γιατί θα προτιμούσα να μου έλεγε εκείνος τις ιστορίες του. Ο Καλλίνικος δεν άλλαξε την ιστορία, αλλά είναι ο ίδιος κομμάτι της. Κι αυτό είναι πολύ όμορφο και πολύ συγκινητικό.

- Ο μαγικός ρεαλισμός δεν συναντάται συχνά στην ελληνική λογοτεχνία. Το πάντρεμα της πραγματικότητας με τη φαντασία χωρίς να φέρει ένα… σουρεαλιστικό αποτέλεσμα είναι παράτολμο, ειδικά όταν εμπεριέχονται ιστορικά στοιχεία. Ωστόσο το εγχείρημα δεν έτυχε αλλά πέτυχε! Στην προκειμένη περίπτωση, η γραφή οδήγησε τον Κυριάκο Αθανασιάδη ή ο Κυριάκος Αθανασιάδης τη γραφή;
Πάντα μα πάντα εμείς την οδηγούμε. Η συγγραφή, το γράψιμο των βιβλίων, ακολουθεί πολύ συγκεκριμένους κανόνες. Γίνεται βήμα-βήμα, και βάσει σχεδίου. Απαιτεί οργάνωση, στόχο και προσήλωση. Και πολλή-πολλή δουλειά. Δεν μπορεί ούτε πρέπει να χάνει τον στόχο του κανείς. Και, ανεξάρτητα από το αν έχει στοιχεία φαντασίας ή όχι το βιβλίο μας, ο στόχος, αλλά και όλοι οι δρόμοι —αυτό που λέμε οργανωμένο και λεπτομερές σχεδιάγραμμα του μυθιστορήματος— πρέπει να είναι χαραγμένοι πριν ξεκινήσουμε να γράφουμε. Όπως ακριβώς συμβαίνει με το χτίσιμο ενός σπιτιού. Τα βιβλία είναι σπίτια χτισμένα με λέξεις.
- Θεωρώ ότι οι φίλοι είναι ο συγγενείς που επιλέγουμε να έχουμε. Μιλήστε μας λίγο για τους υπέροχους τεράστιους δίδυμους μπακάληδες: τον Φερδινάνδο και τον Βάρσο, και τη σχέση τους με τον Καλό. Μπορείς αλήθεια να συγχωρέσεις κάποιον που μπήκε στη ζωή σου ως κλέφτης και μετά να τον αγαπήσεις όπως στην ιστορία σας; Μια τέτοιου είδους σχέση θα μπορούσαμε να τη χαρακτηρίσουμε αλλόκοτη, ή τη συναντάμε και στην πραγματική ζωή;
Νομίζω πως τη συναντάμε… Αλλά, ναι, σχεδόν όλο το βιβλίο στηρίζεται πάνω στην έννοια της συγχώρεσης, της καταλλαγής και της αγάπης. Οι δύο δίδυμοι μπακάληδες είναι, νομίζω, οι αγαπημένοι ήρωες όλων των αναγνωστών— αλλά και οι δικοί μου αγαπημένοι. Πάνω από την Ξωθιά και τους άλλους. Γιατί είναι πολύ καλοί και πολύ αγαπησιάρηδες. Και γιατί κατέχουν πολλές τέχνες και πολλά μυστικά, και τα περνούν όλα στον Καλλίνικο. Και γιατί έχουν αυτό το πανέμορφο μπακάλικο, με τις ωραίες μυρωδιές από τις ελιές, τις ρέγκες, τα λάδια, το κρασί και τα σαπούνια. Αλλά και επειδή είναι και ραφτάδες, και δοκιμάζουν οι ίδιοι τις δημιουργίες τους — αφού δεν έχουν πού να τις πουλήσουν. Όμως δεν τους νοιάζει: εκεί, στη μοδιστρική, τους νοιάζει μόνο η δημιουργία.
Όμως η συγγνώμη είναι πολύ δύσκολη υπόθεση, ένα μεγάλο βάρος που πρέπει να σκύψεις για να το σηκώσεις. Θέλει πολύ κουράγιο και πολλή «δύναμη ψυχής».
- Τώρα που το λέτε, προς το τέλος του βιβλίου αναφέρετε κάπου για τον Καλλίνικο ότι «…ήταν άνθρωπος που συγχωρούσε». Πέρα από αυτό , έναν άνθρωπο που δεν κρατούσε κακία, δεν ζήλευε και, ναι, συγχωρούσε. Συγχώρησε ακόμα και την Πλατυτέρα. Πόσο εύκολο είναι κάποιος να συγχωρήσει; Υπάρχουν άραγε πολλοί «Καλλίνικοι» στη ζωή;
Νομίζω ότι αυτή την ερώτηση πρέπει να την κάνουμε ο καθένας μόνος του. Όχι αναφερόμενοι στους άλλους, αλλά στον εαυτό μας: εμείς θα τα καταφέρναμε άραγε να συγχωρήσουμε, να ξεχάσουμε και να ξεπεράσουμε το κακό που μας έκανε ένας τρίτος — ή όχι; Και πόση σημασία έχει αυτό; Αν κρίνουμε από τον Καλλίνικο, του έκανε καλό. Ουσιαστικά, παρά τα όσα τράβηξε, και παρά τα όσα έχασε, έζησε μια καλή και γεμάτη ζωή. Υπήρξε ευτυχισμένος. Όμως η συγγνώμη είναι πολύ δύσκολη υπόθεση, ένα μεγάλο βάρος που πρέπει να σκύψεις για να το σηκώσεις. Θέλει πολύ κουράγιο και πολλή «δύναμη ψυχής».
- Πέρα από την αφήγηση της ζωής των ηρώων αγγίξατε μια έντονη ιστορικά περίοδο. Το πρώτο μισό του 20ού αιώνα. Θεωρώ ότι δεν είναι τυχαία και η χρονολογία γέννησης που δώσατε στον ήρωα σας, το 1900. Πόσο παράτολμη ήταν αυτή η βουτιά στο παρελθόν; Πόσο καιρό σας πήρε για να συλλέξετε όλα αυτά τα ιστορικά στοιχεία και έπειτα να τα δέσετε με μαεστρία με το υπόλοιπο μυθιστόρημα;
Μου πήρε αρκετό καιρό, γιατί —όπως ξέρετε— η ιστορία δεν διαβάζεται μόνο έτσι ή μόνο αλλιώς: διαβάζεται ταυτόχρονα και έτσι και αλλιώς, ανάλογα με το σημείο όπου βρίσκεσαι εσύ. Οπότε έπρεπε να βρω «όλες» τις απόψεις και να τις κάνω μία, που ας πούμε ότι είναι πιοκοντά στην αλήθεια. Αυτό, ναι, χρειάστηκε αρκετό καιρό. Η ίδια η έρευνα κράτησε πολύ περισσότερο από το γράψιμο του βιβλίου. Καμιά φορά, ξέρετε, βλέπετε μία προτασούλα σε ένα βιβλίο, που είναι δύο ή τρεις αράδες. Και που δεν θα τη θυμάται κανείς μετά από λίγο. Όμως για να είστε σίγουρος πως αυτές οι είκοσι-τριάντα λέξεις λένε την αλήθεια, μπορεί να χρειάστηκε να αφιερώσετε πολλές ώρες, ή και μέρες ανάγνωσης, σε βιβλία και άρθρα. Είναι κάτι που δεν μπορείς να το αποφύγεις, ούτε και πρέπεινα το αποφύγεις. Τα μυθιστορήματα χτίζονται με βάση την ειλικρίνεια και την αλήθεια.
Ζούμε μία νέα εποχή μεγάλων ανθρώπινων μετακινήσεων, και πρέπει να σχεδιάσουμε το συντομότερο δυνατόν τρόπους για να βγει κάτι καλό από όλο αυτό, χωρίς να ταλαιπωρείται άδικα τόσος κόσμος.
- Στο μυθιστόρημα εκτός των άλλων θίγετε και ένα άλλο φλέγον ζήτημα με τα παιδιά του Καλού να φεύγουν στο εξωτερικό: το μεταναστευτικό τη δεκαετία του ’50, όπου πλήθος ανθρώπων έφευγε προς τις ανεπτυγμένες χώρες για να έχει ένα καλύτερο μέλλον. Θεωρείτε ότι τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα διάγουμε ένα ακόμα τέτοιο κύκλο;
Ναι, και μάλιστα έναν διπλό κύκλο: από τη μία πολλοί νέοι Έλληνες επιστήμονες έχουν φύγει για το εξωτερικό ώστε να βρουν δουλειά, όχι σαν εργάτες πια αλλά σε μεγάλες εταιρίες ως υψηλόβαθμα στελέχη γιατί στη χώρα μας δεν μπορούμε να τους εκμεταλλευτούμε, δεν έχουμε πολλές μεγάλες εταιρίες τεχνολογίας υψηλού επιπέδου, ή βιομηχανία κλπ. Και, από την άλλη, έχουμε τη μετανάστευση προς τη χώρα μας —αν και οι περισσότεροι τη βλέπουν σαν ενδιάμεσο σταθμό— ανθρώπων που αφήνουν την πατρίδα τους επειδή εκεί δεν υπάρχει κανένα μέλλον. Ζούμε μία νέα εποχή μεγάλων ανθρώπινων μετακινήσεων, και πρέπει να σχεδιάσουμε το συντομότερο δυνατόν τρόπους για να βγει κάτι καλό από όλο αυτό, χωρίς να ταλαιπωρείται άδικα τόσος κόσμος. Η Ελλάδα πρέπει να αναπτυχθεί, πολύ και άμεσα.
- Τι αλήθεια είναι το «Κόκκινο μαντίλι»; Μυθιστόρημα, παραμύθι ή ιστορικό ανάγνωσμα;
Είναι ένα μυθιστόρημα με ζωντανούς ήρωες που έχει πολλές αλήθειες μέσα του. Απλώς, κάποιες από τις αλήθειες του είναι επινοημένες.
- Αφού σας ευχαριστήσω για τον χρόνο σας θα ήθελα να ρωτήσω κάτι τελευταίο: αν ήσασταν ένας απλός αναγνώστης τι θα θέλατε να ρωτήσετε τον συγγραφέα Κυριάκο Αθανασιάδη σχετικά με το βιβλίο;
Πότε θα τελειώσει την έρευνα και τη συλλογή στοιχείων για την ιστορία της κόρης του Καλλίνικου, που θα διαδραματίζεται, όχι στην Κύμη πια, αλλά στην Αθήνα, και θα αφορά μια άλλη εποχή της Ελλάδας. Εξίσου συναρπαστική όμως. Σας ευχαριστώ θερμά για τις ωραίες ερωτήσεις και για την ευκαιρία, κυρία Μουσογιάννη. Να είστε καλά, και εσείς, και οι αναγνώστες σας. Ελπίζω να τους αρέσει το βιβλίο αν το επιλέξουν. Και να το χαρούν, και να τους συγκινήσει.
Είμαι σίγουρη ότι θα τους αρέσει γι αυτό και τους προ(Σ)καλώ να το διαβάσουν….Τα σχόλια μου και την άποψη μου για το βιβλίο αυτό θα βρείτε εδώ!
Λίγα λόγια για το συγγραφέα
Ο ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΗΣ γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1963. Έχει εκδώσει περί τα τριάντα βιβλία. Από τις Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ κυκλοφορεί επίσης το μυθιστόρημά του ΟΙ ΤΕΣΣΕΡΙΣ ΕΠΟΧΕΣ ΤΗΣ ΜΕΛΙΣΣΑΣ, καθώς και το βιβλίο του ΟΔΗΓΟΣ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ: ΠΩΣ ΓΡΑΦΟΥΜΕ ΕΝΑ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ ΚΑΙ ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΠΟΦΕΥΓΟΥΜΕ ΣΕ 50 ΚΑΝΟΝΕΣ. Από το 2017 ζει στην Πράγα. Είναι συνιδρυτής του πολιτιστικού-πολιτικού ιστότοπου και διαδικτυακού ραδιοφώνου Amagi.
