Από την Ισμήνη Χαρίλα
Καθεμιά ιστορία δύναται να ειπωθεί με μύριους τρόπους. Στη ζωή δεν είναι όλα άσπρα ή μαύρα. Υπάρχουν αποχρώσεις, άλλοτε ανοιχτόχρωμες και άλλοτε σκουρόχρωμες που επηρεάζονται από πολλαπλούς παράγοντες. Την προσωπική οπτική, την ερμηνεία των γεγονότων, τις εμπειρίες, τα βιώματα, τον χαρακτήρα, αλλά και τις αξίες με τις οποίες έχει γαλουχηθεί κάθε άνθρωπος.
Ανάμεσα στο «θέλω» και το «πρέπει» ή ό,τι θεωρείται σωστό ή λάθος, παρεμβάλλεται το «μπορώ».
«Μπορώ να αντέξω;»
«Μπορώ να υπομείνω;»
«Μπορώ να ανεχτώ;»
«Μπορώ να κάνω την προσωπική μου υπέρβαση;»
«Μπορώ να αντιδράσω και κυρίως έχω τα μέσα να νικήσω ή τουλάχιστον να κατορθώσω να ξεφύγω από το μαρτύριο που με ταλανίζει;»
«Μπορώ να αντλήσω δύναμη και θάρρος, ώστε να κοιτάξω κατάματα την αλήθεια, να αναλάβω την ευθύνη που μου αναλογεί και να οριοθετήσω την απόσταση ανάμεσα στην ενοχή του θύτη και τον πόνο του θύματος;»
Τα παραπάνω και μια πληθώρα έτερων ερωτημάτων και διλημμάτων προκύπτουν λοιπόν από το μυθιστόρημα της Πασχαλίας Τραυλού «Η γιατρίνα» που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Διόπτρα.
Η συγγραφέας μεταφέρει τον αναγνώστη σε ένα χωριό της Αυστροουγγαρίας στις αρχές του 20ου αιώνα και συγκεκριμένα το 1911. Βασική ηρωίδα του έργου είναι η Σουζάνα Φαζέκας. Μια γυναίκα που εμφανίζεται ξαφνικά στο μικρό χωριό, αναλαμβάνει τα καθήκοντα μοδίστρας και πρακτικής ιατρού και δρα ταυτόχρονα στις σκιές, μεριμνώντας για την ηρεμία και την ασφάλεια των γυναικών, χρησιμοποιώντας όμως ανορθόδοξους τρόπους.
Η προσωπική της ιστορία παραμένει κρυφή κατά το μεγαλύτερο μέρος της αφήγησης, αλλά όταν αποκαλύπτεται, αντικαθρεφτίζεται στο πρόσωπο κάθε γυναίκας που έχει βιώσει την κοινή μοίρα της πατριαρχικής επιβολής που την καταδικάζει σε στέρηση ελεύθερης βούλησης και ισόβιας υποταγής στον ανδρικό ζυγό, είτε αυτός προβάλλεται στη μορφή του πατέρα, είτε του συζύγου.
Η δημιουργός αναβιώνει λοιπόν τη δεύτερη δεκαετία του εικοστού αιώνα, δίνοντας έμφαση στις κοινωνικές συνθήκες και δη στη θέση των γυναικών, ενώ ιστορεί τα γεγονότα του πολέμου που ενισχύουν την ανάγκη μεταστροφής, ανασυγκρότησης και αλλαγής νοοτροπίας.
Κάθε τέλος σηματοδοτεί μια καινούργια αρχή και μέσω ενός επαναλαμβανόμενου μοτίβου, υπερτονίζεται το γεγονός ότι σε μια κοινωνία, όπου οι άνθρωποι κατατρύχονται από την ενοχική θεωρία του καθήκοντος, χάνουν το δικαίωμα της ελεύθερης προαίρεσης και καταδικάζονται ως ανοίκεια όντα και σκλάβοι της νοσηρής ψυχοσύνθεσης έτερων ατόμων που συχνά εντοπίζονται στα στενά όρια του συγγενικού περιβάλλοντος.
Ως αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης, γεννιέται κατά συνέπεια εύλογα η έντονη επιθυμία λύτρωσης που εκδηλώνεται αρχικά μέσω της σκέψης, αλλά στη συνέχεια – και εφόσον τίποτα δεν διαφοροποιείται – αναζητά τρόπους πραγμάτωσής της.
Βάσει άρα αυτής της παραμέτρου, η αφηγηματική έκταση του συγκεκριμένου πονήματος δικαιολογείται από την υπερθεμάτιση του προβλήματος και της ανάδειξης των συνεπειών του, ενώ η χρήση τριτοπρόσωπης γραφής υποβοηθά το στοιχείο της αντικειμενικότητας. Παράλληλα, το κείμενο εμπεριέχει πλήθος περιγραφών που διευκολύνουν τη λεπτομερή αναπαράσταση, αλλά και την οπτικοποίηση του σκηνικού όπου εξελίσσονται τα γεγονότα.
«Η γιατρίνα» – που έχει βασιστεί, όπως αναφέρει η Τραυλού στο επιλογικό της σημείωμα σ’ ένα υπαρκτό πρόσωπο – είναι επομένως ένα έργο ιστορικό και κοινωνικό που αναλύει συμπεριφορικά μοντέλα, ενώ συγχρόνως ψυχογραφεί τις ανθρώπινες αντιδράσεις έναντι δυσχερών καταστάσεων και παρέχει στον αναγνώστη τη δυνατότητα φιλοσοφικής θεώρησης για την έννοια της ύπαρξης και εν γένει της ζωής.